Οι γυναίκες με τα μαύρα που πολεμούν τον Στρατό του Ασαντ.. - Greece-Salonika| Ενημέρωση και Άποψη

NEWSROOM

Post Top Ad

Τετάρτη 24 Ιουλίου 2013

Οι γυναίκες με τα μαύρα που πολεμούν τον Στρατό του Ασαντ..

 


Η θηλυκή ταξιαρχία που πολεμά τον Στρατό του Ασαντ στα μέτωπα της Συρίας.



Η Ριχάντ κάθεται με το όπλο ανάμεσα στο πόδια. Η κάννη είναι στραμμένη προς τον ουρανό και η ίδια παίζει με το στόχαστρο. «Εχουμε πολεμήσει σε διάφορα μέτωπα», λέει στην απεσταλμένη της εφημερίδας «Ελ Παΐς».
Η ισπανίδα...δημοσιογράφος συνάντησε την αντάρτισσα από τη Συρία σε ένα ασφαλές καταφύγιο στο μέτωπο του Αλ Σαχούρμ, δίπλα στον αυτοκινητόδρομο που οδηγεί στο αεροδρόμιο του Χαλεπιού. Ντυμένη στα μαύρα από την κορυφή έως τα νύχια, αυτή η 30χρονη γυναίκα είναι μέλος της μοναδικής γυναικείας κατίμπα (ταξιαρχίας) στην «πρωτεύουσα» του Βορρά της Συρίας όπου οι συγκρούσεις με τις καθεστωτικές δυνάμεις συνεχίζονται με την ίδια ένταση από τον περασμένο Ιούλιο, όταν οι αντάρτες εξαπέλυσαν επίθεση για να καταλάβουν την πόλη. Τα αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας του καθεστώτος πετούν συνεχώς πάνω από το Χαλέπι, όπου αμέσως μετά το κάλεσμα των μουεζίνηδων στο ιφτάρ, το δείπνο που διακόπτει τη νηστεία του Ραμαζανιού, οι κάτοικοι τρέμουν τους βομβαρδισμούς.

Οι συγκρούσεις συνεχίζονται, ακόμη και σε λιγότερα από εκατό μέτρα απόσταση, ανάμεσα στον Στρατό του Ασαντ και στις αντικαθεστωτικές δυνάμεις. Αυτές τις ημέρες η Ριχάντ συμπλήρωσε τον πρώτο της χρόνο ως αντάρτισσα: στο Χαλέπι είχε φτάσει πέρυσι τέτοια εποχή, όταν και πάλι ο μουσουλμανικός κόσμος γιόρταζε το Ραμαζάνι. Ενας χρόνος που πέρασε με την ίδια να μάχεται απέναντι σε εκπαιδευμένους στρατιώτες, όπως και οι υπόλοιπες γυναίκες που υπακούουν στις εντολές της Ουμ Φαντί.




Η «ΜΑΜΑ».
«Τη φωνάζουμε μαμά», πληροφορεί η Ριχάντ τη δημοσιογράφο της «Ελ Παΐς». Η φήμη αυτής της γυναίκας έχει ξεπεράσει τα όρια της περιοχής. Η 43χρονη Ουμ Φαντί κυκλοφορεί με τη συνοδεία δύο γυναικών της ταξιαρχίας οι οποίες έχουν αναλάβει ρόλο σωματοφυλάκων. «Πολεμούσα με τους άνδρες», δηλώνει. «Με ξέρουν όλοι».

Τον Ιούνιο του 2011, όταν η άγρια καταστολή των ειρηνικών διαδηλώσεων μετατράπηκε σε εμφύλιο πόλεμο κατά τον οποίο έχουν χάσει τη ζωή τους περίπου 93.000 άνθρωποι, η Ουμ Φαντί, νοικοκυρά και μητέρα δέκα παιδιών, με το τελευταίο να είναι μόλις ενός έτους, αποφάσισε να πάει μαζί με τον αδελφό της στην Νταράα, την καρδιά της εξέγερσης ενάντια στο καθεστώς του Μπασάρ αλ Ασαντ. Ο λόγος ήταν ότι δεν άντεχε πια αυτή την κατάσταση. Δεν ήταν εύκολο να βλέπει ανθρώπους να αφήνουν την τελευταία τους πνοή, πολύ συχνά αβοήθητοι, και η ίδια να μην κάνει τίποτα. «Μπορεί να μην ήταν ο δικός μου ο γιος, αλλά ήταν ο γιος του γείτονα», συνοψίζει.
Η «μαμά» έφτασε στο μέτωπο χωρίς καμία εκπαίδευση. Πήρε το βάπτισμα του πυρός στο πεδίο της μάχης μεταφέροντας πολεμοφόδια από το ένα μέρος στο άλλο. Στην αρχή δεν είχε όπλο - αλλά το θάρρος της ήταν μεγαλύτερο και από αυτό του αδελφού της. Κάποια στιγμή πήρε ένα τουφέκι. Τα κατάφερνε τόσο καλά που έκανε τους υπόλοιπους άνδρες να την κοιτούν εντυπωσιασμένοι και τον αδελφό της υπερήφανο. Οταν, έναν χρόνο αργότερα, επέστρεψε στο Χαλέπι για να συμμετάσχει στην επίθεση, είχε φτιάξει ένα όνομα. Τις επόμενες ημέρες, δεκάδες εθελόντριες της χτύπησαν την πόρτα για να ταχθούν στις υπηρεσίες της. «Εγώ τις ενθαρρύνω αλλά δεν τις πιέζω. Η απόφαση είναι δική τους», λέει για τις αντάρτισσες που έχει υπό τις διαταγές της.


ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΓΡΑΜΜΗ.
Η κατίμπα γεννήθηκε από επιμελητειακή ανάγκη. Οι αντάρτες χρειάζονταν γυναίκες για την απογραφή των ομοφύλων τους. Κάπως έτσι οι γυναίκες βρέθηκαν από τις υπαίθριες κουζίνες τους, όπου ετοίμαζαν το κολατσιό για τα παιδιά, τους συζύγους και τους αδελφούς στα μπλόκα των ανταρτών ψάχνοντας για «σαμπίχα», τους μαχαιροβγάλτες του καθεστώτος που κυκλοφορούσαν ντυμένοι γυναίκες. Το κλασικό τους ντύσιμο (χιτζάμπ και αμπάγια μέχρι τους αστραγάλους) συνοδεύεται από στρατιωτικό γιλέκο. «Δεν πρέπει να φοβούνται και να μένουν κλεισμένες στα σπίτια τους», δηλώνει ένας αντάρτης.
Η Ριχάντ ήταν μία από τις πρώτες γυναίκες που στρατολογήθηκαν. Είχε μόλις έρθει από τη Χομς, όπου είχε υποστηρίξει την επανάσταση προσφέροντας ανθρωπιστική βοήθεια έως ότου έχασε όλη της την οικογένεια. «Ημαστε πέντε αγόρια και έξι κορίτσια, πέθαναν όλοι», διηγείται. Τότε ήταν που αποφάσισε να πάρει τα όπλα. «Ηρθα να πολεμήσω στο Χαλέπι και γνώρισα τη "μαμά"», λέει.



ΕΚΔΙΚΗΣΗ.
Η περίπτωσή της δεν είναι ασυνήθιστη. Η 27χρονη Ράμπια έχασε τον σύζυγό της στο Μπαμπ Αμρ, τη συνοικία της Χομς που ισοπέδωσε ο Στρατός. Πολεμούσαν μαζί προτού ακόμη βρει τον 3χρονο γιο της νεκρό στο κρεβάτι του από τη σφαίρα ενός ελεύθερου σκοπευτή. Η Ριχάντ βρήκε στη γυναικεία ταξιαρχία μια νέα οικογένεια. Αδελφούς, αδελφές, τη "μαμά" αλλά κι έναν σύζυγο με τον οποίο μοιράζεται το ίδιο σπίτι και το ίδιο μέτωπο. Δεν παύουν, όμως, να της λείπουν η παλιά της γειτονιά, η γη της, το πατρικό της, οι γείτονες. Η μοναδική της ελπίδα της είναι η απελευθέρωση της Συρίας από το καθεστώς του Μπασάρ αλ Ασαντ. «Το μίσος μου γι' αυτόν», λέει, «είναι τόσο μεγάλο όσο ο πόνος της Συρίας».
Bookmark and Share