- Ένας πλήρης οδηγός για όσους θέλουν να ...βρίζουν σαν τους αρχαίους ημών προγόνους.
Παλιότερα, φράσεις όπως αυτή του Ζουράρι στη βουλή για τους Γερμανούς, μας «έχουν πρήξει τα μέζεα του στεατοπυγικού μας υποσυστήματος», έχουν προκαλέσει...πανικό στα social media. Έτσι, εκατοντάδες χρήστες άρχισαν να «μεταφράζουν» στα αρχαία γνωστές βρισιές.
Πέρα, όμως, από το τρολάρισμα στα social media οι αρχαίοι Έλληνες πράγματι έβριζαν. Αυτο αλλωστε διαπιστώνεται και από τις αρχαίες κωμωδίες.
Δείτε τις πιο γνωστές βωμολοχίες των αρχαίων Ελλήνων, όπως καταγράφονται το βιβλίο του Μάριου Βερέττα, «Τα βρωμόλογα των αρχαίων Ελλήνων»:
-ΑΒΡΟΒΑΤΗΣ: θηλυπρεπής άνδρας με γυναικείο βάδισμα [αβροβάτης = αβρός(τρυφερός) + βαίνω (προχωρώ, εισέρχομαι)
-ΑΝΑΣΕΙΣΙΦΑΛΛΟΣ: φιλήδονη γυναίκα που πιάνει και κουνάει τον φαλλό [ανασεισίφαλλος = ανασείω + φαλλός]
-ΒΔΕΩ: πέρδομαι [βδέω = βρωμάω]
-ΓΛΩΤΤΟΔΕΨΕΩ: κάνω μαλάξεις με τη γλώσσα
-ΓΟΓΓΥΛΗ: βυζί / στήθος [γογγύλη = ολοστρόγγυλη]
-ΓΥΝΑΙΚΟΠΙΠΗΣ: μπανιστιρτζής [ γυναικοπίπης = γυναίκα + οπιπτεύω]
-ΔΡΟΜΑΣ: πόρνη του δρόμου [δρομάς = δρόμος]
-ΕΣΧΑΡΑ: γυναικείο αιδοίο [εσχάρα = από το ρήμα ίσχω (εμποδίζω)]
-ΕΥΠΥΓΟΣ: γυναίκα με ωραία οπίσθια [εύπυγος = ευ + πυγή ]
-ΚΑΣΣΩΡΙΣ: πόρνη [κασσωρίς = από το κάσις (αδελφός, εταίρος)] ΜΥΖΟΥΡΙΣ: γυναίκα που βυζαίνει πέος [μύζουρις = μυζάω + ουρά (πέος)]
-ΠΗΘΙΚΑΛΩΠΗΞ: άνθρωπος πανούργος [πιθηκαλώπηξ = πίθηκος = αλώπηξ]
-ΠΟΣΘΩΝ: άνδρας με μεγάλο πέος [πόσθων = από το πόσθη(πέος)]
-ΡΩΠΟΠΕΡΠΕΡΗΘΡΑΣ: άνδρας που εκστομίζει ακατάπαυστα χαζομάρες [ρωποπερπερήθρας = ρώπος(φτηνόπραγμα) + πέρπερος (φλυαρία)]
-ΗΔΟΝΟΘΗΚΗ: το αιδοίο
-ΚΥΝΤΕΡΟΣ: ο αναίσχυντος, ο κοπρίτης [> κύων]
-ΚΙΝΟΥΡΗΣ αυτός που περπατά επιδεικνύοντας τα γεννητικά του όργανα [κίνουρης = κινέω + ουρά]
-ΛΕΧΡΙΟΣ [ > λέχριος (λεχρίτης)]
-ΛΥΔΙΑ: η πόρνη στην ρωμαϊκή εποχή, επειδή συνήθως ήταν από την ομώνυμη περιοχή της Μικρασίας οι πόρνες πολυτελείας.
-ΛΟΧΜΗ: το τριχωτό αιδοίο [> λόχμη (θάμνος)]
-ΣΠΟΔΗΡΙΛΑΥΡΑ: αυτός που τρώει κόπρανα [σποδή (καταβροχθίζω) + λαύρα (απόπατος)]
-ΧΑΛΚΙΔΙΤΙΣ: η πολύ φτηνή πόρνη, αυτή που εκδίδεται για ένα χάλκινο νόμισμα.
-«Αποσκότισόν με» έλεγαν σε κάποιον για να πάψει να τους σκοτίζει
-«Μαψ», ήταν ο ανόητος. Η λέξη έχει επιβιώσει μάλιστα μέχρι σήμερα ως «μάπας» και είναι μια από τις πιο αρχαίες βωμολοχίες.
-Αμάρευμα: κατακάθι της κοινωνίας (ους. αμάρα=χαντάκι)
-Βδέλυγμα: σίχαμα
-Έκφαυλος: ατιμασμένος
-Κόβαλος: παράσιτο
-Κόπρειος: τιποτένιος
-Μιάστωρ: μίασμα
-Σκωραμίς: απατεώνας / καθίκι...
-ΛΕΧΡΙΟΣ: Λεχρίτης
-ΛΟΧΜΗ: το τριχωτό αιδoίο.