Εάν ο ανταγωνισμός μας είναι προϊόντα παραγωγής που προέρχονται από την Μποτσουάνα, την Γεωργία, την ΠΓΔΜ, την Τουρκία ...τότε ίσως να πρέπει να κάνουμε περισσότερα από ό,τι έως σήμερα.
Τέλη του 2009, αρχές του 2010 η «έλλειψη παραγωγικότητας» θεωρούταν από τους ειδικούς ως ένας από τους βασικούς παράγοντες της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα. Η ερμηνεία της έλλειψης αυτής ήταν ότι ως λαός δεν δουλεύαμε αρκετά σε σχέση με τους εργαζόμενους σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Και για... να μπορέσουμε να βγούμε από την οικονομική κρίση θα έπρεπε να δουλέψουμε σκληρά, με απώτερο στόχο την εξασφάλιση της εθνικής μας κυριαρχίας. Αυτό, έως ότου η συνταγή του πρώτου μνημονίου έπνευσε τα λοίσθια και παρουσιάστηκαν στη δημοσιότητα συγκριτικές μελέτες -από ξένα μέσα ενημέρωσης- οι οποίες αποδείκνυαν πως οι ώρες δουλειάς ενός μέσου Έλληνα εργαζόμενου είναι πάνω από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Έπειτα, το 2011, μας είπαν πως το «επιχειρηματικό κλίμα» της χώρας μας δεν είναι κατάλληλο για επενδύσεις και επομένως είναι απαραίτητες κατάλληλες διαρθρωτικές αλλαγές που θα στοχεύουν στην ανάκαμψη του. Όταν, όμως, έγινε αντιληπτό πως το «επιχειρηματικό κλίμα» ορίζεται από διάφορους παράγοντες όπως η δυνατότητα πρόσβασης στην υγεία, τη σταθερότητα του πολιτικού συστήματος και πολλούς άλλους, οι οποίοι δεν είναι και τόσο σχετικοί με τους άμεσους στόχους μείωσης μισθών και συντάξεων, τότε άλλαξε και πάλι το σύνθημα της κρίσης.
Σήμερα, το 2012, φτάνουμε στο ότι «πρέπει να κλείσουμε το χάσμα της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης». Και γι’ αυτό τον λόγο θα γίνουν, μεταξύ άλλων, παρεμβάσεις στον τομέα της αγοράς εργασίας, των προϊόντων, των υπηρεσιών, των επαγγελμάτων, της δημόσιας διοίκησης, του φορολογικού συστήματος και της Δικαιοσύνης.
Για να καταλάβουμε τι εννοούν με τον όρο «ανταγωνιστικότητα της χώρας» βρίσκουμε τον ορισμό στην ιστοσελίδα του Εθνικού Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας και Ανάπτυξης (ΕΣΑΑ, www.competitive-greece.gr), το οποίο ιδρύθηκε τέλη του 2004 με τον Ν.3279/2004. Το Συμβούλιο αποτελείται από 40 και πλέον άτομα συν μία επιτροπή εμπειρογνωμόνων, που λειτουργεί ως το κύριο εισηγητικό όργανο προς το ΕΣΑΑ, 16 ατόμων -κατ΄ ανώτατο όριο. Δημιουργήθηκε, επίσης, η Διεύθυνση Προώθησης της Ανταγωνιστικότητας για την υποστήριξη της λειτουργίας του ΕΣΑΑ με προσωπικό 12 ατόμων.
Το ΕΣΑΑ, λοιπόν, -στο λειτουργικό κόστος του οποίου όλοι έχουμε συνεισφέρει μέσω του προϋπολογισμού- ορίζει την ανταγωνιστικότητα ως την «ικανότητα διατήρησης και βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της χώρας – αναβάθμισης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, ενίσχυσης της απασχόλησης και της πραγματικής συνοχής, της περιβαλλοντικής προστασίας και αναβάθμισης, της διαρκούς βελτίωσης της παραγωγικότητας – υπό συνθήκες παγκοσμιοποίησης»…
Εάν η ανταγωνιστικότητα οριζόταν μόνον από το εργασιακό κόστος, τότε χώρες με μηδαμινό εργασιακό κόστος θα ήταν πιο ανταγωνιστικές από άλλες οι οποίες έχουν κόστος. Προφανώς, όμως, αυτό δεν ισχύει καθώς πληθώρα άλλων παραγόντων συνδράμουν για την διαμόρφωση της τελικής θέσης της ανταγωνιστικότητας μίας χώρας, σε σχέση με άλλες.
Ενώ το μέσο εισόδημα των Ελλήνων πέφτει, είτε λόγω μειώσεων των μισθών, ή μέσω της φορολογίας ή της ανεργίας, η Ελλάδα το 2011 υποχωρούσε σε θέσεις ανταγωνιστικότητας -δέκα για την ακρίβεια-, σύμφωνα με το WEF (Καθημερινή, 08/09/11). Και εάν κανείς παρατηρήσει με κριτικό μάτι την συγκεκριμένη λίστα θα παρατηρήσει πως όσο πιο ψηλά στη λίστα είναι μία χώρα, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να έχει υψηλότερο μέσο όρο ετήσιου εισοδήματος από τις παρακάτω στην λίστα (όχι απαραίτητα βασικό μισθό).
Το θέμα είναι ποιους ανταγωνιζόμαστε και σε τι. Εάν ο ανταγωνισμός μας είναι προϊόντα παραγωγής που προέρχονται από την Μποτσουάνα, την Γεωργία, την ΠΓΔΜ, την Τουρκία -χώρες που παρεμπιπτόντως είναι σε υψηλότερη θέση από την Ελλάδα όσον αφορά την ανταγωνιστικότητά τους σύμφωνα με το WEF- και άλλες αντίστοιχες, τότε ίσως να πρέπει να κάνουμε περισσότερα από ότι έως σήμερα! Εάν ο ανταγωνισμός μας είναι προϊόντα των άλλων Ευρωπαϊκών χωρών, τότε πιο το νόημα της ΕΕ; Εάν είναι προϊόντα που παράγονται στις χώρες γνωστές ως BRICS, τότε έχουμε πολύ δρόμο ακόμη τόσο σε επίπεδο Ελλάδας, όσο και ΕΕ.
Το θέμα είναι πως θα ανταγωνιστούμε στα ίδια προϊόντα που παράγονται σε άλλες χώρες με σημαντικά μικρότερο εργασιακό κόστος, ή το πώς θα μπορέσουμε να εκμεταλλευτούμε καλλίτερα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας;
Υπάρχουν περιπτώσεις, όπου δεν έχει ασχοληθεί και τόσο το Δημόσιο, που Ελληνικές εταιρείες που είναι εξαγωγικού χαρακτήρα και θεωρούνται παγκόσμιοι πρωτοπόροι. Για παράδειγμα (όχι πως υπάρχουν πολλά και σίγουρα δεν είναι αρκετά για να προκαλέσουν εφησυχασμό), αυτός της τεχνολογίας όπου εταιρείες όπως η Upstream και η Velti συνεχώς αναπτύσσονται τα τελευταία χρόνια, παρά τις δυσμενείς συνθήκες της εγχώριας αγοράς. Στην αγροτική παραγωγή κάποιοι επιχειρηματίες και συνεταιρισμοί καινοτομούν και επιτυχαίνουν πολλά με την επιμονή τους (πχ ο Αγροτικός Αμπελουργικός Οινοποιητικός Συνεταιρισμός VAENI της Νάουσας πωλεί το ξινόμαυρο σε τιμή €600/μπουκάλι, πώλησης του ελαιόλαδου «λ» στα Harrods στα ~€41/0.5l, κλπ).
Μήπως, «απλά» λείπει ένα ρεαλιστικό όραμα: η στοχοθέτηση της επόμενης μέρας από την κρίση. Σήμερα πρέπει να πληρωθούν οι υποχρεώσεις του κράτους. Αλλά αύριο; Εάν για το αύριο ασχοληθούμε αργότερα, ίσως βρεθούμε σε δεινότερη θέση από ότι σήμερα. Ενδεικτικά, ενώ έχει λεχθεί πως η ανάκαμψη της χώρας θα έρθει μέσα από την πρωτογενή παραγωγή, ταυτόχρονα υπάρχει ακόμη επιδότηση για τον ξεριζωμό ελαιόδεντρων, με την ελιά (και τη ρίζα της) να αποτελεί σημαντικό μέρος των πωλήσεων καυσόξυλων της Αττικής…
Η έξοδος από τη σημερινή οικονομική κρίση δεν είναι μόνον Ελληνικό θέμα. Εκτός και εάν πιστεύει κανείς πως, έτσι όπως είναι σήμερα η οικονομία η Ελλάδα θα μπορέσει, χωρίς βοήθεια, τα επόμενα χρόνια να σταθεί στα πόδια της.
Ελληνικό θέμα, όμως, είναι να υπάρχει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που θα εντάσσει και την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας για την επόμενη μέρα της κρίσης και που θα στηρίζεται στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας. Ένα σχέδιο που θα θέτει τις βάσεις για την ανάπτυξη μίας παραγωγικής οικονομίας εξαγωγικού χαρακτήρα. Ένα σχέδιο που δεν έχει ακόμη παρουσιαστεί…
Αυτό που θα δώσει, επιτέλους, ελπίδα σε εμάς τους πολίτες αυτής της Χώρας, που δεν έχουμε κλέψει, που προσπαθούμε καθημερινά να αντεπεξέλθουμε σε αυτές τις αντίξοες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, που θέλουμε να πάμε μπροστά.
Αλέξανδρος Περετζής,
συγγραφέας του βιβλίου «Αναπλάθω την Πόλη-Αναπτύσσω τη Χώρα»
και στέλεχος της αγοράς ακινήτων.