Τη βαθιά της ανησυχία για την κρίση που πλήττει ολοένα και περισσότερες κυβερνήσεις της Ευρώπης διαπιστώνει έρευνα της εταιρείας επιχειρηματικών συμβούλων BDO, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που η Ελλάδα να θεωρείται πιο επικίνδυνη χώρα ακόμα και από την εμπόλεμη Συρία ως προς την επένδυση από το εξωτερικό.
Μόνο το Ιράν και το Ιράκ θεωρούνται πιο επικίνδυνες χώρες από την Ελλάδα, η οποία αγωνίζεται προκειμένου να πείσει τους διεθνείς πιστωτές της ότι αξίζει τα δάνεια διάσωσης, ώστε να αποφύγει την πτώχευση και άρα μία πιθανή έξοδο από το ευρώ.
Το 11% των ερωτηθέντων CFOs κατέταξαν την Ελλάδα ως το λιγότερο ασφαλή προορισμό για επενδύσεις, ενώ το 80% των συμμετεχόντων σχολίασε πως θεωρεί τη χώρα μας επισφαλή προορισμό λόγω των οικονομικών της προβλημάτων. Το 86% δήλωσε πως θα απέφευγε την Ισπανία για τον ίδιο λόγο.
Η Ελλάδα δεν είναι μοναδική χώρα της ευρωζώνης που βρίσκεται στον κατάλογο των πιο επικίνδυνων χωρών για επενδύσεις. Ακόμα και η Ισπανία, που έχει το 4ο μεγαλύτερο ΑΕΠ στη νομισματική ένωση, βρίσκεται στη 7η θέση του συγκεκριμένου καταλόγου.
Αυτή η απροθυμία των οικονομικών διευθυντών (ιδιαίτερα εκείνων των ταχέως αναπτυσσόμενων οικονομιών, όπως είναι η Βραζιλία και η Κίνα), να επενδύσουν σε υπερχρεωμένες χώρες της Ευρώπης, αποτελεί στοιχείο-κλειδί της χρηματοπιστωτικής κρίσης, καθώς σε μεγάλο βαθμό η οικονομική αποκατάσταση αυτών των χωρών εξαρτάται από το κατά πόσον ο ιδιωτικός τομέας θα αναλάβει να καλύψει το κενό που άφησαν οι περικοπές στις κρατικές δαπάνες.
Ενδεικτικό είναι για παράδειγμα πως το εντυπωσιακό 42% των συμμετεχόντων από τη Βραζιλία απάντησε πως φοβάται να πραγματοποιήσει κάποια επένδυση στην Ελλάδα.
Και ενώ κάποιες χώρες, όπως η Ελλάδα και η Ισπανία αγωνίζονται να πείσουν τις διεθνείς επιχειρήσεις ότι αξίζουν επενδύσεις, κάποιες άλλες χώρες ευημερούν. Παρά τις πρόσφατες ενδείξεις επιβράδυνσης, η Κίνα θεωρείται η πιο ελκυστική χώρα για επέκταση, ενώ άλλες χώρες χώρες, όπως η Βραζιλία, η Ινδία, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο «φιγουράρουν» στον κατάλογο των τοπ 10 χωρών και επέκταση.
Στην έρευνα συμμετείχαν περίπου 1.050 Οικονομικοί Διευθυντές (CFOs) ή αντίστοιχοι ανώτατοι αξιωματούχοι μεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν ετήσια έσοδα μεταξύ 50 εκατομμυρίων και 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων και φιλοδοξούν να επεκταθούν πραγματοποιώντας επενδύσεις στο εξωτερικό εντός των επόμενων 12 μηνών.