- Σφίγγει ο κλοιός για τους φορολογούμενους.
- Η συλλογή «πολλαπλών» δεδομένων από όλες τις συναλλαγές και οι «έξτρα έλεγχοι» σε ελεύθερους επαγγελματίες.
- Η απειλή των έμμεσων τεχνικών ελέγχου για το εισόδημα και το περιουσιολόγιο.
Κάθε χρόνο που περνά, το υπουργείο Οικονομικών φαίνεται να ανεβάζει σε άλλο επίπεδο τα μέτρα αποκάλυψης κρυφών... εισοδημάτων. Πρώτα έψαχνε πόσα λεφτά είχαν οι φορολογούμενοι στην τράπεζα, τώρα θέλει να ξέρει όχι απλώς μόνο πόσα δαπανήθηκαν για μια χειρουργική επέμβαση αλλά και το ΑΦΜ του γιατρού με το νυστέρι.
Η φοροδιαφυγή βέβαια ακόμα ζει και βασιλεύει, αλλά όσο σφίγγει ο κλοιός όλο και κάτι παραπάνω μπαίνει στα ταμεία.
Τον πρώτο χρόνο που εφαρμόστηκε το χτίσιμο του ηλεκτρονικού περιουσιολογίου, τα στοιχεία που συλλέγονταν από τράπεζες, ιδιωτικά σχολεία, κλινικές, ασφαλιστικές εταιρείες και εταιρείες παροχής υπηρεσιών κοινής ωφέλειας ήταν σχετικά απλά. Πόσα χρήματα διακινήθηκαν μέσω των τραπεζικών λογαριασμών, πόσοι τόκοι καταθέσεων αποδόθηκαν στους δικαιούχους, τι πλήρωσαν οι φορολογούμενοι για φως, νερό, τηλέφωνο.
Φέτος, με τα στοιχεία που ζητά ο Χ. Θεοχάρης με εγκύκλιό του από τις επιχειρήσεις, ο κλοιός έχει σφίξει.Όπως λέει χαρακτηριστικά κορυφαίο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών, όποιος πάει να χρησιμοποιήσει μαύρο, αφορολόγητο, χρήμα είναι πλέον πολύ εύκολο να εντοπιστεί.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα «μικρού» φοροφυγά. Θα δηλώσει στην εφορία για το 2013 εισοδήματα 10.000 ευρώ, αλλά από τα στοιχεία που θα μαζέψει το υπουργείο προκύπτει ότι δαπάνησε 4.000 ευρώ σε ιδιωτικό νηπιαγωγείο, 2.000 ευρώ ήταν οι δαπάνες του για φως, νερό, τηλέφωνο, έκανε μια επέμβαση που στοίχισε 1.500 ευρώ και πληρώνει σε στεγαστικό δάνειο 5.000 ευρώ. Σύνολο εσόδων 10.000, σύνολο εξόδων 12.500 χωρίς να υπολογίζουμε φόρους, χαράτσια, διατροφή και άλλα ψιλά...
Με το που θα γίνει η διασταύρωση των στοιχείων δηλωθέντων εισοδημάτων και δαπανών ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα πρέπει είτε να αποδείξει- με στοιχεία και αποδείξεις- ότι είχε κομπόδεμα στην άκρη για το οποίο έχει πληρώσει τους φόρους, είτε να αποδεχθεί ότι αποπειράθηκε να κλέψει την εφορία και τον έπιασαν στα πράσα.
Η λίστα των δεδομένων που ζητά το υπουργείο Οικονομικών από τράπεζες, ιδιωτικά θεραπευτήρια και εκπαιδευτήρια, ασφαλιστικές και εταιρείες παροχής υπηρεσιών κοινής ωφέλειας φέτος είναι σαφώς διευρυμένη. Ξεκινά από τα κλασικά, πόσα πέρασαν από τραπεζικούς λογαριασμούς, αν βγήκαν χρήματα στο εξωτερικό, πόσες επιταγές εκδόθηκαν και πού χρησιμοποιήθηκαν οι πιστωτικές κάρτες και φτάνει σε πληροφορίες όπως το ΑΦΜ του γιατρού που έκανε τη χειρουργική επέμβαση ή το πλήθος των αναλήψεων από το ΑΤΜ.
Για ελεύθερους επαγγελματίες που διατηρούν λογαριασμούς στους οποίους πιστώθηκαν πέρυσι ποσά άνω των 200.000 ευρώ και επιχειρήσεις με λογαριασμούς άνω των 300.000 ευρώ τα στοιχεία που θα στέλνουν οι τράπεζες στο υπουργείο Οικονομικών συνιστούν ακτινογραφία κάθε τους τραπεζικής κίνησης, καθώς θεωρείται ότι κινούνται στη ζώνη υψηλού φορολογικού κινδύνου.
Για τους παραπάνω φορολογούμενους οι τράπεζες θα στέλνουν στο υπουργείο εκτός από τα αυτονόητα (ονοματεπώνυμο, ΑΦΜ, αριθμό δελτίου ταυτότητας), διεύθυνση και τηλέφωνα του πελάτη, αναλυτικά στοιχεία για όλους του τους τραπεζικούς λογαριασμούς, συνδικαιούχους και γενικά κάθε στοιχείο για κάθε ευρώ που μπήκε ή βγήκε από τους τραπεζικούς λογαριασμούς.
Όταν, στο τέλος Απριλίου, όλα τα παραπάνω στοιχεία αρχίσουν να είναι επεξεργάσιμα από τη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης σε συνδυασμό με τα εισοδήματα που δηλώθηκαν το πιο απλό θα είναι να βρεθούν εκείνοι οι φορολογούμενοι που δαπάνησαν περισσότερα από όσα εισέπραξαν. Το ηλεκτρονικό καμπανάκι θα σημάνει στοχευμένο έλεγχο, αλλά με δεδομένες τις αδυναμίες του ελεγκτικού μηχανισμού, μένει να φανεί η τελική αποτελεσματικότητα του μέτρου.
Τα δεδομένα που θα στείλουν στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων οι τράπεζες, οι ΔΕΚΟ και οι επιχειρήσεις θα διατηρηθούν στην κυριότητα του υπουργείου Οικονομικών για έξι ολόκληρα χρόνια.
Με τα στοιχεία αυτά θα εμπλουτιστεί το περιουσιολόγιο που ετοιμάζει το υπουργείο, ενώ πίσω από την προσπάθεια συλλογής πλήθους δεδομένων κρύβεται η πρόθεση του υπουργείου να αποδώσουν ουσιαστικά αποτελέσματα οι έμμεσες τεχνικές ελέγχου και προσδιορισμού των εισοδημάτων.
Η εφορία θα προσδιορίζει το πραγματικό φορολογητέο εισόδημα κάθε φορολογούμενου με βάση όλα τα έσοδα και τα έξοδά του, τα περιουσιακά του στοιχεία (κινητά και ακίνητα) και τις καταθέσεις του στις τράπεζες.
Η φοροδιαφυγή βέβαια ακόμα ζει και βασιλεύει, αλλά όσο σφίγγει ο κλοιός όλο και κάτι παραπάνω μπαίνει στα ταμεία.
Τον πρώτο χρόνο που εφαρμόστηκε το χτίσιμο του ηλεκτρονικού περιουσιολογίου, τα στοιχεία που συλλέγονταν από τράπεζες, ιδιωτικά σχολεία, κλινικές, ασφαλιστικές εταιρείες και εταιρείες παροχής υπηρεσιών κοινής ωφέλειας ήταν σχετικά απλά. Πόσα χρήματα διακινήθηκαν μέσω των τραπεζικών λογαριασμών, πόσοι τόκοι καταθέσεων αποδόθηκαν στους δικαιούχους, τι πλήρωσαν οι φορολογούμενοι για φως, νερό, τηλέφωνο.
Φέτος, με τα στοιχεία που ζητά ο Χ. Θεοχάρης με εγκύκλιό του από τις επιχειρήσεις, ο κλοιός έχει σφίξει.Όπως λέει χαρακτηριστικά κορυφαίο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών, όποιος πάει να χρησιμοποιήσει μαύρο, αφορολόγητο, χρήμα είναι πλέον πολύ εύκολο να εντοπιστεί.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα «μικρού» φοροφυγά. Θα δηλώσει στην εφορία για το 2013 εισοδήματα 10.000 ευρώ, αλλά από τα στοιχεία που θα μαζέψει το υπουργείο προκύπτει ότι δαπάνησε 4.000 ευρώ σε ιδιωτικό νηπιαγωγείο, 2.000 ευρώ ήταν οι δαπάνες του για φως, νερό, τηλέφωνο, έκανε μια επέμβαση που στοίχισε 1.500 ευρώ και πληρώνει σε στεγαστικό δάνειο 5.000 ευρώ. Σύνολο εσόδων 10.000, σύνολο εξόδων 12.500 χωρίς να υπολογίζουμε φόρους, χαράτσια, διατροφή και άλλα ψιλά...
Με το που θα γίνει η διασταύρωση των στοιχείων δηλωθέντων εισοδημάτων και δαπανών ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα πρέπει είτε να αποδείξει- με στοιχεία και αποδείξεις- ότι είχε κομπόδεμα στην άκρη για το οποίο έχει πληρώσει τους φόρους, είτε να αποδεχθεί ότι αποπειράθηκε να κλέψει την εφορία και τον έπιασαν στα πράσα.
Η λίστα των δεδομένων που ζητά το υπουργείο Οικονομικών από τράπεζες, ιδιωτικά θεραπευτήρια και εκπαιδευτήρια, ασφαλιστικές και εταιρείες παροχής υπηρεσιών κοινής ωφέλειας φέτος είναι σαφώς διευρυμένη. Ξεκινά από τα κλασικά, πόσα πέρασαν από τραπεζικούς λογαριασμούς, αν βγήκαν χρήματα στο εξωτερικό, πόσες επιταγές εκδόθηκαν και πού χρησιμοποιήθηκαν οι πιστωτικές κάρτες και φτάνει σε πληροφορίες όπως το ΑΦΜ του γιατρού που έκανε τη χειρουργική επέμβαση ή το πλήθος των αναλήψεων από το ΑΤΜ.
Για ελεύθερους επαγγελματίες που διατηρούν λογαριασμούς στους οποίους πιστώθηκαν πέρυσι ποσά άνω των 200.000 ευρώ και επιχειρήσεις με λογαριασμούς άνω των 300.000 ευρώ τα στοιχεία που θα στέλνουν οι τράπεζες στο υπουργείο Οικονομικών συνιστούν ακτινογραφία κάθε τους τραπεζικής κίνησης, καθώς θεωρείται ότι κινούνται στη ζώνη υψηλού φορολογικού κινδύνου.
Για τους παραπάνω φορολογούμενους οι τράπεζες θα στέλνουν στο υπουργείο εκτός από τα αυτονόητα (ονοματεπώνυμο, ΑΦΜ, αριθμό δελτίου ταυτότητας), διεύθυνση και τηλέφωνα του πελάτη, αναλυτικά στοιχεία για όλους του τους τραπεζικούς λογαριασμούς, συνδικαιούχους και γενικά κάθε στοιχείο για κάθε ευρώ που μπήκε ή βγήκε από τους τραπεζικούς λογαριασμούς.
Όταν, στο τέλος Απριλίου, όλα τα παραπάνω στοιχεία αρχίσουν να είναι επεξεργάσιμα από τη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης σε συνδυασμό με τα εισοδήματα που δηλώθηκαν το πιο απλό θα είναι να βρεθούν εκείνοι οι φορολογούμενοι που δαπάνησαν περισσότερα από όσα εισέπραξαν. Το ηλεκτρονικό καμπανάκι θα σημάνει στοχευμένο έλεγχο, αλλά με δεδομένες τις αδυναμίες του ελεγκτικού μηχανισμού, μένει να φανεί η τελική αποτελεσματικότητα του μέτρου.
Τα δεδομένα που θα στείλουν στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων οι τράπεζες, οι ΔΕΚΟ και οι επιχειρήσεις θα διατηρηθούν στην κυριότητα του υπουργείου Οικονομικών για έξι ολόκληρα χρόνια.
Με τα στοιχεία αυτά θα εμπλουτιστεί το περιουσιολόγιο που ετοιμάζει το υπουργείο, ενώ πίσω από την προσπάθεια συλλογής πλήθους δεδομένων κρύβεται η πρόθεση του υπουργείου να αποδώσουν ουσιαστικά αποτελέσματα οι έμμεσες τεχνικές ελέγχου και προσδιορισμού των εισοδημάτων.
Η εφορία θα προσδιορίζει το πραγματικό φορολογητέο εισόδημα κάθε φορολογούμενου με βάση όλα τα έσοδα και τα έξοδά του, τα περιουσιακά του στοιχεία (κινητά και ακίνητα) και τις καταθέσεις του στις τράπεζες.