Πόσα πτυχία οικονομικών χρειάζεται, άραγε, κανείς ώστε να καταλάβει ότι δεν μπορεί να εισπράξει από ανθρώπους οι οποίοι δεν έχουν να πληρώσουν;
Πόση σοφία απαιτείται ώστε να αντιληφθούν όσοι κρατούν τα ηνία της οικονομικής πολιτικής σε αυτόν τον τόπο ότι η συνεχιζόμενη αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών αντικατοπτρίζει την οικονομική δυσπραγία στην οποία έχει περιέλθει η πλειονότητα των πολιτών αυτής της χώρας;
Όσο καθυστερεί η προώθηση μιας ρύθμισης η οποία να καθιστά εφικτή, κατά τρόπο επίσημο και συντεταγμένο, την έστω σταδιακή και πάντως... μακροπρόθεσμη αποπληρωμή των οφειλών αυτών, όχι μόνον διακυβεύεται η ομαλή εκτέλεση του προϋπολογισμού, καθώς κατακρημνίζονται τα έσοδα του κράτους, αλλά κυριότερα καλλιεργείται σε εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενους η κουλτούρα του «δεν έχω, δεν πληρώνω».
Κτίζεται έτσι, με άλλα λόγια, μεταξύ ανθρώπων, νοικοκυραίων, οι οποίοι ήσαν συνεπείς έως τώρα στις φορολογικές τους υποχρεώσεις, μια νέα κουλτούρα που «νομιμοποιεί» στη συνείδησή τους την αποφυγή των φορολογικών τους υποχρεώσεων, αφού προέχει η επιβίωση των ιδίων και των οικογενειών τους, υπέρ των οποίων διαθέτουν το όποιο μηνιαίο εισόδημα τους απέμεινε…
Προς ακριβώς την ίδια κατεύθυνση επιδρά και η άτυπη τακτική που έχουν υιοθετήσει πολλές εφορίες στη χώρα, λέγοντας στον φορολογούμενο: «δώσε ό,τι έχεις, όποτε το έχεις», ώστε να μη χτυπήσει το καμπανάκι και αρχίσουν τα ειδοποιητήρια και οι κατασχέσεις…
Έτσι, σώζονται ίσως τα προσχήματα, δεν παύει όμως να καλλιεργείται και επισήμως η ίδια ακριβώς κουλτούρα της φοροαποφυγής.
Η υπερφορολόγηση, στην οποία υποβάλλεται εδώ και έναν χρόνο ο ελληνικός λαός, που επιβλήθηκε από την τότε κυβέρνηση μόνον και μόνον για την αποφυγή προώθησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τις οποίες είχε και έχει ανάγκη ο τόπος, δεν έχει γονατίσει μόνον την οικονομία, αλλά και τον κάθε έναν από εμάς.
Έχει βυθίσει τη χώρα σε ύφεση πέραν κάθε πρόβλεψης, έχει τσακίσει τις προοπτικές ανάκαμψης, έχει συντρίψει τη λεγόμενη μεσαία τάξη και έχει οδηγήσει στην ανέχεια μια ολοένα και αυξανόμενη μερίδα του πληθυσμού.
Όσο στερούνται οι άνθρωποι αυτοί ενός συντεταγμένου και ορθολογικού τρόπου, διαμέσου του οποίου θα μπορούν να διοχετεύσουν την όποια ρευστότητα τους απέμεινε, όχι μόνον θα ζουν δίχως όραμα, αλλά και θα προστρέχουν σε πρακτικές οι οποίες μακροπρόθεσμα μπορούν να αποδειχθούν καταστροφικές για τους ίδιους και το κοινωνικό σύνολο.
Η απαξία με την οποία αντιμετωπίζουν, πλέον, χιλιάδες ελληνικές οικογένειες τις κάθε λογής υποχρεώσεις τους έναντι τόσο της Πολιτείας όσο και των τραπεζών, εξαιτίας της πραγματικής αδυναμίας που έχουν να ανταποκριθούν σε αυτές, δημιουργεί μία νέα γενιά Ελλήνων.
Μία γενιά κάθε ηλικίας, στην οποία καλλιεργείται η πεποίθηση, σε μεγάλο βαθμό δικαιολογημένη, ότι το κράτος έχει ως στόχο το «ξεζούμισμα» του πολίτη, και άρα δικαιούται να αγνοηθεί ή και να «τιμωρηθεί» για τη συμπεριφορά του αυτή.
«Θα τα βρούμε μπροστά μας», όμως, όλα αυτά…
Ακριβώς όπως δεν θα ξανανοίξουν μέσα σε μια νύχτα οι χιλιάδες επιχειρήσεις, καταστήματα, βιοτεχνίες και κάθε λογής επιχειρηματικές δραστηριότητες, που έβαλαν λουκέτο στη διάρκεια της τρέχουσας κρίσης, με τον ίδιο τρόπο θα χρειαστούν χρόνια και για την αλλαγή του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζουν αυτοί οι άνθρωποι τις υποχρεώσεις τους.
Και όλα αυτά, δε, σε μια χώρα στην οποία ούτως ή άλλως η φοροδιαφυγή είναι η κυριότερη πηγή κοινωνικής αδικίας…
Ν.Γ.Δρόσος