Δύσκολα θα βγούμε στις αγορές ακόμα και το 2013 υποστηρίζει υποβαθμίζοντάς μας η Standard & Poor's..
Στην υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας σε ΒΒ- από ΒΒ+ προχωρά η Standard & Poor’s, διατηρώντας μάλιστα τις αρνητικές προοπτικές της αξιολόγησης, κάτι που σημαίνει ότι η... περαιτέρω υποβάθμισή της είναι πιθανή. Η υποβάθμιση ενδέχεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις και στις αξιολογήσεις των τεσσάρων μεγάλων ελληνικών τραπεζών (Εθνική, Eurobank, Alpha και Πειραιώς, καθώς και στη θυγατρική της Εθνικής, United Bulgarian Bank), προειδοποιεί ο οίκος. Δεν αντανακλά τις δημοσιονομικές προσπάθειες της χώρας, δήλωσε ο πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου.
Όπως εξηγεί ο οίκος, η υποβάθμιση αυτή είναι αποτέλεσμα των αποφάσεων της Συνόδου Κορυφής της 24-25ης Μαρτίου και της συμφωνίας των ηγετών για το μόνιμο μηχανισμό διάσωσης, ο οποίος θα επιβάλλει στις χώρες που τον χρησιμοποιούν την αναδιάρθρωση των χρεών τους.
Σύμφωνα με τα όσα ανακοινώθηκαν μετά τη Σύνοδο, επιβεβαιώνονται οι προσδοκίες της αγοράς –μεταξύ αυτών και της S&P- ότι η αναδιάρθρωση χρεών θα είναι προαπαιτούμενο για το δανεισμό από το μόνιμο μηχανισμό διάσωσης, που θα τεθεί σε ισχύ μετά το 2013 (ESM). Επιπλέον, σύμφωνα με την απόφαση, ο ESM θα απολαμβάνει καθεστώς προτιμώμενου πιστωτή στο ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης. Αυτό σημαίνει ότι θα παίρνει προτεραιότητα έναντι των ομολογιούχων και των υπόλοιπων πιστωτών μιας χώρας για να πάρει πίσω τα χρήματά του.
Και τα δύο αυτά σημεία της συμφωνίας είναι επιζήμια για τους ομολογιούχους των χωρών μελών της ΕΕ που θα προσφύγουν στον ESM και αποτελούν μία σημαντική διαφορά σε σχέση με το καθεστώς λειτουργίας του μηχανισμού διάσωσης που ισχύει σήμερα και έως το 2013 (EFSF), που έβαζε τα δάνεια της διάσωσης στην ίδια θέση με τα υφιστάμενα ομόλογα των χωρών, εξηγεί η S&P. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του οίκου, είναι πολύ πιθανό ότι η Ελλάδα θα κάνει χρήση του ESM.
Μάλιστα, η Standard & Poor’s θεωρεί ότι οι όροι της λειτουργίας του ESM, σε συνδυασμό με το υψηλό χρέος και τις μεγάλες δανειακές ανάγκες της Ελλάδας, υπονομεύουν τα σχέδια της χώρας να επιστρέψει στις αγορές ομολόγων έως τα μέσα του 2013, όταν λήγει το πρόγραμμα διάσωσης και κατ’επέκταση αυξάνει την πιθανότητα αναδιάρθρωσης του χρέους. Μετά τη λήξη του προγράμματος διάσωσης, η Ελλάδα θα αναζητήσει χρηματοδότηση από το ESM, προβλέπει ο οίκος.
Την ίδια στιγμή, η S&P διαπιστώνει αυξανόμενο δημοσιονομικό ρίσκο, αφού περιμένει επιδείνωση των δημοσιονομικών συνθηκών το 2010, με το έλλειμμα να ξεπερνά κατά πάσα πιθανότητα το στόχο της κυβέρνησης για 9,6% του ΑΕΠ.
«Επιπλέον, πιστεύουμε ότι η κυβέρνηση δεν έχει επιβάλει αρκετά αυστηρό έλεγχο στις δαπάνες, προκειμένου να αποτρέψει την περαιτέρω συσσώρευση καθυστερούμενων οφειλών το 2011. Παράλληλα, τα κρατικά έσοδα υποαποδίδουν σε σχέση με τις προσδοκίες του προϋπολογισμού», αναφέρουν οι αναλυτές.
Ο οίκος εμφανίζεται σκεπτικός απέναντι στις προσδοκίες για βελτίωση της διαδικασίας είσπραξης φόρων και εκτιμά ότι χωρίς πρόσθετα μέτρα, η κυβέρνηση δεν θα επιτύχει το στόχο του 2011 για έλλειμμα στο 7,5% του ΑΕΠ.
Από την άλλη, προειδοποιεί ότι η λήψη πρόσθετων μέτρων θα δημιουργούσε περαιτέρω πολιτικές και κοινωνικές πιέσεις, οι οποίες με τη σειρά τους, θα υπονόμευαν την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης για εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της S&P, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, το οποίο εκτιμάται στο 144% του ΑΕΠ για το 2010, θα κορυφώσει το 2013 λίγο πάνω από το 160% του ΑΕΠ και θα μειωθεί στη συνέχεια.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η Standard & Poor's σκοπεύει να εξετάσει ξανά την αξιολόγηση της Ελλάδας μέσα στους επόμενους τρεις μήνες, και μετά τη δημοσιοποίηση των τελικών στοιχείων για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2010, όταν θα έχει μία καλύτερη εικόνα και για τις δημοσιονομικές τάσεις του 2011.
Εάν οι εκτιμήσεις του οίκου για επιδείνωση των δημοσιονομικών συνθηκών του 2010 και του 2011 δεν επιβεβαιωθούν, τότε, η αξιολόγηση της Ελλάδας θα επιβεβαιωθεί στα τρέχοντα επίπεδα. Όμως, εάν η S&P διαπιστώσει επιδείνωση, τότε, θα υπάρξει περαιτέρω υποβάθμιση κατά μία ή δύο βαθμίδες.
Υποβάθμιση θα μπορούσε να προκύψει και εξαιτίας άλλων λόγων, με τον οίκο να παρακολουθεί κυρίως την ικανότητα της κυβέρνησης να εφαρμόσει το πρόγραμμα προσαρμογής