Ο λαθρεπιβάτης σπανίως απολαμβάνει ολόκληρο το ταξίδι. Εχει, όμως, ανέβει στο πλοίο αυθαίρετα, με στόχο να φτάσει στον προορισμό του χωρίς να ανησυχεί για το εισιτήριο.
Και αυτό είναι αρκετό για να αξίζει τιμωρίας, όταν τελικά πιαστεί.
...Κάπως έτσι μας βλέπουν πολλοί εταίροι.
Η επιχειρηματολογία έχει ως εξής:
Είμαστε μία χώρα η οποία ανέβηκε στο πλοίο του ευρώ με «πλαστό» εισιτήριο (τα περίφημα greek statistics) και έκανε επί χρόνια ένα «δωρεάν» ταξίδι με όλα τα «κομφόρ».
Μπορούσαμε να ακολουθούμε γραμμή δημοσιονομικής «ασωτίας», να ξοδεύουμε περισσότερα από τις δυνάμεις μας και να μην ανησυχούμε για τον λογαριασμό.
Οι αγορές μάς αντιμετώπιζαν ως μέλος ενός ισχυρού κλαμπ και μας πρόσφεραν χαμηλά επιτόκια, χωρίς να ζητούν να κοιτάξουν τα χαρτιά μας.
Η εικόνα αυτή, αν και υπερβολικά απλουστευτική, θα μπορούσε να δεχθεί κανείς ότι δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Είμαστε, όμως, εμείς οι μόνοι ή οι μεγαλύτεροι λαθρεπιβάτες του ευρώ; Οχι απαντά μία μερίδα οικονομικών αναλυτών και δείχνει τη Γερμανία.
Η χώρα αυτή, με το χαμηλό πληθωρισμό, τα υψηλά ποσοστά απασχόλησης, τα τεράστια εμπορικά πλεονάσματα και τον ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, είναι παγκόσμια εξαγωγική δύναμη και αναπτύσσεται (χάρη στο φθηνό ευρώ), την ώρα που οι υπόλοιποι είναι παγιδευμένοι σε στασιμότητα ή και ύφεση συνοδευόμενη με καλπάζουσα ανεργία.
Η επιτυχία αυτή οφείλεται εν πολλοίς στο γεγονός ότι επί χρόνια κρατούσε υπό πίεση τους μισθούς, απέφευγε μέτρα που ενισχύουν την εσωτερική κατανάλωση και στηριζόταν στο ανθηρό εξωτερικό εμπόριο.
Ακολουθούσε αυτό που οι ειδικοί ονομάζουν «στρατηγική καιροσκοπισμού» εις βάρος των «γειτόνων» (beggar thy neighbor policy). Και σήμερα, ενώ είναι αυτή που αντιδρά στις τολμηρές αποφάσεις της ΕΚΤ, αναδεικνύεται και πάλι στο μεγάλο ωφελημένο από την πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης.
Το Βερολίνο αναγνωρίζει ότι απολαμβάνει οφέλη, αλλά απαντά ότι αυτά οφείλονται στο γεγονός πως το ίδιο φρόντισε να καταστήσει ανταγωνιστική την οικονομία του. Θυμίζει, δε, ότι τα τελευταία χρόνια έχει δείξει «αλληλεγγύη».
Κέρδη και ζημίες από την ένταξη στο ευρώ βαρύνουν διαφορετικά στη ζυγαριά του κάθε κράτους.
Η συνολική εικόνα, όμως, είναι μάλλον απογοητευτική. Και τούτο γιατί η περίφημη ιδέα της «σύγκλισης», στην οποία βασίστηκε το όλο εγχείρημα, δεν ήρθε ποτέ.
Και δεν ήρθε ίσως γιατί όλα τα μέλη (λαθρεπιβάτες και μη) παγιδεύτηκαν στο λεγόμενο «χρυσό ζουρλομανδύα»: το ένδυμα που με περισσή αυτοπεποίθηση είχε προτείνει ο Τόμας Φρίντμαν (τονίζοντας ότι το έραψε η Μάργκαρετ Θάτσερ, με τον Ρόναλντ Ρέιγκαν να βάζει τα κουμπιά) ως το πλέον ενδεδειγμένο.
Το φόρεσαν (με μικρές διαφοροποιήσεις στο «μήκος» μόνο) οι περισσότερες οικονομίες του ανεπτυγμένου κόσμου. Στην περίπτωση της Ευρωζώνης ο «ζουρλομανδύας» ήρθε στη μορφή του αυστηρότατου δημοσιονομικού πλαισίου του Συμφώνου Σταθερότητας και της απελευθέρωσης των αγορών. Αυτό το ένδυμα, όμως, αποδείχθηκε πολύ «στενό» για ουσιαστικές πολιτικές διεργασίες.
Αφησε χώρο μόνο για έναν ανταγωνισμό ανάμεσα σε περισσότερο και λιγότερο αποτελεσματικούς διαχειριστές της ελεύθερης αγοράς. Και το πλοίο της Ευρωζώνης σήμερα έχει ανάγκη κάτι περισσότερο από έναν απλό διαχειριστή...
της Ν.Στασινού