- Εάν οι υποστηρικτές της σκληρής γραμμής λιτότητας στην Ευρώπη δεν υποκύψουν, η Ελλάδα δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να αθετήσει τις επικείμενες πληρωμές της για το χρέος, είπε ο Έλληνα υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης σε συνέντευξη του στη Huffington Post.
Σε ερώτηση σχετικά με το τι θα συμβεί εάν οι... ανειστές παραμείνουν σταθεροί και πουν όχι, η συμφωνία είναι συμφωνία. Υπάρχει άλλη επιλογή πέρα από την χρεοκοπία στις επόμενες εβδομάδες;
«Επιτρέψτε μου να είμαι ακριβής σε αυτό», επεσήμανε ο κ. Βαρουφάκης, «γιατί αυτές είναι προβληματικές εποχές και υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που θα κολλήσουν σε οποιαδήποτε λέξη ή φράση που κρίνουν εκείνοι σκόπιμο για να δημιουργήσουν πρόβλημα. Αυτή δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για να τους επιτρέψουμε να το κάνουν αυτό. Το γεγονός είναι ότι η Ελλάδα είναι έξω από τις αγορές και πληρώνει τα χρέη της τους τελευταίους μήνες χρησιμοποιώντας τη λιγοστή ρευστότητά της».
«Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Εάν μπορούσε, τότε δεν θα ήμασταν χώρα σε πρόγραμμα, σωστά; Έτσι, εάν οι εταίροι μας στους θεσμούς μας πουν “δεν έχει ρευστότητα για εσάς, καμία εκταμίευση, καμία νέα συμφωνία”, αυτό φυσικά δεν είναι βιώσιμο, όπως δεν θα ήταν για οποιαδήποτε χώρα που είναι σε ένα είδος προγράμματος του ΔΝΤ, ένα πρόγραμμα με την Τρόικα ή ένα πρόγραμμα της ΕΚΤ».
Σε ερώτηση για το κατά πόσον θα ήταν εφικτό η Ελλάδα να χρεοκοπήσει και να εξακολουθήσει να είναι στο ευρώ, είπε: «Αυτό έχει ήδη συμβεί. Το 2012, η ελληνική κυβέρνηση αθέτησε την πληρωμή 100 δισ. ευρώ υφιστάμενων υποχρεώσεων για το χρέους».
Διευκρίνισε ωστόσο ότι οποιαδήποτε μορφή χρεοκοπίας δεν θα ήταν «η σωστή λύση τώρα».
«Δεν δουλεύουμε προς αυτή την κατεύθυνση, δεν είναι κάτι που σχεδιάζουμε, δεν είναι κάτι που ευχόμαστε. Αυτό που επιδιώκουμε είναι να δημιουργήσουμε ένα νέο συμβόλαιο ανάμεσα στην Ελλάδα και τους διεθνείς εταίρους μας».
«Έχουμε μια συμφωνία, αυτή της 20ης Φεβρουαρίου, η οποία πολύ συγκεκριμένα αναφέρει ότι η τελική αξιολόγηση της υφιστάμενης συμφωνίας θα κριθεί στα τέλη Απριλίου», πρόσθεσε.
«Εργαζόμαστε πολύ σκληρά για αυτό και δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι η Ευρώπη θα βρει έναν τρόπο για να δημιουργήσουν ένα κοινό έδαφος μεταξύ του προηγούμενου προγράμματος -στο οποίο πολλοί από τους εταίρους μας επιμένουν, απλά επειδή υπάρχει, υπάρχει μια ορισμένη αδράνεια- και των νέων δεδομένων που βρίσκονται στο τραπέζι, τις προτεραιότητες της κυβέρνησής μας, τις απαιτήσεις της νέας μακροοικονομικής πραγματικότητα που αντιμετωπίζουμε».