Από την τροπή της αποψινής συνάντησης των κυβερνητικών εταίρων προφανώς δεν κρίνεται μόνο η υπόθεση της ΕΡΤ ή ακόμη και το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών.
Κυριότερα, κρίνεται το τι θα γίνει την «επόμενη ημέρα»…
Ο πρωθυπουργός, Αντ. Σαμαράς, επιχείρησε χθες να αναδείξει ως κύριο διακύβευμα της τρέχουσας κρίσης μεταξύ των τριών κυβερνητικών εταίρων, τη.. συνέχιση ή μη των μεταρρυθμίσεων και την έξοδο της χώρας από τα σημερινά δεινά της.
Δυστυχώς, δεν κάνει λάθος.
Επί σχεδόν ένα χρόνο τώρα, η κυβέρνηση της οποίας ηγείται δεν έχει να επιδείξει ιδιαίτερο έργο στον τομέα αυτό και έχει περιοριστεί σε έναν ρόλο, κυρίως, διαχειριστικό.
Έναν ρόλο, ο οποίος όσο απαραίτητος και εάν ήταν για την επίτευξη συγκεκριμένων δημοσιονομικών στόχων και την ανάκτηση της εμπιστοσύνης εταίρων και δανειστών, ώστε να συνεχιστεί η χρηματοδότηση από την πλευρά τους, δεν στάθηκε ικανός να μεταβάλει τους όρους ανταγωνισμού στην Ελλάδα και να ανοίξει τις πόρτες για την αναχαίτιση της υφεσιακής της πορείας.
Υπό το πρίσμα αυτό, ήταν καιρός «κάτι να γίνει».
Το γεγονός ότι αυτό το «κάτι» υπήρξε η ΕΡΤ, με τον τρόπο και τις διαδικασίες που επελέγησαν να συμβεί είναι προφανώς, αν μη τι άλλο, ιδιαίτερα ατυχές.
Σημειώνεται, όμως, ως σαφής απόρροια της απροθυμίας που επέδειξαν οι κυβερνητικοί του εταίροι για την προώθηση έστω και των πλέον στοιχειωδών τομών στη λειτουργία του κράτους, όπως είναι η απομάκρυνση των επιόρκων δημοσίων υπαλλήλων ή το κλείσιμο των μη ενεργών δημοσίων επιχειρήσεων.
Η οδός του «σοκ» που επελέγη ελάχιστες αμφιβολίες αφήνει σχετικά με τις περαιτέρω προθέσεις του κ. Σαμαρά, αναφορικά με το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης του δημόσιου τομέα και την προώθηση ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων στη λειτουργία της οικονομίας.
Εάν κατορθώσει να εξασφαλίσει τη συναίνεση των κ. Βενιζέλου και Κουβέλη, κατά την αποψινή τους συνάντηση, σχετικά με το επίμαχο ζήτημα της ΕΡΤ, κάτι το οποίο θεωρείται ιδιαίτερα αμφίβολο, ανοίγει ο δρόμος για εγχειρήματα πολύ μεγαλύτερου βεληνεκούς στον τομέα των μεταρρυθμίσεων.
Ανοίγει ο δρόμος, για παράδειγμα, για τομές στην αγορά ενέργειας, την πραγματική απελευθέρωση των επαγγελμάτων, αλλά και τη ριζική αναδιάρθρωση της κρατικής μηχανής, για τις οποίες υπάρχουν σήμερα οι γνωστές «αντιστάσεις».
Εάν δεν κατορθώσει να εξασφαλίσει τη συναίνεσή τους και η χώρα οδηγηθεί, αρχικά σε νέο γύρο διερευνητικών εντολών και πιθανώς στη συνέχεια σε εκλογές, κάτι διόλου απίθανο, ο κ. Σαμαράς, θα επιρρίψει την ευθύνη για το γεγονός στους δυο εταίρους του και στη δική τους απροθυμία να αλλάξουν τα κακώς κείμενα.
Έχει αρχίσει, εξάλλου, ήδη να το πράττει.
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, εάν όντως στηθούν πρόωρες κάλπες ο κ. Σαμαράς ασφαλώς δεν μπορεί να ελπίζει σε αυτοδυναμία, ενώ αμφίβολη είναι και η ανάδειξη της Νέας Δημοκρατίας σε πρώτο κόμμα.
Τότε, όμως, την ευθύνη της διαχείρισης των πραγμάτων της χώρας, και προφανώς τον πιθανό κίνδυνο μιας εκτροπής, θα κληθεί να τον αναλάβει η όποια διάδοχη κατάσταση.
Μια κατάσταση, τμήμα της οποίας θα είναι δίχως αμφιβολία ο ΣΥΡΙΖΑ, οι προθέσεις του οποίου έναντι του μνημονίου είναι γνωστές, παρά τις κατά καιρούς αναδιατυπώσεις τους.
Υπό το πρίσμα αυτό, εάν στο αποψινό ραντεβού του με τους κ. Βενιζέλο και Κουβέλη, ο κ. Σαμαράς εξασφαλίσει αυτήν την περιβόητη συναίνεσή τους, θα έχει κερδίσει μία μάχη εντυπώσεων αλλά και ουσίας.
Εάν όχι, οι πιθανότητες είναι ότι τα «κάστανα» θα κληθούν άλλοι να «τα βγάλουν από τη φωτιά»...
Ο ίδιος θα μπορεί να πει ότι προσπάθησε όσο μπορούσε ή τουλάχιστον όσο του επέτρεψαν...