Το νοσηρό κλίμα στο οποίο βρίσκεται σήμερα η πολιτική σκηνή της χώρας, με αφορμή τις εξελίξεις περί την ΕΡΤ, υποσκάπτει ευθέως τη σταθερότητα που έχει ανάγκη ο τόπος, ώστε να εξέλθει της κρίσης που τον μαστίζει.
Σήμερα, αντί να κάτσουν να δουν πώς θα συντονιστούν καλύτερα ώστε να βγει ο τόπος από το αδιέξοδό του, οι τρεις κυβερνητικοί εταίροι θα συζητήσουν για κάτι για το οποίο το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της χώρας έχει ήδη αποφανθεί.
Η απόφαση του... Συμβουλίου της Επικρατείας είναι απολύτως σαφής, τουλάχιστον ως προς δύο σημεία, για τα οποία δεν υπάρχει περιθώριο παρερμηνειών.
Πρώτον, πρέπει να υπάρχει δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας και, δεύτερον, πρέπει να συνεχιστεί η μετάδοση ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών.
Το πώς θα γίνει αυτό αφορά τον υπουργό Οικονομικών και τον υφυπουργό, παρά τον πρωθυπουργό, και σοφά δεν διευκρινίζεται σε αυτήν τη δικαστική απόφαση.
Αντίστοιχα, η απόφαση αυτή είναι ξεκάθαρη και σε ό,τι αφορά στην κατάργηση της ΕΡΤ Α.Ε. ως νομικού σχήματος.
Από την έκδοσή της, ορίζεται ότι δεν αναστέλλεται η κατάργηση της ΕΡΤ, όπως επίσης δεν αναστέλλεται η αυτοδίκαιη μεταφορά του συνόλου των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού της επιχείρησης στο ελληνικό δημόσιο, εκπροσωπούμενο από τον υπουργό Οικονομικών.
Υπό το πρίσμα αυτό, τι δεν καταλαβαίνουν όσοι μιλούν για άμεση επαναλειτουργία της ΕΡΤ;
Εκτός και εάν το ζητούμενο δεν είναι αυτό…
Στην περίπτωση αυτή, όμως, ας τοποθετηθούν ευθέως και ας μην υποτιμούν τη νοημοσύνη των πολιτών.
Στη διάρκεια του ενός έτους ζωής της παρούσας κυβέρνησης η χώρα κατόρθωσε, τουλάχιστον έως ένα βαθμό, να βγάλει το κεφάλι της από το νερό και να πάρει μια ανάσα αξιοπιστίας μεταξύ των εταίρων και δανειστών της.
Το κατόρθωσε αυτό, παρά τις μυριάδες δυσκολίες, επιδεικνύοντας προσήλωση στην επίτευξη των στόχων δημοσιονομικής προσαρμογής και προώθησης των μεταρρυθμίσεων.
Στο πρώτο σκέλος, το δημοσιονομικό, μπορεί να επιδείξει δάφνες και ίσως και ένα πρωτογενές πλεόνασμα στο τέλος του έτους. Στο δεύτερο, που αφορά στις μεταρρυθμίσεις, έχει ελάχιστα να επιδείξει.
Το πώς και το γιατί βρίσκεται πιθανότατα κάπου μεταξύ, αφενός, της αδυναμίας της να υλοποιήσει την άλφα ή τη βήτα πολιτική και, αφετέρου, της απουσίας πολιτικής βούλησης ως προς αυτό, εκ μέρους των δυο εταίρων του κ. Σαμαρά.
Επί μία διετία το ΠΑΣΟΚ προώθησε μεταρρυθμίσεις «μαϊμού» και επί ένα έτος η ΔΗΜΑΡ δεν μπορεί να απολύσει ούτε καν τους επίορκους υπαλλήλους από το Δημόσιο.
Σήμερα, δε, αμφότερα τα κόμματα αυτά εξωθούν την ενδοκυβερνητική κρίση στα άκρα, εμμένοντας σε κάτι το οποίο είναι ευθέως αντίθετο με όσα αποφάνθηκε η Δικαιοσύνη.
Υπό τις παρούσες συνθήκες, όμως, με το κλίμα αστάθειας να θεριεύει ημέρα με την ημέρα και με την ανησυχία να διατηρείται μεταξύ των πολιτών, ας μην περιμένουμε κάτι καλύτερο για την οικονομία και τον τόπο.
Ας μην περιμένουμε ούτε μαζική συρροή ξένων επενδυτών, οι οποίοι ούτως ή άλλως σπανίζουν στη χώρα μας, αλλά ούτε και αναζωπύρωση της οικονομικής δραστηριότητας εγχωρίως.
Τα πράγματα είναι απλά. Η κοροϊδία των πολιτών δεν μπορεί να διαρκέσει επί μακρόν.
Είτε θέλουν οι φίλτατοι κ. Βενιζέλος και Κουβέλης, είτε δεν θέλουν.
Εάν θέλουν, ας καθίσουν σε ένα τραπέζι με τον εταίρο τους τον κ. Σαμαρά και ας συζητήσουν πώς μπορούν να οδηγήσουν, από κοινού, τη χώρα εκτός κρίσης.
Εάν δεν θέλουν, οι εναλλακτικές, όσο απευκταίες και εάν είναι, δεν παύουν να είναι γνωστές…
Του κ.Ν.Γ.Δρόσου
Σήμερα, αντί να κάτσουν να δουν πώς θα συντονιστούν καλύτερα ώστε να βγει ο τόπος από το αδιέξοδό του, οι τρεις κυβερνητικοί εταίροι θα συζητήσουν για κάτι για το οποίο το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της χώρας έχει ήδη αποφανθεί.
Η απόφαση του... Συμβουλίου της Επικρατείας είναι απολύτως σαφής, τουλάχιστον ως προς δύο σημεία, για τα οποία δεν υπάρχει περιθώριο παρερμηνειών.
Πρώτον, πρέπει να υπάρχει δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας και, δεύτερον, πρέπει να συνεχιστεί η μετάδοση ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών.
Το πώς θα γίνει αυτό αφορά τον υπουργό Οικονομικών και τον υφυπουργό, παρά τον πρωθυπουργό, και σοφά δεν διευκρινίζεται σε αυτήν τη δικαστική απόφαση.
Αντίστοιχα, η απόφαση αυτή είναι ξεκάθαρη και σε ό,τι αφορά στην κατάργηση της ΕΡΤ Α.Ε. ως νομικού σχήματος.
Από την έκδοσή της, ορίζεται ότι δεν αναστέλλεται η κατάργηση της ΕΡΤ, όπως επίσης δεν αναστέλλεται η αυτοδίκαιη μεταφορά του συνόλου των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού της επιχείρησης στο ελληνικό δημόσιο, εκπροσωπούμενο από τον υπουργό Οικονομικών.
Υπό το πρίσμα αυτό, τι δεν καταλαβαίνουν όσοι μιλούν για άμεση επαναλειτουργία της ΕΡΤ;
Εκτός και εάν το ζητούμενο δεν είναι αυτό…
Στην περίπτωση αυτή, όμως, ας τοποθετηθούν ευθέως και ας μην υποτιμούν τη νοημοσύνη των πολιτών.
Στη διάρκεια του ενός έτους ζωής της παρούσας κυβέρνησης η χώρα κατόρθωσε, τουλάχιστον έως ένα βαθμό, να βγάλει το κεφάλι της από το νερό και να πάρει μια ανάσα αξιοπιστίας μεταξύ των εταίρων και δανειστών της.
Το κατόρθωσε αυτό, παρά τις μυριάδες δυσκολίες, επιδεικνύοντας προσήλωση στην επίτευξη των στόχων δημοσιονομικής προσαρμογής και προώθησης των μεταρρυθμίσεων.
Στο πρώτο σκέλος, το δημοσιονομικό, μπορεί να επιδείξει δάφνες και ίσως και ένα πρωτογενές πλεόνασμα στο τέλος του έτους. Στο δεύτερο, που αφορά στις μεταρρυθμίσεις, έχει ελάχιστα να επιδείξει.
Το πώς και το γιατί βρίσκεται πιθανότατα κάπου μεταξύ, αφενός, της αδυναμίας της να υλοποιήσει την άλφα ή τη βήτα πολιτική και, αφετέρου, της απουσίας πολιτικής βούλησης ως προς αυτό, εκ μέρους των δυο εταίρων του κ. Σαμαρά.
Επί μία διετία το ΠΑΣΟΚ προώθησε μεταρρυθμίσεις «μαϊμού» και επί ένα έτος η ΔΗΜΑΡ δεν μπορεί να απολύσει ούτε καν τους επίορκους υπαλλήλους από το Δημόσιο.
Σήμερα, δε, αμφότερα τα κόμματα αυτά εξωθούν την ενδοκυβερνητική κρίση στα άκρα, εμμένοντας σε κάτι το οποίο είναι ευθέως αντίθετο με όσα αποφάνθηκε η Δικαιοσύνη.
Υπό τις παρούσες συνθήκες, όμως, με το κλίμα αστάθειας να θεριεύει ημέρα με την ημέρα και με την ανησυχία να διατηρείται μεταξύ των πολιτών, ας μην περιμένουμε κάτι καλύτερο για την οικονομία και τον τόπο.
Ας μην περιμένουμε ούτε μαζική συρροή ξένων επενδυτών, οι οποίοι ούτως ή άλλως σπανίζουν στη χώρα μας, αλλά ούτε και αναζωπύρωση της οικονομικής δραστηριότητας εγχωρίως.
Τα πράγματα είναι απλά. Η κοροϊδία των πολιτών δεν μπορεί να διαρκέσει επί μακρόν.
Είτε θέλουν οι φίλτατοι κ. Βενιζέλος και Κουβέλης, είτε δεν θέλουν.
Εάν θέλουν, ας καθίσουν σε ένα τραπέζι με τον εταίρο τους τον κ. Σαμαρά και ας συζητήσουν πώς μπορούν να οδηγήσουν, από κοινού, τη χώρα εκτός κρίσης.
Εάν δεν θέλουν, οι εναλλακτικές, όσο απευκταίες και εάν είναι, δεν παύουν να είναι γνωστές…
Του κ.Ν.Γ.Δρόσου