Τι μας υπόσχεται ο νέος αντίπαλος της Μέρκελ; - Greece-Salonika| Ενημέρωση και Άποψη

NEWSROOM

Post Top Ad

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

Τι μας υπόσχεται ο νέος αντίπαλος της Μέρκελ;



Ο Στάινμπρουκ έχει δηλώσει στο παρελθόν ότι η Μέρκελ από την αρχή που ξεκίνησε η κρίση από την Ελλάδα, θα έπρεπε να ξαναέβγαινε δημόσια και να εγγυόταν για το ελληνικό χρέος προτού εξαπλωθεί σε όλο το ενιαίο νομισματικό μπλοκ, σταματώντας έτσι την ευρωκρίση εν τη γενέσει της...

Άρθρο του William Boston 
(αναδημοσίευση WJ)

Στα πλαίσια της θέσπισης συγκεκριμένων βάσεων πάνω στις οποίες θα καταστρωθεί η προεκλογική εκστρατεία στο εσωτερικό της χώρας αλλά και η πιο γενικευμένη για τη διόρθωση των κακώς κειμένων στην ευρωζώνη, το κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών (“SPD”) αιφνιδίασε, προτείνοντας τον Πέερ Στάινμπρουκ... τον πρώην Υπουργό Οικονομικών της γερμανικής κυβέρνησης συνασπισμού της τετραετίας 2005 – 2009, να ηγηθεί της όλης προσπάθειας για τη διεκδίκηση της Καγκελαρίας.



Η απόφαση, οποία θα ληφθεί νωρίτερα από το αναμενόμενο για τους ερχόμενους μήνες έως τη διεξαγωγή των γερμανικών εκλογών, εκφράζει την ανησυχία της ηγεσίας του “SPD” για το γεγονός ότι η Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ της κεντροδεξιάς των Χριστιανοδημοκρατών , βάσει δημοσκοπήσεων έχει κατοχυρώσει ένα αξεπέραστο προβάδισμα. Οι Γερμανοί ψηφοφόροι έχουν δώσει στη Μέρκελ υψηλή βαθμολογία για τον τρόπο χειρισμού της στην οικονομική κρίση, και οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η ίδια είναι πιο δημοφιλής τώρα, απ’ ότι ήταν όταν επανεκλέχθηκε το 2009.



«Αποδέχομαι την πρόκληση να κερδίσει το SPD τις επόμενες ομοσπονδιακές εκλογές» δήλωσε ο Στάινμπρουκ, στους δημοσιογράφους την Παρασκευή χρησιμοποιώντας το ακρωνύμιο του κόμματός του.



Χρησιμοποιώντας τον Στάινμπρουκ - μία έντονη προσωπικότητα με υψηλό δείκτη νοημοσύνης - οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν επιλέξει έναν υποψήφιο ευρείας αποδοχής που να μπορεί να αμφισβητήσει το χειρισμό της κρίσης από πλευράς Μέρκελ αλλά και το όραμά της για την αναδιάρθρωση της ζώνης του ευρώ. Ως Υπουργός Οικονομικών του κυβερνητικού συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών από το 2005 μέχρι το 2009, ο Στάινμπρουκ οδήγησε τη Γερμανία να έχει τις λιγότερες απώλειες από την οικονομική κρίση που ακολούθησε την κατάρρευση της Lehman Brothers εφαρμόζοντας μία επιθετική στρατηγική ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και τόνωσης της οικονομίας.



Ο 65χρονος Γερμανός πολιτικός, παρέδωσε το χαρτοφυλάκιο του Υπουργείου λίγους μήνες προτού ξεσπάσει η κρίση στην Ελλάδα και άρχισε να επιδίδεται σε μία σφοδρά επικριτική πολιτική των κινήσεων της Μέρκελ τις οποίες χαρακτηρίζει ως άτολμες και αναποτελεσματικές. Σε αντίθεση με τους Χριστιανοδημοκράτες, το κόμμα του “SPD” είναι ανοιχτό ως προς την ανταλλαγή και το μοίρασμα των οικονομικών υποχρεώσεων σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης με την έκδοση κοινών ομολόγων. Το κόμμα υποστηρίζει επίσης την αυστηρότερη ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα, και θέλει να επιβάλει εισφορές στις τράπεζες και τους άλλους συμμετέχοντες στην αγορά για να βοηθήσει τη χρηματοδότηση της διάσωσης της ευρωζώνης.



Το “SPD”, έχει δηλώσει ότι εφόσον εκλεγεί, θα σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού με το κόμμα των Πρασίνων, διευκολύνοντας τη χαλάρωση της σκληρής λιτότητας που έχει επιβληθεί σε ορισμένα μέλη της Ευρωζώνης.



Ο κίνδυνος για το κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών, είναι ότι ο Στάινμπρουκ δεν θα τύχει της ανάλογης αποδοχής από την αριστερή εσωτερική παράταξη του κόμματος. Θεωρείται ως «μαύρο πρόβατο» το οποίο δεν μπορεί να τύχει της κομματικής υποστήριξης, λόγω της μαχητικής προσωπικότητάς του και της κεντρώας πολιτικής που εφαρμόζει. Ο πιο πιθανός υποψήφιος τον οποίον φαίνεται πως αυτή η συγκεκριμένη ομάδα εμπιστεύεται είναι ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Γουόλτερ Στάινμάιερ, ένας σχολαστικός Σοσιαλδημοκράτης ο οποίος μάλιστα θεωρείται και ως μία συμβιβαστική λύση μεταξύ των Στάινμπρουκ και Σίγκμαρ Γκάμπριελ του ηγέτη του κόμματος και ταυτόχρονα αποδέκτη της απόλυτης εμπιστοσύνης της εσωτερικής εσωκομματικής αριστερής παράταξης.



Ωστόσο, οι δημοσκοπήσεις έδειξαν με συνέπεια ότι ο Στάινμπρουκ θα έχει μεγαλύτερη πιθανότητα να κερδίσει τη Μέρκελ. Έστω και έτσι όμως να είναι, ο ίδιος αντιμετωπίζει και μία άλλη ξαφνική και πρόσφατη πρόκληση. Μία δημοσκόπηση που κυκλοφόρησε την Παρασκευή έδειξε ότι το 53% των ψηφοφόρων θέλουν την Μέρκελ ξανά στην Καγκελαρία ενώ μόλις το 36% του εκλογικού σώματος επιθυμεί τον Στάινμπρουκ σε αυτή τη θέση. Σύμφωνα με δημοσκόπηση γερμανικού ομίλου εκλογικών δημοσκοπήσεων, εάν γινόντουσαν στη Γερμανία εκλογές την Κυριακή που μας πέρασε, το 38% των Γερμανών θα ψήφιζε την πολιτική συμμαχία του κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών της Μέρκελ και της Χριστιανικής Κοινωνικής Ένωσης της Βαυαρίας, ενώ το 29% θα ψήφιζε το κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών. Να σημειωθεί ότι το περιθώριο στατιστικού σφάλματος της εν λόγω δημοσκόπησης, κυμαίνεται στις τρεις ποσοστιαίες μονάδες.



Γεννημένος στο Αμβούργο, ο Στάινμπρουκ εντάχθηκε ως φοιτητής στο “SPD” το 1969. Παίρνοντας πτυχίο στα οικονομικά και στις κοινωνικές επιστήμες από το Πανεπιστήμιο του Κιέλου, ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα το 1974. Υπηρέτησε ως διοικητής της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, του πολυπληθέστερου κρατιδίου της Γερμανίας και ταυτόχρονα του εκλογικού «προπυργίου» του κόμματος των Σοσιαλδημοκρατών, από το 2002 μέχρι το 2005, όταν κατόπιν έγινε Υπουργός Οικονομικών στην οικουμενική κυβέρνηση συνασπισμού της Μέρκελ μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών.



Παρά το γεγονός ότι υποτίμησε αρχικά τις επιπτώσεις της οικονομικής δυσφορίας που εξαπλώθηκαν λόγω της κατάρρευσης της αγοράς ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου στις ΗΠΑ το 2008, όταν η κρίση χτύπησε και τη Γερμανία, ο ίδιος οργάνωσε και συντόνισε την προσπάθεια διάσωσης της Hypo Real Estate ύψους 50 δις € , της μεγαλύτερης τράπεζας παροχής στεγαστικών δανείων στη Γερμανία. Επίσης ο ίδιος, το 2009 ίδρυσε ένα ταμείο διάσωσης της Commerzbank AG συνολικής αξίας ύψους 400 δις € , της δεύτερης μεγαλύτερης τράπεζας της Γερμανίας. Την ίδια χρονιά, η οικονομική κρίση συρρίκνωσε τη γερμανική οικονομία κατά 5%. Υπό τις νέες δυσμενείς συνθήκες για τη χώρα του, ο Στάινμπρουκ σύστησε τη λεγόμενη «κακή τράπεζα» η οποία απορρόφησε τοξικά δάνεια ύψους 190 δισεκατομμυρίων € καθησυχάζοντας τις αγορές.



Σε μία δραματικά απεγνωσμένη κίνηση στις 5 Οκτωβρίου του 2008, οι δύο πολιτικοί αντίπαλοι (Στάινμπρουκ και Μέρκελ) δεσμεύθηκαν μέσω του γερμανικού καναλιού εθνικής εμβέλειας, τις καταθέσεις, με σκοπό την αποτροπή πτώχευσης των γερμανικών πιστωτικών ιδρυμάτων ως απόρροια της κατάρρευσης της Lehman Brothers στις Η.Π.Α. Ο Στάινμπρουκ δήλωσε ότι η Μέρκελ από την αρχή που ξεκίνησε η κρίση από την Ελλάδα, θα έπρεπε να ξαναέβγαινε δημόσια και να εγγυόταν για το ελληνικό χρέος προτού εξαπλωθεί σε όλο το ενιαίο νομισματικό μπλοκ, σταματώντας έτσι την ευρωκρίση εν τη γενέσει της.



Κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, ο ίδιος έχει εντείνει τους ρυθμούς της προεκλογικής του εκστρατείας για το χρίσμα της Καγκελαρίας στις εκλογές του επόμενου έτους, παρουσιάζοντας φρέσκιες ιδέες ως προς το πώς θα χαλιναγωγηθούν οι απείθαρχες χρηματοπιστωτικές αγορές.



Μόλις πριν από λίγες εβδομάδες πρότεινε στις παγκόσμιες τράπεζες να διαχωρίσουν τη λειτουργία των κομματιών επενδυτικής και λιανικής τραπεζικής. Με αυτό τον τρόπο εκτιμά πως θα περιοριστεί ο πιστωτικός κίνδυνος καθώς θα αποτρέψει τις κυβερνήσεις των χωρών να αναλάβουν τη ριψοκίνδυνη διάσωση των επενδυτικών τραπεζών διασώζοντας ταυτόχρονα και τις καταθέσεις των πελατών από την πλευρά της λιανικής τραπεζικής. Το σχέδιο του Στάινμπρουκ θα επηρεάσει κυρίως την Deutsche Bank AG, ένα τα μεγαλύτερα παγκόσμια πιστωτικά ιδρύματα της Ευρώπης τόσο της επενδυτικής όσο και της λιανικής τραπεζικής, της οποίας το ισοζύγιο ανέρχεται στα 2,2 τρισεκατομμύρια € .



Οι επικριτές του τραπεζικού κλάδου υποστηρίζουν ότι ένα τέτοιο σχέδιο θα μπορούσε να δημιουργήσει σοβαρά ασύμμετρα προβλήματα με τις τράπεζες να αντιμετωπίζουν προβλήματα χρηματοδότησης, καταστρέφοντας την αξία τους τόσο για τους μετόχους όσο και για τους πελάτες τους. Την Τετάρτη, ο μη εκτελεστικός αντιπρόεδρος του εποπτικού φορέα της Deutsche Bank τάχθηκε κατά του σχεδίου σε συνέντευξη που παραχώρησε στη γερμανική οικονομική εφημερίδα της χώρας τη “Handelsblatt”, λέγοντας ότι οποιαδήποτε προσπάθεια να διαλυθούν οι μεγάλες τράπεζες θα βλάψει την - ακόμη ακμάζουσα εταιρική μηχανή - της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης.



«Καταστρέφοντας σήμερα τις παγκόσμιες τράπεζες, χωρίς αμφιβολία είναι σα να καταστρέφουμε κάτι που είναι επίσης σημαντικό για τη γερμανική βιομηχανία», δήλωσε ο Paul Achleitner, Πρόεδρος του Δ.Σ. συνεχίζοντας: «Όλοι οι ειδικοί γνωρίζουν ότι μία ευρύτερα διαφοροποιημένη εταιρεία, όπως μία παγκόσμια τράπεζα, είναι λιγότερο επικίνδυνη.»



Το σχέδιο του Στάινμπρουκ απαιτεί από τους δανειστές να συστήσουν ένα ειδικό ταμείο διάσωσης με αποθεματικά αξίας € 200 δισεκατομμυρίων, τα οποία θα δημιουργηθούν από εισφορές με βάση το πλεονέκτημα του επιτοκίου που κάθε τράπεζα απολαμβάνει από τη «σιωπηρή εγγύηση» της γερμανικής κυβέρνησης στα πλαίσια εκπόνησης ενός σχεδίου έκτακτης ανάγκης. Μάλιστα εκτιμά ότι η Deutsche Bank όσον αφορά το δικό της πλεονέκτημα, αυτό κάθε χρόνο ανέρχεται στο ύψος του 1 με 2 δις ευρώ.



Ο ίδιος είπε ότι θα ήθελε, επίσης, να θέσει ανώτατο όριο στα μπόνους των τραπεζιτών και να πληρώνουν, απαγορεύοντας την κερδοσκοπία επί των βασικών εμπορευμάτων, όπως το σιτάρι και περιορίζοντας επίσης τη χρηματοδότηση των ακινήτων με σκοπό την αποφυγή μίας στεγαστικής φούσκας αμερικανικού τύπου.



«Πρέπει να μπει ένα τέλος στο να αποδέχεται το κράτος την πληρωμή των όποιων ευθυνών απορρέουν από τη λήψη κάποιων κακών αποφάσεων, από την άγνοια του κινδύνου και των κινήσεων των κερδοσκοπικών εταιρειών», δήλωσε στους δημοσιογράφους, όταν παρουσίασε το σχέδιό του την περασμένη Τετάρτη, για να σημειώσει: «Ακόμα και οι ίδιες οι τράπεζες θα πρέπει να αισθανθούν τον κίνδυνο της αποτυχίας.»
Bookmark and Share