«Πρόκειται για λάθος», ανέφερε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος σχολιάζοντας τις εκτιμήσεις του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, για το ύψος των τόκων που καλείται να πληρώσει η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής οδηγήθηκε σε λανθασμένες εκτιμήσεις, αξιοποιώντας στοιχεία του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρήματος που είχαν μεταβιβαστεί στη Βουλή το 2014, σημειώνει ο υπουργός Οικονομικών με δήλωσή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», με αποτέλεσμα να εκτινάσσει τους τόκους στα 84,3 δισεκατομμύρια ευρώ την χρονική περίοδο 2021-2026.
Από την πλευρά του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής εξέπεμψε σήμα κινδύνου για το χρέος, που χωρίς παρεμβάσεις θα εκτιναχθεί σε δυσθεώρητα ύψη μετά το 2021, τονίζοντας ότι «χωρίς σοβαρή ελάφρυνση χρέους η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει». Αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος, εξηγεί, που καθιστά επιτακτική την ομαλή εφαρμογή του προγράμματος έως τον Αύγουστο του 2018, καθώς αυτό αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για να γίνει το επόμενο βήμα για τη διευθέτηση του χρέους.
Στην τριμηνιαία έκθεσή του διαπιστώνει πρόοδο στις σχέσεις με τους θεσμούς, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής έκανε λόγο για θετικές προοπτικές στην οικονομία και ενδείξεις ότι αφήνει την κρίση πίσω της, προσθέτοντας ωστόσο ότι «η μακροχρόνια αναπτυξιακή προοπτική παραμένει αμφίβολη όσο καιρό δεν αλλάζουν βασικές δομές και θεσμοί της χώρας» και απευθύνει εννέα συστάσεις στην κυβέρνηση.
Παράλληλα, επανέλαβε τους φόβους του για εξάντληση της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών, γεγονός που θα έχει άμεση επίπτωση στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων των επόμενων ετών. Για τους τελευταίους δε, επιμένοντας ότι τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα είναι «μάλλον ανέφικτα» ελπίζει σε αναθεώρηση των στόχων.
Όπως σημειώνει «το τρίτο πρόγραμμα προσαρμογής («μνημόνιο») τελειώνει τον Αύγουστο 2018. Ο γενικός στόχος της κυβέρνησης είναι να πετύχει «καθαρή έξοδο στις αγορές», δηλαδή να εξυπηρετεί τα δάνεια της χώρας χωρίς τη διακρατική βοήθεια του ΕΜΣ (και οριακά του ΔΝΤ). Πρόκειται για ένα θεμιτό στόχο γιατί, αν επιτευχθεί, θα έχει ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, το τέλος της αυστηρής και σε βάθος εποπτείας που συνοδεύει τα μνημόνια, ενώ θα ανοίξει και τον δρόμο για ελάφρυνση του χρέους».
Ωστόσο, τονίζει, «η έξοδος στις αγορές δεν σημαίνει είσοδο σε μια κατάσταση χωρίς δημοσιονομικούς (και άλλους) περιορισμούς. Η Ελλάδα, ακόμα και αν όλα πάνε καλά, θα υπάγεται στους ισχύοντες για τα κράτη μέλη περιορισμούς της δημοσιονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ και ειδικά της Ευρωζώνης [...] Ακόμα και μια «καθαρή» έξοδος στις αγορές δεν συνεπάγεται και έξοδο από κάθε επιτήρηση!».
Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής οδηγήθηκε σε λανθασμένες εκτιμήσεις, αξιοποιώντας στοιχεία του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρήματος που είχαν μεταβιβαστεί στη Βουλή το 2014, σημειώνει ο υπουργός Οικονομικών με δήλωσή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», με αποτέλεσμα να εκτινάσσει τους τόκους στα 84,3 δισεκατομμύρια ευρώ την χρονική περίοδο 2021-2026.
Γρ. Προϋπολογισμού: Θα χρεοκοπήσουμε χωρίς ελάφρυνση χρέους
Από την πλευρά του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής εξέπεμψε σήμα κινδύνου για το χρέος, που χωρίς παρεμβάσεις θα εκτιναχθεί σε δυσθεώρητα ύψη μετά το 2021, τονίζοντας ότι «χωρίς σοβαρή ελάφρυνση χρέους η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει». Αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος, εξηγεί, που καθιστά επιτακτική την ομαλή εφαρμογή του προγράμματος έως τον Αύγουστο του 2018, καθώς αυτό αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για να γίνει το επόμενο βήμα για τη διευθέτηση του χρέους.
Στην τριμηνιαία έκθεσή του διαπιστώνει πρόοδο στις σχέσεις με τους θεσμούς, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής έκανε λόγο για θετικές προοπτικές στην οικονομία και ενδείξεις ότι αφήνει την κρίση πίσω της, προσθέτοντας ωστόσο ότι «η μακροχρόνια αναπτυξιακή προοπτική παραμένει αμφίβολη όσο καιρό δεν αλλάζουν βασικές δομές και θεσμοί της χώρας» και απευθύνει εννέα συστάσεις στην κυβέρνηση.
Παράλληλα, επανέλαβε τους φόβους του για εξάντληση της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών, γεγονός που θα έχει άμεση επίπτωση στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων των επόμενων ετών. Για τους τελευταίους δε, επιμένοντας ότι τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα είναι «μάλλον ανέφικτα» ελπίζει σε αναθεώρηση των στόχων.
Όπως σημειώνει «το τρίτο πρόγραμμα προσαρμογής («μνημόνιο») τελειώνει τον Αύγουστο 2018. Ο γενικός στόχος της κυβέρνησης είναι να πετύχει «καθαρή έξοδο στις αγορές», δηλαδή να εξυπηρετεί τα δάνεια της χώρας χωρίς τη διακρατική βοήθεια του ΕΜΣ (και οριακά του ΔΝΤ). Πρόκειται για ένα θεμιτό στόχο γιατί, αν επιτευχθεί, θα έχει ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, το τέλος της αυστηρής και σε βάθος εποπτείας που συνοδεύει τα μνημόνια, ενώ θα ανοίξει και τον δρόμο για ελάφρυνση του χρέους».
Ωστόσο, τονίζει, «η έξοδος στις αγορές δεν σημαίνει είσοδο σε μια κατάσταση χωρίς δημοσιονομικούς (και άλλους) περιορισμούς. Η Ελλάδα, ακόμα και αν όλα πάνε καλά, θα υπάγεται στους ισχύοντες για τα κράτη μέλη περιορισμούς της δημοσιονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ και ειδικά της Ευρωζώνης [...] Ακόμα και μια «καθαρή» έξοδος στις αγορές δεν συνεπάγεται και έξοδο από κάθε επιτήρηση!».