- Αυξάνεται η εμπιστοσύνη μετά την πώληση ομολόγων από την Τράπεζα Πειραιώς.
Η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές συνεχίζεται, αναφέρει δημοσίευμα του πρακτορείου Bloomberg, με αφορμή τη χθεσινή πώληση ομολόγων ύψους 500 εκατ. ευρώ..
από την Τράπεζα Πειραιώς, την πρώτη μετά το 2009 από ελληνικό πιστωτικό ίδρυμα.
Το δημοσίευμα υπενθυμίζει επίσης τη δήλωση του υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων Μιχάλη Χρυσοχοΐδη ότι η Ελλάδα θα εκδώσει ομόλογα πιθανόν πριν από τον Μάιο, για πρώτη φορά μετά από τέσσερα χρόνια.
Η τιμή του ομολόγου της Τράπεζας Πειραιώς, που λήγει το 2017 και έχει τοκομερίδιο 5%, αυξήθηκε κατά 1 σεντ στο ευρώ μετά την έναρξη της διαπραγμάτευσής του, σύμφωνα με τη χρηματιστηριακή εταιρεία Jefferies International, αναφέρει το δημοσίευμα.
«Δεν νομίζω ότι η Πειραιώς θα μπορούσε να επιτύχει μία τέτοια συναλλαγή πριν από ένα χρόνο, αλλά τώρα η κατάσταση στην περιφέρεια (της Ευρωζώνης) έχει βελτιωθεί σε μεγάλο βαθμό» δήλωσε ο Φόλκερ Μάρνετ- Ίνσλινγκερ, επικεφαλής επενδύσεων σε ομόλογα της εταιρείας Deka Investment στη Φρανκφούρτη, προσθέτοντας: «Βλέπουμε τεράστια ζήτηση για συναλλαγές με υψηλές αποδόσεις».
Η νέα εμπιστοσύνη αντανακλά το θετικό κλίμα για την Ευρωζώνη συνολικά. Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων των χωρών της Περιφέρειας, από την Ελλάδα έως την Ιρλανδία, έχουν μειωθεί στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2010 τουλάχιστον, καθώς η ανάκαμψη από την κρίση κρατικού χρέους κερδίζει δυναμική, αναφέρει το Bloomberg.
Τα ελληνικά ομόλογα απέφεραν φέτος κέρδος 18%, το μεγαλύτερο από τους τίτλους 15 αγορών της Ευρωζώνης. Τα πορτογαλικά ομόλογα απέφεραν κέρδος 10% και τα ισπανικά 5,3%.
Η έκδοση του ομολόγου από την Πειραιώς ανοίγει εκ νέου τη χρηματοπιστωτική αγορά για τις ελληνικές τράπεζες, καταδεικνύοντας τον βαθμό της εμπιστοσύνης των επενδυτών στις περιφερειακές χώρες, και υποδηλώνει ότι πιθανόν επίκειται η έξοδος της Ελλάδας στις κεφαλαιαγορές, δήλωσαν αναλυτές της βρετανικής τράπεζας Royal Bank of Scotland σε σημείωμά τους.
Η απόδοση του 10ετούς ελληνικού ομολόγου μειώθηκε χθες κατά 22 μονάδες βάσης (0,22 της ποσοστιαίας μονάδας) στο 6,82%.