Η τριλογία ξεκινά, σαν των Ατρειδών, με ένα σημαδιακό γεγονός, που ρίχνει τη σκιά του στις επόμενες γενιές, κατάρα μαζί και πρόκληση. Αυτό συμβαίνει το 1944, όταν η μοίρα ορίζει τον Γεώργιο Παπανδρέου πρωθυπουργό της απελευθερωμένης Ελλάδας και έτσι και τον Δεκέμβρη, όταν το ΚΚΕ επιχειρεί να καταλάβει βίαια την εξουσία..
Η πρόσφατη λεκτική σύγκρουση του πρωθυπουργού με τον ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ, μου ’φερε στο νου την έριδα με την Αριστερά που ακολουθεί την πολιτική δυναστεία των Παπανδρέου, από τη δεκαετία του 1940 μέχρι σήμερα. Η έριδα αυτή..μέσα από διάφορες μεταμορφώσεις, σημαδεύει περιόδους της πολιτικής μας ιστορίας, σαν μέρη αρχαίας τριλογίας, με πρωταγωνιστή κάθε φορά άλλον Παπανδρέου.
Η τριλογία ξεκινά, σαν των Ατρειδών, με ένα σημαδιακό γεγονός, που ρίχνει τη σκιά του στις επόμενες γενιές, κατάρα μαζί και πρόκληση. Αυτό συμβαίνει το 1944, όταν η μοίρα ορίζει τον Γεώργιο Παπανδρέου πρωθυπουργό της απελευθερωμένης Ελλάδας και έτσι και τον Δεκέμβρη, όταν το ΚΚΕ επιχειρεί να καταλάβει βίαια την εξουσία.
Οι κομμουνιστές νόμισαν αρχικά ότι είχαν τον Παπανδρέου του χεριού τους, κυρίως όταν αυτός ξεστόμισε, παρασυρμένος από τη συνθηματολογία των ημερών, εκείνο το περιβόητο «πιστεύομεν και στη Λαοκρατία». Αλλά στην κρίσιμη στιγμή, έμεινε πιστός στο καθήκον. Τα Δεκεμβριανά τα έκριναν, βέβαια, τα όπλα και το αίμα. Αλλά έστω και για τον συμβολικό του ρόλο στην ήττα της, η Αριστερά δεν συγχώρησε ποτέ τον Παπανδρέου, για την –όπως την είδε– προδοσία του. Του κόλλησε το παρατσούκλι «παπατζής», κι ούτε στη δεκαετία του ’60, ως λαοπρόβλητο ηγέτη του Κέντρου, του έδωσε άφεση.
Βέβαια, τα σύμβολα είναι συχνά ισχυρότερα από τα γεγονότα, τις αναλύσεις και τη λογική, πράγμα που κατάλαβε καλύτερα από κάθε Ελληνα πολιτικό ο μέγας μαέστρος της συμβολικής χειραγώγησης, ο επόμενος Παπανδρέου. Γυρνώντας μετά τη δικτατορία στην Ελλάδα, το 1974, ο Ανδρέας είχε πλήρη συναίσθηση της απέχθειας της Αριστεράς για τους Παπανδρέου και η ρητορική του ήταν εξαρχής στοχευμένη στην εξάλειψή της. Τα κατάφερε θαυμάσια. Στην Ελλάδα της «Αλλαγής», ο κυρίαρχος διχασμός έπαψε να είναι ο μετεμφυλιακός, ανάμεσα σε Αριστερά και μη-Αριστερά, και ορίστηκε εκ νέου: Δεξιά και μη-Δεξιά. Ετσι, ο Ανδρέας επέβαλε στην εθνική φαντασία μια νοητή «προοδευτική» παράταξη, χωρίς ουσιαστικό ιδεολογικό περιεχόμενο, τσουβαλιάζοντας στο ΠΑΣΟΚ μεγάλο μέρος της Αριστεράς, ως «λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις». Ο πρίγκιπας έγινε βασιλιάς σηκώνοντας το ματωμένο λάβαρο των αντιπάλων. Αυτοπροσδιορίστηκε ως ηγέτης της «πραγματικής Αριστεράς», όπως εκείνος την όρισε, και μια μεγάλη πλειοψηφία τον αποδέχθηκε. Απαράμιλλο ταχυδακτυλουργικό τέχνασμα!
Ομως, κάτω απ’ τα συμβολικά παιχνίδια, στενάζει η πραγματικότητα. Η επιβολή του φαντασιακού σοσιαλισμού του Ανδρέα έθρεψε στις σκιές της ένα σωρό φοβερά εθνικά ελαττώματα, δίνοντάς τους ιδεολογικό άλλοθι. Κι έτσι, στη δεκαετία του 1980, ο εγωισμός βαφτίστηκε «δικαίωμα», η αρπαχτή «κίνητρο», το θράσος «επαναστατικότητα», και η κομπίνα «δημιουργία». Φυσικά, οι διαστρεβλώσεις αυτές είναι σε μεγάλο βαθμό οι αιτίες της σημερινής κρίσης.
Το φανταχτερό πολιτικό υπερθέαμα της «Αλλαγής» ξεγέλασε πολλούς – όχι όμως την παραδοσιακή Αριστερά. Ετσι, αντί να σβήσει το στίγμα του Γεωργίου Παπανδρέου, ως νεκροθάφτη των ονείρων της, ο Ανδρέας το χειροτέρεψε, με την ύβριν να σφετεριστεί την κληρονομιά της μνήμης. Αλλά στις τραγωδίες, η ύβρις πληρώνεται. Και το καλοκαίρι του 1989, η Αριστερά, με μια εντυπωσιακή υπέρβαση, ξεπερνώντας όχι μόνον εσωτερικές έριδες, αλλά και το μίσος για τον πρωταρχικό της εχθρό, συγκυβέρνησε με τη Νέα Δημοκρατία, εκδικούμενη σκληρά στο πρόσωπο του Ανδρέα όσα χρωστούσε και στους δύο Παπανδρέου. Η ατιμωτική παραπομπή στο Ειδικό Δικαστήριο –άσχετο αν ήταν δίκαιη, ή όχι– απέπνεε το άρωμα μιας αρχαίας εκδικητικής τελετής.
Αλλά ο χρόνος προχωρεί. Κι ενώ έχει ήδη ξεκινήσει το τρίτο μέρος της τριλογίας, ο πρωταγωνιστής, σημερινός πρωθυπουργός, στέκει ακόμη αμήχανος στη σκηνή, σαν να μην έχει αποφασίσει ακόμη ποιο ρόλο θα παίξει. Το ρόλο του αριστερόφιλου λαϊκισμού («λεφτά υπάρχουν», κ. λπ.) που υποσχέθηκε προεκλογικά, ως γνήσιος απόγονος του Ανδρέα; Ή άλλον;
Πριν από εβδομήντα χρόνια, ο παππούς Παπανδρέου πρωτοστάτησε στη σωτηρία της πατρίδας από τη μαύρη μοίρα της Ανατολικής Ευρώπης. Πριν από τριάντα, ο πατέρας, θέλοντας να διαγράψει το παρελθόν, προσπάθησε να αλλάξει συμβολικά την πορεία της Ελλάδας – και αντ’ αυτού, της άλλαξε τα φώτα. Σήμερα, δίνεται στον γιο χρυσή ευκαιρία να την ξαναφέρει στα ίσα, υπηρετώντας τα δημιουργικά όνειρα γενεών Ελλήνων, που έμειναν λειψά μετά τη δικτατορία – κι αυτό σε μεγάλο βαθμό με ευθύνη του πατέρα του. Πιστεύω ότι αν είναι να έχει το έργο, και μαζί η τριλογία των Παπανδρέου, αίσιο τέλος, ο Γιώργος χρειάζεται να προβεί στη συμβολική πατροκτονία που ταιριάζει σε σπουδαίο τραγικό ήρωα. Αν θέλει να μείνει στην Ιστορία ως Γιώργος, όχι Γιωργάκης, πρέπει να αποκηρύξει την κληρονομιά του Ανδρέα και να πάρει τον δρόμο του Γεωργίου Παπανδρέου.
Κι ας τον πούνε κι αυτόν κάποιοι αμετανόητοι «παπατζή».
Άρθρο: Aπ.Δοξιάδης
kathimerini
Η πρόσφατη λεκτική σύγκρουση του πρωθυπουργού με τον ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ, μου ’φερε στο νου την έριδα με την Αριστερά που ακολουθεί την πολιτική δυναστεία των Παπανδρέου, από τη δεκαετία του 1940 μέχρι σήμερα. Η έριδα αυτή..μέσα από διάφορες μεταμορφώσεις, σημαδεύει περιόδους της πολιτικής μας ιστορίας, σαν μέρη αρχαίας τριλογίας, με πρωταγωνιστή κάθε φορά άλλον Παπανδρέου.
Η τριλογία ξεκινά, σαν των Ατρειδών, με ένα σημαδιακό γεγονός, που ρίχνει τη σκιά του στις επόμενες γενιές, κατάρα μαζί και πρόκληση. Αυτό συμβαίνει το 1944, όταν η μοίρα ορίζει τον Γεώργιο Παπανδρέου πρωθυπουργό της απελευθερωμένης Ελλάδας και έτσι και τον Δεκέμβρη, όταν το ΚΚΕ επιχειρεί να καταλάβει βίαια την εξουσία.
Οι κομμουνιστές νόμισαν αρχικά ότι είχαν τον Παπανδρέου του χεριού τους, κυρίως όταν αυτός ξεστόμισε, παρασυρμένος από τη συνθηματολογία των ημερών, εκείνο το περιβόητο «πιστεύομεν και στη Λαοκρατία». Αλλά στην κρίσιμη στιγμή, έμεινε πιστός στο καθήκον. Τα Δεκεμβριανά τα έκριναν, βέβαια, τα όπλα και το αίμα. Αλλά έστω και για τον συμβολικό του ρόλο στην ήττα της, η Αριστερά δεν συγχώρησε ποτέ τον Παπανδρέου, για την –όπως την είδε– προδοσία του. Του κόλλησε το παρατσούκλι «παπατζής», κι ούτε στη δεκαετία του ’60, ως λαοπρόβλητο ηγέτη του Κέντρου, του έδωσε άφεση.
Βέβαια, τα σύμβολα είναι συχνά ισχυρότερα από τα γεγονότα, τις αναλύσεις και τη λογική, πράγμα που κατάλαβε καλύτερα από κάθε Ελληνα πολιτικό ο μέγας μαέστρος της συμβολικής χειραγώγησης, ο επόμενος Παπανδρέου. Γυρνώντας μετά τη δικτατορία στην Ελλάδα, το 1974, ο Ανδρέας είχε πλήρη συναίσθηση της απέχθειας της Αριστεράς για τους Παπανδρέου και η ρητορική του ήταν εξαρχής στοχευμένη στην εξάλειψή της. Τα κατάφερε θαυμάσια. Στην Ελλάδα της «Αλλαγής», ο κυρίαρχος διχασμός έπαψε να είναι ο μετεμφυλιακός, ανάμεσα σε Αριστερά και μη-Αριστερά, και ορίστηκε εκ νέου: Δεξιά και μη-Δεξιά. Ετσι, ο Ανδρέας επέβαλε στην εθνική φαντασία μια νοητή «προοδευτική» παράταξη, χωρίς ουσιαστικό ιδεολογικό περιεχόμενο, τσουβαλιάζοντας στο ΠΑΣΟΚ μεγάλο μέρος της Αριστεράς, ως «λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις». Ο πρίγκιπας έγινε βασιλιάς σηκώνοντας το ματωμένο λάβαρο των αντιπάλων. Αυτοπροσδιορίστηκε ως ηγέτης της «πραγματικής Αριστεράς», όπως εκείνος την όρισε, και μια μεγάλη πλειοψηφία τον αποδέχθηκε. Απαράμιλλο ταχυδακτυλουργικό τέχνασμα!
Ομως, κάτω απ’ τα συμβολικά παιχνίδια, στενάζει η πραγματικότητα. Η επιβολή του φαντασιακού σοσιαλισμού του Ανδρέα έθρεψε στις σκιές της ένα σωρό φοβερά εθνικά ελαττώματα, δίνοντάς τους ιδεολογικό άλλοθι. Κι έτσι, στη δεκαετία του 1980, ο εγωισμός βαφτίστηκε «δικαίωμα», η αρπαχτή «κίνητρο», το θράσος «επαναστατικότητα», και η κομπίνα «δημιουργία». Φυσικά, οι διαστρεβλώσεις αυτές είναι σε μεγάλο βαθμό οι αιτίες της σημερινής κρίσης.
Το φανταχτερό πολιτικό υπερθέαμα της «Αλλαγής» ξεγέλασε πολλούς – όχι όμως την παραδοσιακή Αριστερά. Ετσι, αντί να σβήσει το στίγμα του Γεωργίου Παπανδρέου, ως νεκροθάφτη των ονείρων της, ο Ανδρέας το χειροτέρεψε, με την ύβριν να σφετεριστεί την κληρονομιά της μνήμης. Αλλά στις τραγωδίες, η ύβρις πληρώνεται. Και το καλοκαίρι του 1989, η Αριστερά, με μια εντυπωσιακή υπέρβαση, ξεπερνώντας όχι μόνον εσωτερικές έριδες, αλλά και το μίσος για τον πρωταρχικό της εχθρό, συγκυβέρνησε με τη Νέα Δημοκρατία, εκδικούμενη σκληρά στο πρόσωπο του Ανδρέα όσα χρωστούσε και στους δύο Παπανδρέου. Η ατιμωτική παραπομπή στο Ειδικό Δικαστήριο –άσχετο αν ήταν δίκαιη, ή όχι– απέπνεε το άρωμα μιας αρχαίας εκδικητικής τελετής.
Αλλά ο χρόνος προχωρεί. Κι ενώ έχει ήδη ξεκινήσει το τρίτο μέρος της τριλογίας, ο πρωταγωνιστής, σημερινός πρωθυπουργός, στέκει ακόμη αμήχανος στη σκηνή, σαν να μην έχει αποφασίσει ακόμη ποιο ρόλο θα παίξει. Το ρόλο του αριστερόφιλου λαϊκισμού («λεφτά υπάρχουν», κ. λπ.) που υποσχέθηκε προεκλογικά, ως γνήσιος απόγονος του Ανδρέα; Ή άλλον;
Πριν από εβδομήντα χρόνια, ο παππούς Παπανδρέου πρωτοστάτησε στη σωτηρία της πατρίδας από τη μαύρη μοίρα της Ανατολικής Ευρώπης. Πριν από τριάντα, ο πατέρας, θέλοντας να διαγράψει το παρελθόν, προσπάθησε να αλλάξει συμβολικά την πορεία της Ελλάδας – και αντ’ αυτού, της άλλαξε τα φώτα. Σήμερα, δίνεται στον γιο χρυσή ευκαιρία να την ξαναφέρει στα ίσα, υπηρετώντας τα δημιουργικά όνειρα γενεών Ελλήνων, που έμειναν λειψά μετά τη δικτατορία – κι αυτό σε μεγάλο βαθμό με ευθύνη του πατέρα του. Πιστεύω ότι αν είναι να έχει το έργο, και μαζί η τριλογία των Παπανδρέου, αίσιο τέλος, ο Γιώργος χρειάζεται να προβεί στη συμβολική πατροκτονία που ταιριάζει σε σπουδαίο τραγικό ήρωα. Αν θέλει να μείνει στην Ιστορία ως Γιώργος, όχι Γιωργάκης, πρέπει να αποκηρύξει την κληρονομιά του Ανδρέα και να πάρει τον δρόμο του Γεωργίου Παπανδρέου.
Κι ας τον πούνε κι αυτόν κάποιοι αμετανόητοι «παπατζή».
Άρθρο: Aπ.Δοξιάδης
kathimerini