Σύμφωνα με τις έγκυρες εκθέσεις του World Εconomic Forum (WEF), το 2002 η Ελλάδα βρισκόταν στην 31η θέση της διεθνούς κατάταξης. Θέση που τότε ήταν πολύ κοντά στο «κατά κεφαλήν εισόδημά» της..
Το 2003, βρέθηκε στην 35η θέση,
το 2004 στην 47η, την οποία διατήρησε και το 2005, ενώ
το 2006 κατρακύλησε στην 61η,
το 2007 στην 65η,
το 2008 στην 67η
και το 2009 στην 71η...
Το έγκλημα των πολιτικών που διαχειρίστηκαν την εξουσία τα τελευταία χρόνια έχει δύο όψεις: Η πρώτη αφορά την ανεξέλεγκτη τροχιά που έλαβε το.. χρέος της χώρας, σε συνδυασμό με τα συνεχή και μεγάλα ελλείμματα. Αυτή η όψη όμως έχει συζητηθεί πολύ.
Η άλλη όψη αφορά το γεγονός ότι οδήγησαν τη χώρα στην οικονομική παρακμή, εκμηδενίζοντας την ανταγωνιστικότητά της, αδιαφορώντας για τα σημάδια που ήταν απολύτως ορατά.
Ενδεικτικά και μόνο αναφέρω ότι, σύμφωνα με τις έγκυρες εκθέσεις του World Εconomic Forum (WEF), το 2002 η Ελλάδα βρισκόταν στην 31η θέση της διεθνούς κατάταξης. Θέση που τότε ήταν πολύ κοντά στο «κατά κεφαλήν εισόδημά» της, καθώς η Ελλάδα ήταν (κι εξακολουθεί να βρίσκεται) μεταξύ των 30-40 πρώτων θέσεων σε ό,τι αφορούσε το κατά κεφαλήν εισόδημα.
Η βουτιά την εποχή της… ανεμελιάς
Η πορεία ολίσθησης της ελληνικής ανταγωνιστικότητας πραγματικά σοκάρει. Το 2003, βρέθηκε στην 35η θέση, το 2004 στην 47η, την οποία διατήρησε και το 2005, ενώ το 2006 κατρακύλησε στην 61η, το 2007 στην 65η, το 2008 στην 67η και το 2009 στην 71η.
Κοινώς, μέσα σε επτά χρόνια η χώρα μας έχασε 40 θέσεις στο διεθνές ανταγωνιστικό στερέωμα. Πλην όμως, σε όλη αυτήν την πορεία, μεγάλο μέρος της οποίας -και πρέπει να το σημειώσουμε αυτό- είναι άμεσα συνδεδεμένο με την κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή και την υπουργία του Γιώργου Αλογοσκούφη, κανένας δεν ίδρωσε.
Κανένας πολιτικός ή θεσμικός φορέας δεν έδωσε την πρέπουσα σημασία, με εξαίρεση ορισμένες εκθέσεις εκ μέρους της Τράπεζας της Ελλάδος, που ουδέποτε εισακούστηκαν.
Το ίδιο διάστημα, βεβαίως, το ΑΕΠ μεγάλωνε, φουσκωμένο από τα δανεικά και την υπερκατανάλωση, ενισχύοντας (επίπλαστα) και τα εισοδήματα. Κι όλα έδειχναν να πηγαίνουν καλά έως το 2009, όπου έγινε πλέον «αντιληπτό» ότι η κατάσταση έχει ξεφύγει.
Eίναι χαρακτηριστικό ότι ήδη από το 2008, όταν ακόμη «δέναμε τα σκυλιά με τα λουκάνικα» κι ο κ. Αλογοσκούφης διαβεβαίωνε ότι η κρίση δεν θα αγγίξει την Ελλάδα, λαμβάναμε τις χειρότερες βαθμολογίες, κατά σειρά, στην αναποτελεσματικότητα της αγοράς εργασίας (116η θέση), στο μακροοικονομικό περιβάλλον (106η θέση) κι εν συνεχεία στην καινοτομία, στην ποιότητα (sophistication) του επιχειρείν και στην αποτελεσματικότητα των αγορών αγαθών.
Οι αποτυχίες στην εποχή των μνημονίων
Με το ανοικτό ξέσπασμα της μεγάλης κρίσης, το 2010, η πορεία έγινε ακόμη πιο καθοδική, με αποτέλεσμα να καταλάβουμε την 96η θέση το 2011 και να ανέβουμε πέντε μόλις θέσεις το επόμενο έτος, που είναι και το τελευταίο με διαθέσιμα στοιχεία.
Δυστυχώς, ακόμη και στα τρία χρόνια αυτής της κρίσης, και με βασικό άξονα τις πολιτικές που επιβάλλει το μνημόνιο, η πολιτική ηγεσία της χώρας συνεχίζει το διαρκές έγκλημά της κατά της οικονομίας και της ανταγωνιστικότητας της χώρας.
Θα εξαιρέσουμε από αυτήν τη μικρή παρουσίαση τομείς που εξαρτώνται άμεσα από την κρίση κι όπως ήταν επόμενο επιδεινώθηκαν, όπως το μακροοικονομικό περιβάλλον και ο τραπεζικός-χρηματοοικονομικός τομέας.
Ακόμη όμως και στο θέμα της αποτελεσματικότητας της αγοράς εργασίας, που έχει αποτελέσει ως τώρα «κορωνίδα» της οικονομικής πολιτικής, με απανωτές μειώσεις μισθών και κινήσεις «ελαστικοποίησης» της αγοράς εργασίας, η χώρα φαίνεται να έχει κατρακυλήσει από την 106η θέση που είχε το 2008 στην… 127η!
Ομοίως, πολύ χειρότερη είναι η βαθμολογία και στην αποτελεσματικότητα των αγορών αγαθών, αφού από την 64η θέση βρεθήκαμε τώρα στην 108η.
Αντίστοιχη πορεία έχει ακολουθήσει η χώρα σε ό,τι αφορά την καινοτομία (πτώση κατά 24 θέσεις) και στην ποιότητα του επιχειρείν (πτώση κατά 17 θέσεις).
Η πιο τραγική πτώση, όμως, αφορά τους θεσμούς και τη λειτουργία τους. Από την 58η θέση που κατείχε η χώρα το 2008 έχει βρεθεί στην 103η!!!
Με βάση προφανώς το ότι σημασία δεν έχει μόνο τι κάνουμε εμείς αλλά και το πόσο προοδεύουν οι άλλοι στο διεθνές σκηνικό, η Ελλάδα κυριολεκτικά έχει πατώσει σε θέματα που άπτονται των θεσμών, του νομικού πλαισίου κι εν γένει της λειτουργίας του κράτους. Είτε πρόκειται για την προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας (υλικής και πνευματικής), είτε για την επιβάρυνση των επιχειρήσεων λόγω κρατικών διατάξεων και κανονισμών (στο συγκεκριμένο έχουμε την 144η θέση σε σύνολο 148 χωρών), είτε για την κατασπατάληση δημόσιων πόρων, είτε για την εγκυρότητα των προτύπων και μηχανισμών ελέγχου, η Ελλάδα δείχνει να καταρρέει σε ό,τι αφορά τη σύγκρισή της με τις άλλες χώρες.
Βαρίδι το κράτος
Τρανή απόδειξη της ευθύνης των πολιτικών και του κρατικού μηχανισμού είναι και η σταχυολόγηση παραγόντων που δημιουργούν προβλήματα στην επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα.
Το 2008 ο παράγων «αναποτελεσματικότητα της κρατικής γραφειοκρατίας ήταν πρώτος με ποσοστό 26,5% των απαντήσεων στην έρευνα του WEF. Σήμερα, είναι δεύτερος (με ποσοστό 21,2%) διότι την πρωτιά λαμβάνει η «αδυναμία πρόσβασης σε δανεισμό, με βραχεία όμως κεφαλή (22,4%).
Την τρίτη θέση λαμβάνουν οι φορολογικοί κανονισμοί με ποσοστό 14,5%, ελάχιστα μειωμένο σε σχέση με το 2008 όταν ήταν δεύτερος σε σημασία παράγοντας με ποσοστό 15,6%.
Κατά τα άλλα, θέλουμε άμεσες ξένες επενδύσεις!
Σημειώστε επίσης ότι το 2008 τρίτος παράγοντας ήταν «οι περιοριστικοί κανονισμοί» στην αγορά εργασίας, με ποσοστό 12,6%, το οποίο όμως σήμερα έχει περάσει στην 7η θέση με ποσοστό μόλις 5,2%.
Τι δείχνουν όλα αυτά;
Δείχνουν ότι το πρόβλημα της οικονομίας, της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας είναι πλέον πολύ περισσότερο πρόβλημα της λειτουργίας του κράτους και των θεσμών, της υπερφορολόγησης, αλλά και της έλλειψης επενδύσεων σε καινοτομία και σύγχρονες μεθόδους επιχειρηματικότητας (το λεγόμενο sophistication), παρά κόστους εργασίας και «ελαστικότητας» του ανθρώπινου δυναμικού.
Οι δύο δρόμοι
Κι όμως, όλα συνηγορούν στο ότι το διαρκές πολιτικό έγκλημα θα συνεχιστεί. Η ελληνική πολιτική ηγεσία δείχνει να εμμένει στα «εύκολα» (αλλά επώδυνα για τον πολύ κόσμο) περιοριστικά μέτρα, χωρίς να ανοίγει τις αγορές στον ανταγωνισμό, να ενισχύει την Παιδεία και την καινοτομία, ή να αλλάζει με αποτελεσματικό τρόπο το δαιδαλώδες θεσμικό πλαίσιο που έχει εδώ και χρόνια αποδειχτεί αναποτελεσματικό, αντιαναπτυξιακό και συχνότατα άδικο, γεμάτο αντιφάσεις.
Αυτά θεωρούνται «δύσκολα» από τους Έλληνες πολιτικούς και δυστυχώς δεν ενδιαφέρουν την τρόικα όσο την ενδιαφέρουν οι αριθμοί στο έλλειμμα και στις δαπάνες.
Και γιατί όχι άλλωστε; Δεν πρόκειται για τη δική τους χώρα, αλλά για τη δική μας!
Τα πράγματα, όμως, είναι απλά, δυστυχώς.
Η Ελλάδα ακόμη και μεσούσης της κρίσης έχει κατά κεφαλήν εισόδημα που την κατατάσσει στις πρώτες 40 χώρες του κόσμου και η ανταγωνιστικότητά της βρίσκεται στην 91η θέση. Η ψαλίδα αυτή μπορεί να κλείσει με δύο τρόπους:
Είτε θα αποκτήσουμε κράτος, θεσμούς, νοοτροπία και επιχειρηματικότητα αντίστοιχη των πρώτων 40 εισοδημάτων, ώστε να εκμεταλλευτούμε τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματά μας (υποδομές, μορφωμένο ανθρώπινο δυναμικό, ικανοποιητική τεχνολογική πείρα και ετοιμότητα, τουρισμός κ.λπ.) ή θα δούμε το εισόδημά μας να κατρακυλά, καθώς το ΑΕΠ συνεχώς θα περιορίζεται.
Μέση λύση δυστυχώς δεν υπάρχει! Κι ο δρόμος που έχει χαράξει το μνημόνιο, συνεπικουρούμενο και από την άρνηση της ελληνικής πολιτικής σκηνής να «επανιδρύσει» (κυριολεκτικά όμως, όχι ως πολιτικό σλόγκαν) τη λειτουργία του κράτους, δυστυχώς κλίνει προς τη δεύτερη κατεύθυνση, της σταδιακής εξαχρείωσης.
Του κ.Γ.Παπανικολάου