- Σταθερά τις υψηλότερες κατά κεφαλήν δαπάνες για φάρμακα έχουν οι Ελληνες.
Παρά τα μέτρα που έχουν ληφθεί, σε κάθε Ελληνα αντιστοιχούν κάθε χρόνο 440 ευρώ για φάρμακα, όταν ο μέσος Ισπανός επιβαρύνεται με... 384 ευρώ, ο Ιταλός με 374 ευρώ και ο Πορτογάλος με 347 ευρώ.
Στην έκθεσή τους οι ειδικοί του ΟΟΣΑ σημειώνουν ότι η δαπάνη Υγείας στην Ελλάδα ανήλθε το 2012 στο 9,3% του εθνικού προϊόντος (ΑΕΠ). Το ποσοστό είναι ανάλογο με εκείνο των 34 χωρών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) που περιλαμβάνονται στη συγκριτική μελέτη.
Είναι, όμως, κάτω από το 10% του ΑΕΠ που είχε η χώρα μας το 2010 και χαμηλότερο από το ποσοστό των δαπανών Υγείας άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως η Ολλανδία, η Γαλλία, η Ελβετία και η Γερμανία (όλες πάνω από 11%).
Το 67% των συνολικών δαπανών Υγείας στην Ελλάδα αφορούν τον δημόσιο τομέα (προϋπολογισμός, Ταμεία) και το 33% απευθείας από τους πολίτες. Το στοιχείο κατατάσσει τη χώρα μας σε μία από τις τελευταίες θέσεις σε σχέση με τις δημόσιες δαπάνες, οι οποίες υστερούν σημαντικά από τον μέσο όρο των άλλων χωρών του ΟΟΣΑ (72%).
Η δαπάνη Υγείας στην Ελλάδα υποχωρεί συνεχώς από το 2009, στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής. Τα ποσοστά της μείωσης ήταν διψήφια το 2010 και το 2012, με τη συνολική δαπάνη να έχει υποχωρήσει κατά 25% από το 2008.
Πρόσφατα στοιχεία της Πανελλήνιας Ενωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) δείχνουν ότι οι πολιτικές που προωθούνται τα τελευταία 25 χρόνια για το φάρμακο ευνοούν τα εισαγόμενα φάρμακα, με αποτέλεσμα τη βαθμιαία αποδυνάμωση των μεριδίων αγοράς των ελληνικών φαρμάκων.
Το 70% του φαρμακευτικού προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ δαπανάται σε 100 σκευάσματα, από τα οποία μόνο τα τρία παράγονται στην Ελλάδα.
Οι εκπρόσωποι της ΠΕΦ τονίζουν ότι οι προσπάθειες που καταβάλλονται για τον περιορισμό της φαρμακευτικής δαπάνης βασίζονται κατά κύριο λόγο στον άξονα της τιμολόγησης. Γίνονται συνεχείς μειώσεις των τιμών, ιδιαίτερα των φαρμάκων της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας, παραβλέποντας το γεγονός, πως η αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης τα προηγούμενα χρόνια προέκυψε ως αποτέλεσμα της ανεξέλεγκτης κατανάλωσης ακριβών εισαγόμενων φαρμάκων.
Η Ελλάδα αποτελεί τη μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης όπου η απόφαση για την ασφαλιστική κάλυψη των νέων φαρμάκων δεν βασίζεται στην αξιολόγηση της σχέσης του θεραπευτικού τους οφέλους προς το κόστος αλλά επικεντρώνεται ασύμμετρα στις τιμές των γενοσήμων φαρμάκων, τα οποία αποτελούν και τη βασική παραγωγή των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών.
Εκτιμάται ότι το γεγονός αυτό αποπροσανατολίζει από την ουσία του προβλήματος, την ώρα που είναι ολοφάνερη η απουσία παρεμβάσεων στους υπόλοιπους παράγοντες που συντελούν καθοριστικά στην αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης.