Τις δυναμικά ανερχόμενες οικονομίες των BRICs (Βραζιλίας, Ρωσίας, Ινδίας και Κίνας) ακολουθούν αυτές των ΜΙΚΤs (Μεξικού, Ινδονησίας, Νότιας Κορέας και Τουρκίας)..
Αναμένοντας τη νέα ανάπτυξη σημαντικοί οικονομολόγοι και επιχειρηματίες διαβλέπουν πίσω από τις αναδυόμενες «τίγρεις» της διεθνούς περιφέρειας, μια νέα ομάδα δυναμικών οικονομιών που τις επόμενες δεκαετίες θα καθορίσουν τις...εξελίξεις. «Νονός» των νέων οικονομικών τάσεων, των MIKTs (Μεξικού, Ινδονησίας, Νότιας Κορέας και Τουρκίας) είναι ο Jim O’Neill, το νούμερο ένα στον τομέα διαχείρισης κεφαλαίων της Goldman Sachs. Είναι εκείνος που το 2001 καθιέρωσε το ακρωνύμιο BRIC, επαληθεύτηκε δε αργότερα η πρόβλεψή του, ότι «μέσα σε δέκα χρόνια οι χώρες αυτές θα έχουν σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία».
Ήδη η Κίνα έχει περάσει στη δεύτερη θέση μεταξύ των ισχυρών της παγκόσμιας οικονομίας, ξεπερνώντας το 2010 την Ιαπωνία και κατέχοντας πάνω από 46% του δημόσιου χρέους των (πρώτων) ΗΠΑ. Το 2001 ήταν στην έκτη θέση, μετά τις ΗΠΑ, Ιαπωνία, Γερμανία, Μεγ. Βρετανία και Γαλλία και πριν από την Ιταλία. Σήμερα ο O’Neill προβλέπει ότι τις επόμενες δεκαετίες θα αναπτυχθούν οι οικονομίες των ΜΙΚΤs. Συμφωνεί μ’ αυτό και ο George Magnus, ένας από τους εγκυρότερους οικονομολόγους - συμβούλους της UBS, στο πρόσφατα εκδοθέν βιβλίο του «Uprising: Will emerging markets shape or shake the world economy?» (Επανάσταση: Οι αναδυόμενες αγορές θα κλονίσουν ή θα διαμορφώσουν την παγκόσμια οικονομία; - εκδ. Wiley Sons Ltd, σελ. 368). Προβλέπει επίσης ότι και άλλες χώρες θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία, όπως η Χιλή, η Μαλαισία, η Ταϊλάνδη, η Ταϊβάν, η Νιγηρία, το Πακιστάν και το Βιετνάμ. Σημειώνεται ότι οι περισσότερες χώρες με αναδυόμενες οικονομίες έχουν αυταρχικά καθεστώτα και ο παραγόμενος πλούτος πηγαίνει κυρίως σε μικρή μερίδα του πληθυσμού.
Τουρκία: η Κίνα της Μέσης Ανατολής
Την ισλαμική Τουρκία σήμερα ορισμένοι οικονομολόγοι, καθ’ υπερβολή και τηρουμένων των αναλογιών, την αποκαλούν «Κίνα της Μέσης Ανατολής». Επί πολλά χρόνια ταλανιζόταν από αλλεπάλληλες οικονομικές κρίσεις και αναγκαζόταν να καταφεύγει για να σωθεί στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Σήμερα, με πληθυσμό που εκτιμάται στα 72 εκατομμύρια και με μέσο όρο ηλικίας μόνο τα 29 χρόνια (έναντι 40 στην Ευρώπη), οι εν λόγω οικονομολόγοι προβλέπουν ότι έως το 2050 η οικονομία της θα είναι στις δέκα πρώτες του κόσμου. Πάντως παρά τη θεαματική ανάπτυξη κατά το 2010, οι ίδιοι οι Τούρκοι οικονομολόγοι εφιστούν προσοχή. Στις αρχές του 2011 ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου, προβλέποντας ότι κατά το τρέχον έτος το έλλειμμα των τρεχόντων λογαριασμών μπορεί να ξεπεράσει το 7% του ΑΕΠ, αρνητικό ρεκόρ από το 1984. Επίσης ο Ντουρμούς Γιλμάζ, νούμερο ένα στο Κεντρικό Οικονομικό Ινστιτούτο της Τουρκίας, εξέφρασε ανησυχία, όσον αφορά την αύξηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών και τη μεγάλη αύξηση του αριθμού των υπαλλήλων στις τράπεζες, κάτι που επιβαρύνει το κόστος λειτουργίας τους σε καιρούς σκληρού ανταγωνισμού. Όπως σημείωσε, μόνο το μήνα Δεκέμβριο ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά 7% και ολόκληρο το 2010 κατά 34%. Εξέφρασε επίσης ανησυχία επειδή το προηγούμενο έτος οι εισαγωγές αυξήθηκαν δέκα φορές περισσότερο από τις εξαγωγές. Υπ’ αυτές τις συνθήκες η Τουρκία ακολουθεί τις οδηγίες του ΔΝΤ. Αυτό για τις τράπεζες σημαίνει αύξηση των επιτοκίων και πλαφόν στον αριθμό των θέσεων εργασίας. Με τις οδηγίες επίσης του ΔΝΤ, όπως έκανε παλαιότερα η Βραζιλία, η Τουρκία διευκόλυνε τις ξένες επενδύσεις, κάτι όμως που ενίσχυσε περισσότερο απ’ όσο χρειαζόταν την τουρκική λίρα. Για να αντιμετωπίσει την κατάσταση η Κεντρική Τράπεζα μείωσε τα επιτόκια στο 6,5% και ταυτόχρονα αύξησε τα υποχρεωτικά αποθέματα των τραπεζών.
«Παίκτης - κλειδί» η Ινδονησία
Η πολυπληθέστερη μουσουλμανική χώρα στον κόσμο είναι η Ινδονησία, που περιλαμβάνεται στις ΜΙΚΤs. Στη χώρα αυτή των 250 περίπου εκατομμυρίων κατοίκων και του ιδιόρρυθμου Ισλάμ το δημοκρατικό σύστημα φαίνεται να παγιώνεται μετά από πολλές περιπέτειες, περιορίζονται δε η φτώχεια και η διαφθορά. Αλλά η Αλ Κάιντα συνιστά πάντα απειλή και οι φανατικοί μουσουλμάνοι αποτελούν μια δυναμική και πολιτικοποιημένη μειοψηφία. Το 2009 η Ινδονησία γνώρισε σταθερή και υψηλή ανάπτυξη, ενώ η οικονομική κρίση μάστιζε τις περισσότερες χώρες. Σημειωτέον ότι είχαν προηγηθεί μεγάλες φυσικές καταστροφές (σεισμοί, τσουνάμι κ.ά.). Η ανάπτυξη συνεχίστηκε το 2010 και αναμένεται να διατηρηθεί το 2011. Το δημόσιο χρέος, που το 1998 ξεπερνούσε το 100% σήμερα έχει κατέβει στο 27%. Παρότι στην Ινδονησία παραμένει χαμηλό το κατά κεφαλή ΑΕΠ (3.700 δολ.) και αποτελεί τροχοπέδη η γραφειοκρατία, το περιοδικό BusinessWeek θεωρεί ότι η χώρα αυτή έχει τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε παίκτη- κλειδί στην παγκόσμια οικονομία.
Οι οικονομολόγοι αγνοούν τα πολιτικά καθεστώτα
Οι προβλέψεις των οικονομολόγων Ο’ Νιλ και Μάγκνους έχουν δικαιωθεί, όσον αφορά τις αναδυόμενες οικονομίες των BRICs. Θα συμβεί το ίδιο ως προς τις ΜΙΚΤs; Ή μήπως είναι υπερβολικά αισιόδοξοι, στηριζόμενοι σε πολιτικά και ιδεολογικά κριτήρια, αφού μιλάνε και οι δύο για τον θρίαμβο του καπιταλισμού; Αυτό θα φανεί τα επόμενα χρόνια. Πάντως το βέβαιο είναι ότι εξετάζουν κάθε χώρα μόνο όσον αφορά την οικονομία της, αδιαφορώντας για την παράμετρο της πολιτικής. Συνιστούν όμως η οικονομία και η ανάπτυξη πανάκεια για στρεβλώσεις κοινωνικές και πολιτικές; O αυθόρμητος ή συντονισμένος ξεσηκωμός στις αραβικές χώρες, μας καθιστά επιφυλακτικούς όσο και ανήσυχους.
Συρρέουν στη Βραζιλία ξένοι επενδυτές
Οι διαχειριστές των hedge funds και των private equities ανακαλύπτουν εκ νέου τη Βραζιλία. Ξένες τράπεζες, επιχειρήσεις και επενδυτές είχαν συρρεύσει στη χώρα αυτή της Λατινικής Αμερικής τη δεκαετία του ‘90, αλλά, όταν το σοκ της ασιατικής κρίσης έγινε κι εκεί αισθητό, φέρνοντας την υποτίμηση του 1999, δραπέτευσαν μαζικά. Σήμερα, η βιομηχανία των εναλλακτικών επενδύσεων επιστρέφει για να ποντάρει στην αγοραστική διάθεση μιας ταχέως αυξανόμενης μεσαίας τάξης καθώς και στο ράλι των εμπορευμάτων.
Όπως δηλώνει στον Economist το αφεντικό μιας μεγάλης αμερικανικής εταιρείας private equity, «η Βραζιλία είναι η πιο ελκυστική αναδυόμενη αγορά αυτή τη στιγμή». Το αποδεικνύουν άλλωστε οι υψηλές αποδόσεις που έχουν ήδη επιτύχει κάποια funds. Η Tarpon, μία βραζιλιάνικη εταιρεία private equity, είχε αγοράσει το 25% της Arezzo, μεγάλης εταιρείας λιανικής που ειδικεύεται στα παπούτσια, αντί 43,8 εκατ. δολαρίων το 2007. Το fund είδε την αξία της επένδυσής του σχεδόν να πενταπλασιάζεται μέσα σε τρία χρόνια, ενώ πριν από μερικές ημέρες, η Arezzo πραγματοποίησε επιτυχημένη δημόσια εγγραφή στο χρηματιστήριο της Βραζιλίας, από την οποία άντλησε 340 εκατ. δολάρια.
Πέραν των τοπικών παικτών, η Βραζιλία έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον και κάποιων από τα σημαντικότερα private equities και hedge funds της Wall Street. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο κολοσσός των εναλλακτικών επενδύσεων, Blackstone, κατέβαλε 200 εκατ. δολάρια για να αποκτήσει το 40% της Patria Investimentos, μιας βραζιλιάνικης εταιρείας private equity. Τον επόμενο μήνα το hedge fund της JP Morgan, Highbridge, το μεγαλύτερο του κόσμου, απέκτησε πλειοψηφική συμμετοχή στο Gavea Investimentos, ένα βραζιλιάνικο fund 6 δισ. δολ.
Το ενδιαφέρον τους για τη βραζιλιάνικη αγορά δικαιολογείται εύκολα. Όταν οι χώρες του ΟΟΣΑ εμφάνιζαν συρρίκνωση στο ΑΕΠ τους κατά 2,7% το διάστημα 2008-2009, η οικονομία της Βραζιλίας παρουσίαζε ανάπτυξη 4,9%, ενώ έτρεξε με 7,5% το 2010. Σήμερα είναι η όγδοη μεγαλύτερη στον κόσμο και αναμένεται να βρεθεί στην πέμπτη θέση έως τα τέλη της δεκαετίας, ξεπερνώντας τη Βρετανία, τη Γαλλία και την Ιταλία.
Επιπλέον, η Βραζιλία είναι η μεγαλύτερη εξαγωγική δύναμη στην παγκόσμια αγορά ζάχαρης, καφέ και κρέατος, ενώ στη σόγια έρχεται δεύτερη μετά τις ΗΠΑ. Πέραν των εξαγωγών που αυτό τον καιρό υποστηρίζονται σημαντικά από το ράλι στις τιμές των εμπορευμάτων, έχει και μία δυναμική εσωτερική αγορά. Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη αγορά καλλυντικών στον κόσμο και η τρίτη στα κινητά τηλέφωνα. Έχοντας εξασφαλίσει τη διοργάνωση του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 2014 και των Ολυμπιακών Αγώνων του 2016, θα χρειαστεί επενδύσεις τουλάχιστον 50 δισ. δολαρίων σε έργα υποδομής.
Σε μια οικονομία με τέτοιες προοπτικές, τα βραζιλιάνικα hedge funds πετυχαίνουν μέσες ετήσιες αποδόσεις της τάξης του 17% κατά τα τελευταία τρία χρόνια, όταν τα αμερικανικά funds εμφανίζουν κέρδη 8,6%. Είναι αυτές οι αποδόσεις που προσέλκυσαν τους ξένους επενδυτές, οι οποίοι πραγματοποίησαν τον περασμένο χρόνο τα τρία μεγαλύτερα deals από private equities που έχει δει ποτέ η χώρα.
Στις ανεπτυγμένες αγορές η σκυτάλη των υπεραποδόσεων
Με ζημιές στις αναδυόμενες αγορές και υψηλές αποδόσεις στις ανεπτυγμένες, το σκηνικό που διαμορφώνεται φέτος στα διεθνή χρηματιστήρια ανατρέπει ό,τι θεωρούσαμε δεδομένο την τελευταία δεκαετία. Με τις αναδυόμενες οικονομίες να αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο υψηλού πληθωρισμού και με τις κεντρικές τους τράπεζες να προσπαθούν να τον καταπολεμήσουν με αυξήσεις επιτοκίων και περιορισμούς στις ροές πιστώσεων, οι ανεπτυγμένες οικονομίες του πλανήτη που βρίσκονται σε φάση ανάκαμψης καλούνται να γίνουν η ατμομηχανή για την παγκόσμια ανάπτυξη. Η νέα ισορροπία δυνάμεων διεθνώς επηρεάζει και τα χρηματιστήρια· οι ανεπτυγμένες αγορές εμφανίζονται να υπεραποδίδουν έναντι των αναδυόμενων.
Είναι η δεύτερη φορά που συμβαίνει αυτό κατά τα τελευταία δέκα χρόνια, μετά το 2008. Ο MSCI World κερδίζει περίπου 6% από τις αρχές του έτους, ενώ ο MSCI Emerging Markets σημειώνει πτώση περίπου 3%. Και όμως, ο δείκτης των 24 βασικών ανεπτυγμένων χρηματιστηρίων εμφάνιζε κατά μέσο όρο ετήσιες υποαποδόσεις της τάξης του 16% έναντι του χρηματιστηριακού δείκτη των αναδυόμενων αγορών από το 2001 μέχρι και σήμερα. Η σχέση αυτή ανετράπη το 2008, όταν εν μέσω τραπεζικής κρίσης ο MSCI World υποχώρησε κατά 42%, δηλαδή λιγότερο από ό,τι ο MSCI Emerging Markets, που την ίδια χρονιά σημείωσε πτώση 54%.
Γ.Ν. Παπαθανασόπουλος
Post Top Ad
Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011
Home
Unlabelled
Από τα BRIC's στα ΜΙΚΤ's: Οι νέες υπερδυνάμεις της παγκόσμιας οικονομίας