Παρά τις περικοπές ..το κράτος παραμένει καλύτερος εργοδότης.
Μπορεί η δημοσιονομική κρίση να προήλθε κατά κύριο λόγο από το Δημόσιο, ωστόσο ο ιδιωτικός τομέας έχει επωμισθεί τα μεγαλύτερα βάρη της προσαρμογής.
Εκτός από το 1,5 εκατομμύριο ανέργων, που όλοι περίπου προέρχονται από αυτόν, έχει και σημαντικά... χαμηλότερες αμοιβές. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι βασικοί μισθοί είναι μεγαλύτεροι στο Δημόσιο μεταξύ 30% έως και 58%. Ενδεικτικό είναι ότι ο βασικός μισθός ενός πτυχιούχου, χωρίς προϋπηρεσία, στον ιδιωτικό τομέα είναι 586 ευρώ, αν είναι άνω των 25 ετών και 510 ευρώ, αν είναι μικρότερης ηλικίας. Στο Δημόσιο ο αντίστοιχος εργαζόμενος με τα ίδια προσόντα θα έπαιρνε 1.000-1.100 ευρώ.
Αντίστοιχα, ένας άγαμος ιδιωτικός υπάλληλος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με τρεις τριετίες λαμβάνει 761,90 ευρώ, ενώ στο Δημόσιο παίρνει γύρω στα 1.000 ευρώ τον μήνα.
Επιπλέον ο ιδιωτικός τομέας έχει πληγεί και από το υψηλό μη μισθολογικό κόστος (εισφορές) που επιβαρύνει περισσότερο τους Ελληνες επιχειρηματίες σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, εντείνοντας έτσι την ανεργία, τη «μαύρη» εργασία, την εισφοροδιαφυγή και τη μείωση των ιδιωτικών επενδύσεων.
Μπορεί η δημοσιονομική κρίση να προήλθε κατά κύριο λόγο από το Δημόσιο, ωστόσο ο ιδιωτικός τομέας έχει επωμισθεί τα μεγαλύτερα βάρη της προσαρμογής.
Εκτός από το 1,5 εκατομμύριο ανέργων, που όλοι περίπου προέρχονται από αυτόν, έχει και σημαντικά... χαμηλότερες αμοιβές. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι βασικοί μισθοί είναι μεγαλύτεροι στο Δημόσιο μεταξύ 30% έως και 58%. Ενδεικτικό είναι ότι ο βασικός μισθός ενός πτυχιούχου, χωρίς προϋπηρεσία, στον ιδιωτικό τομέα είναι 586 ευρώ, αν είναι άνω των 25 ετών και 510 ευρώ, αν είναι μικρότερης ηλικίας. Στο Δημόσιο ο αντίστοιχος εργαζόμενος με τα ίδια προσόντα θα έπαιρνε 1.000-1.100 ευρώ.
Αντίστοιχα, ένας άγαμος ιδιωτικός υπάλληλος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με τρεις τριετίες λαμβάνει 761,90 ευρώ, ενώ στο Δημόσιο παίρνει γύρω στα 1.000 ευρώ τον μήνα.
Επιπλέον ο ιδιωτικός τομέας έχει πληγεί και από το υψηλό μη μισθολογικό κόστος (εισφορές) που επιβαρύνει περισσότερο τους Ελληνες επιχειρηματίες σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, εντείνοντας έτσι την ανεργία, τη «μαύρη» εργασία, την εισφοροδιαφυγή και τη μείωση των ιδιωτικών επενδύσεων.