"Έγκλημα" εις βάρος της Ελλάδας και των υπόλοιπων υπερχρεωμένων χωρών της Ευρωζώνης διαπράττουν οι ηγέτες της ΕΕ.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας Guardian βάσει του οποίου οι Ευρωπαίοι, παρότι συμφώνησαν πριν από 60 χρόνια “κουρέψουν” το γερμανικό χρέος, αρνούνται να πράξουν σήμερα το ίδιο για τους “αδύναμους κρίκους” του ευρώ.
“Σαν σήμερα πριν από εξήντα χρόνια, η συμφωνία του Λονδίνου διέγραφε το μισό μεταπολεμικό χρέος της Γερμανίας. Αυτή η διαγραφή, με τον τρόπο που... έγινε, ήταν ζωτικής σημασίας για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης, μετά τον πόλεμο. Βρίσκεται δε σε πλήρη αντίθεση με τις δοκιμασίες που υφίστανται σήμερα οι λαοί της Ευρώπης, στο όνομα του χρέους” τονίζει η εφημερίδα.
Επισημαίνει δε ότι στους πιστωτές της Γερμανίας περιλαμβάνονταν τότε, μεταξύ άλλων, η Ελλάδα και η Ισπανία. “Χώρες όπως η Ελλάδα πρόθυμα πήραν μέρος στη συμφωνία, για να βοηθήσουν να δημιουργηθεί μια σταθερή δυτική Ευρώπη της ευημερίας, παρά τα εγκλήματα πολέμου που είχαν διαπράξει οι Γερμανοί κατακτητές μερικά χρόνια πριν” αναφέρει το δημοσίευμα.
Μετά τη συμφωνία του Λονδίνου, στη Γερμανία συντελέστηκε ένα “οικονομικό θαύμα”. Ωστόσο, η “συνταγή” που ακολουθήθηκε για τα υπερχρεωμένα κράτη τα τελευταία 30 χρόνια ήταν τελείως αντίθετη. Από τη δεκαετία του '80 και μετά, η πρακτική ήταν αυτή των συνεχών δανείων ελεημοσύνης, με τον ταυτόχρονο εξαναγκασμό των χωρών αυτών σε σκληρή λιτότητα και φιλελευθεροποίηση των οικονομιών τους, ώστε να γίνουν “πιο ανταγωνιστικές”.
Η Guardian συνεχίζει λέγοντας πως “το αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής ήταν, από τη Λατινική Αμερική και την Αφρική το '80 και το '90, μέχρι την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Ισπανία σήμερα, να αυξηθεί η φτώχεια και η ανισότητα. Στην Ελλάδα σήμερα, η οικονομία έχει συρρικνωθεί περισσότερο από 20%, ενώ ένας στους δύο νέους είναι άνεργος”.
Σημειώνει ακόμη ότι περίπου 70 χώρες είχαν απαιτήσεις έναντι της Γερμανίας τόσο από την προπολεμική, όσο και από τη μεταπολεμική περίοδο. Το συνολικό χρέος της ανερχόταν γύρω στα 30 δισ. μάρκα. Για τη Γερμανία όμως του 1953 η λιτότητα και η επιστροφή των δανείων δεν αποτελούσε επιλογή. Το αντίθετο! Η γερμανική οικονομία χρειαζόταν φρέσκο χρήμα για την ανοικοδόμηση της χώρας και την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης. Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις οι πιστώτριες χώρες συμφώνησαν στη διαγραφή σχεδόν του 50% του χρέους, ενώ για το υπόλοιπο προέβλεψαν τη μακροπρόθεσμη αναδιάρθρωσή του.
Παράλληλα, η συμφωνία δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να γίνει η Γερμανία εξαγωγική δύναμη. Διότι η Γερμανία ήταν υποχρεωμένη να εξυπηρετεί το χρέος της μόνο αν κέρδιζε χρήματα από τις εξαγωγές.
Ο Γερμανός ειδικός σε ζητήματα χρέους Γιούργκεν Κάιζερ, δηλώνει ότι μια παρόμοια ρύθμιση θα μπορούσε να βοηθήσει και την Ελλάδα. Όπως εξηγεί “οι Γερμανοί θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους μόνο αν επιτρέψουν ένα πλεόνασμα στο ελληνικό εμπορικό ισοζύγιο. Και οι Έλληνες θα εξάγουν προϊόντα και θα φιλοξενούν στα ξενοδοχεία τους Γερμανούς τουρίστες”.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας Guardian βάσει του οποίου οι Ευρωπαίοι, παρότι συμφώνησαν πριν από 60 χρόνια “κουρέψουν” το γερμανικό χρέος, αρνούνται να πράξουν σήμερα το ίδιο για τους “αδύναμους κρίκους” του ευρώ.
“Σαν σήμερα πριν από εξήντα χρόνια, η συμφωνία του Λονδίνου διέγραφε το μισό μεταπολεμικό χρέος της Γερμανίας. Αυτή η διαγραφή, με τον τρόπο που... έγινε, ήταν ζωτικής σημασίας για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης, μετά τον πόλεμο. Βρίσκεται δε σε πλήρη αντίθεση με τις δοκιμασίες που υφίστανται σήμερα οι λαοί της Ευρώπης, στο όνομα του χρέους” τονίζει η εφημερίδα.
Επισημαίνει δε ότι στους πιστωτές της Γερμανίας περιλαμβάνονταν τότε, μεταξύ άλλων, η Ελλάδα και η Ισπανία. “Χώρες όπως η Ελλάδα πρόθυμα πήραν μέρος στη συμφωνία, για να βοηθήσουν να δημιουργηθεί μια σταθερή δυτική Ευρώπη της ευημερίας, παρά τα εγκλήματα πολέμου που είχαν διαπράξει οι Γερμανοί κατακτητές μερικά χρόνια πριν” αναφέρει το δημοσίευμα.
Μετά τη συμφωνία του Λονδίνου, στη Γερμανία συντελέστηκε ένα “οικονομικό θαύμα”. Ωστόσο, η “συνταγή” που ακολουθήθηκε για τα υπερχρεωμένα κράτη τα τελευταία 30 χρόνια ήταν τελείως αντίθετη. Από τη δεκαετία του '80 και μετά, η πρακτική ήταν αυτή των συνεχών δανείων ελεημοσύνης, με τον ταυτόχρονο εξαναγκασμό των χωρών αυτών σε σκληρή λιτότητα και φιλελευθεροποίηση των οικονομιών τους, ώστε να γίνουν “πιο ανταγωνιστικές”.
Η Guardian συνεχίζει λέγοντας πως “το αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής ήταν, από τη Λατινική Αμερική και την Αφρική το '80 και το '90, μέχρι την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Ισπανία σήμερα, να αυξηθεί η φτώχεια και η ανισότητα. Στην Ελλάδα σήμερα, η οικονομία έχει συρρικνωθεί περισσότερο από 20%, ενώ ένας στους δύο νέους είναι άνεργος”.
Σημειώνει ακόμη ότι περίπου 70 χώρες είχαν απαιτήσεις έναντι της Γερμανίας τόσο από την προπολεμική, όσο και από τη μεταπολεμική περίοδο. Το συνολικό χρέος της ανερχόταν γύρω στα 30 δισ. μάρκα. Για τη Γερμανία όμως του 1953 η λιτότητα και η επιστροφή των δανείων δεν αποτελούσε επιλογή. Το αντίθετο! Η γερμανική οικονομία χρειαζόταν φρέσκο χρήμα για την ανοικοδόμηση της χώρας και την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης. Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις οι πιστώτριες χώρες συμφώνησαν στη διαγραφή σχεδόν του 50% του χρέους, ενώ για το υπόλοιπο προέβλεψαν τη μακροπρόθεσμη αναδιάρθρωσή του.
Παράλληλα, η συμφωνία δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να γίνει η Γερμανία εξαγωγική δύναμη. Διότι η Γερμανία ήταν υποχρεωμένη να εξυπηρετεί το χρέος της μόνο αν κέρδιζε χρήματα από τις εξαγωγές.
Ο Γερμανός ειδικός σε ζητήματα χρέους Γιούργκεν Κάιζερ, δηλώνει ότι μια παρόμοια ρύθμιση θα μπορούσε να βοηθήσει και την Ελλάδα. Όπως εξηγεί “οι Γερμανοί θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους μόνο αν επιτρέψουν ένα πλεόνασμα στο ελληνικό εμπορικό ισοζύγιο. Και οι Έλληνες θα εξάγουν προϊόντα και θα φιλοξενούν στα ξενοδοχεία τους Γερμανούς τουρίστες”.