Γίνονται θαύματα; Είθισται οι υπερχρεωμένες οικονομίες που συρρικνώνονται επί σειρά ετών να χαρακτηρίζονται από απομόχλευση του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα καθώς νοικοκυριά και επιχειρήσεις προσπαθούν να...μειώσουν τα χρέη τους.
Όμως, μια ματιά στα ελληνικά νούμερα δεν αποκαλύπτει κάτι τέτοιο, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, παρότι η έλλειψη ρευστότητας στην αγορά είναι εμφανής.
Για τους λάτρεις των αριθμών αρκεί μια ματιά στο ονομαστικό ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν), στα δάνεια και στις καταθέσεις για να το επιβεβαιώσουν.
Ξεκινώντας από το ονομαστικό ΑΕΠ, που βρισκόταν λίγο πάνω από τα 230 δισ. ευρώ στα τέλη του 2009, για να μειωθεί στα 215 δισ. ευρώ το 2011, ένας απλός υπολογισμός θα έδειχνε σωρευτική ύφεση της τάξης του 7%.
Οι φόροι και οι υψηλές διεθνείς τιμές του πετρελαίου εξηγούν σε μεγάλο βαθμό γιατί το ονομαστικό ΑΕΠ μειώθηκε λιγότερο από το πραγματικό ΑΕΠ, που δεν συμπεριλαμβάνει την επίπτωση του πληθωρισμού.
Εξυπακούεται ότι η σωρευτική μείωση του ΑΕΠ σε σταθερές τιμές ήταν πολύ μεγαλύτερη την περίοδο 2009-2011 ξεπερνώντας το 12%, καθώς η «συνωμοσία» των υψηλότερων φόρων και των τιμών του πετρελαίου δεν το επηρέασε.
Από τα τέλη του 2009 μέχρι και τον Φεβρουάριο του 2012, οι καταθέσεις στα τραπεζικά ιδρύματα μειώθηκαν κατά 73,1 δισ. ευρώ ή 31% περίπου, ενώ κλήθηκαν να αποπληρώσουν παλαιότερα ομόλογα που έληγαν αξίας αρκετών δισ. ευρώ.
Το χρηματοδοτικό χάσμα καλύφθηκε χάρη στον φθηνό δανεισμό της ΕΚΤ με εγγύηση κρατικά ομόλογα κ.τ.λ.
Την ίδια ακριβώς περίοδο, τα δάνεια προς τα εγχώρια νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις μειώθηκαν μόλις κατά 2,5 δισ. ευρώ ή 1% περίπου.
Τα υπόλοιπα των δανείων ανέρχονταν σε 249,3 δισ. ευρώ στα τέλη του 2009 έναντι 246,8 δισ. ευρώ στα τέλη του Φεβρουαρίου.
Είναι προφανές ότι τα νούμερα συμπεριλαμβάνουν τις ουκ ολίγες αναχρηματοδοτήσεις υφιστάμενων δανείων, αλλά δεν αντικατοπτρίζουν την πιστωτική ασφυξία της αγοράς.
Πιθανόν γιατί δεν συμπεριλαμβάνουν τον σκιώδη τραπεζικό τομέα, κοινώς τις μεταχρονολογημένες επιταγές.
Πάντως, η σύγκριση της μείωσης των δανείων με την αντίστοιχη του ονομαστικού ΑΕΠ και πολύ περισσότερο των καταθέσεων δείχνει κάτι ανησυχητικό κατά την άποψή μας.
Αν και δεν υπάρχει σταθερός κανόνας που να συνδέει το ποσοστό της μεταβολής του ονομαστικού ΑΕΠ με εκείνο του υπολοίπου των δανείων, είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι το χάσμα δεν μπορεί να είναι τόσο όσο την προαναφερθείσα περίοδο.
Με δεδομένο ότι η οικονομία θα συμπιεστεί κι άλλο φέτος, η απομόχλευση είναι πιθανόν να συνεχιστεί με επιταχυνόμενο ρυθμό στον ιδιωτικό τομέα.
Πολύ περισσότερο αν οι καταθέσεις συνεχίσουν να μειώνονται με τους ρυθμούς του παρελθόντος και η επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών δεν οδηγήσει σε ξελασκάρισμα των κριτηρίων δανειοδότησης νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Οι ενθαρρυντικές ενδείξεις για αύξηση των καταθέσεων τον Μάρτιο δεν προσφέρονται ακόμη για την εξαγωγή συμπερασμάτων.
Υπό αυτές τις συνθήκες, οι πιθανότητες να ενταθεί ο ρυθμός απομόχλευσης του ελληνικού ιδιωτικού τομέα τα επόμενα τρίμηνα είναι αυξημένες.
Αυτή είναι η δυσάρεστη όψη της απομόχλευσης και δεν συνιστά καλό οιωνό ούτε για την εθνική οικονομία, ούτε για τον ιδιωτικό τομέα.
Υπό μια έννοια, η άλλη όψη της απομόχλευσης, δηλαδή η πολύ ήπια μείωση των υπολοίπων των δανείων, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα, στρώνει το έδαφος για την πιο επίπονη και δυσάρεστη.
Dr. Money
Όμως, μια ματιά στα ελληνικά νούμερα δεν αποκαλύπτει κάτι τέτοιο, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, παρότι η έλλειψη ρευστότητας στην αγορά είναι εμφανής.
Για τους λάτρεις των αριθμών αρκεί μια ματιά στο ονομαστικό ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν), στα δάνεια και στις καταθέσεις για να το επιβεβαιώσουν.
Ξεκινώντας από το ονομαστικό ΑΕΠ, που βρισκόταν λίγο πάνω από τα 230 δισ. ευρώ στα τέλη του 2009, για να μειωθεί στα 215 δισ. ευρώ το 2011, ένας απλός υπολογισμός θα έδειχνε σωρευτική ύφεση της τάξης του 7%.
Οι φόροι και οι υψηλές διεθνείς τιμές του πετρελαίου εξηγούν σε μεγάλο βαθμό γιατί το ονομαστικό ΑΕΠ μειώθηκε λιγότερο από το πραγματικό ΑΕΠ, που δεν συμπεριλαμβάνει την επίπτωση του πληθωρισμού.
Εξυπακούεται ότι η σωρευτική μείωση του ΑΕΠ σε σταθερές τιμές ήταν πολύ μεγαλύτερη την περίοδο 2009-2011 ξεπερνώντας το 12%, καθώς η «συνωμοσία» των υψηλότερων φόρων και των τιμών του πετρελαίου δεν το επηρέασε.
Από τα τέλη του 2009 μέχρι και τον Φεβρουάριο του 2012, οι καταθέσεις στα τραπεζικά ιδρύματα μειώθηκαν κατά 73,1 δισ. ευρώ ή 31% περίπου, ενώ κλήθηκαν να αποπληρώσουν παλαιότερα ομόλογα που έληγαν αξίας αρκετών δισ. ευρώ.
Το χρηματοδοτικό χάσμα καλύφθηκε χάρη στον φθηνό δανεισμό της ΕΚΤ με εγγύηση κρατικά ομόλογα κ.τ.λ.
Την ίδια ακριβώς περίοδο, τα δάνεια προς τα εγχώρια νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις μειώθηκαν μόλις κατά 2,5 δισ. ευρώ ή 1% περίπου.
Τα υπόλοιπα των δανείων ανέρχονταν σε 249,3 δισ. ευρώ στα τέλη του 2009 έναντι 246,8 δισ. ευρώ στα τέλη του Φεβρουαρίου.
Είναι προφανές ότι τα νούμερα συμπεριλαμβάνουν τις ουκ ολίγες αναχρηματοδοτήσεις υφιστάμενων δανείων, αλλά δεν αντικατοπτρίζουν την πιστωτική ασφυξία της αγοράς.
Πιθανόν γιατί δεν συμπεριλαμβάνουν τον σκιώδη τραπεζικό τομέα, κοινώς τις μεταχρονολογημένες επιταγές.
Πάντως, η σύγκριση της μείωσης των δανείων με την αντίστοιχη του ονομαστικού ΑΕΠ και πολύ περισσότερο των καταθέσεων δείχνει κάτι ανησυχητικό κατά την άποψή μας.
Αν και δεν υπάρχει σταθερός κανόνας που να συνδέει το ποσοστό της μεταβολής του ονομαστικού ΑΕΠ με εκείνο του υπολοίπου των δανείων, είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι το χάσμα δεν μπορεί να είναι τόσο όσο την προαναφερθείσα περίοδο.
Με δεδομένο ότι η οικονομία θα συμπιεστεί κι άλλο φέτος, η απομόχλευση είναι πιθανόν να συνεχιστεί με επιταχυνόμενο ρυθμό στον ιδιωτικό τομέα.
Πολύ περισσότερο αν οι καταθέσεις συνεχίσουν να μειώνονται με τους ρυθμούς του παρελθόντος και η επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών δεν οδηγήσει σε ξελασκάρισμα των κριτηρίων δανειοδότησης νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Οι ενθαρρυντικές ενδείξεις για αύξηση των καταθέσεων τον Μάρτιο δεν προσφέρονται ακόμη για την εξαγωγή συμπερασμάτων.
Υπό αυτές τις συνθήκες, οι πιθανότητες να ενταθεί ο ρυθμός απομόχλευσης του ελληνικού ιδιωτικού τομέα τα επόμενα τρίμηνα είναι αυξημένες.
Αυτή είναι η δυσάρεστη όψη της απομόχλευσης και δεν συνιστά καλό οιωνό ούτε για την εθνική οικονομία, ούτε για τον ιδιωτικό τομέα.
Υπό μια έννοια, η άλλη όψη της απομόχλευσης, δηλαδή η πολύ ήπια μείωση των υπολοίπων των δανείων, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα, στρώνει το έδαφος για την πιο επίπονη και δυσάρεστη.
Dr. Money