Προσχέδιο ψηφίσματος που θα ορίζει ότι οιαδήποτε απόφαση για το στάτους της Ιερουσαλήμ δεν έχει νομική βάση και θα πρέπει να ανακληθεί εξετάζει το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με πληροφορίες του Reuters και του Γαλλικού Πρακτορείου.
Το προσχέδιο έρχεται στον απόηχο της απόφασης του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ να αναγνωρίσει μονομερώς την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, αγνοώντας τη διαφορετική θέση σύσσωμης της διεθνούς κοινότητας.
Το προσχέδιο, που συντάχθηκε από την αντιπροσωπεία της Αιγύπτου, φέρεται να έχει ευρεία στήριξη στο Συμβούλιο Ασφαλείας, όμως οι ΗΠΑ μπορούν να το καταρρίψουν καθώς έχουν δικαίωμα βέτο.
Στο κείμενο δεν γίνεται ευθεία αναφορά στον κ. Τραμπ ή στην αμερικανική στάση, όμως επαναβεβαιώνεται η πάγια θέση της διεθνούς κοινότητας ότι το στάτους της Ιερουσαλήμ θα πρέπει να αποφασιστεί «μέσω διαπραγματεύσεων».
«Κάθε απόφαση που ισχυρίζεται ότι έχει αλλάξει τον χαρακτήρα, το στάτους, ή τη δημογραφική σύνθεση» της Ιερουσαλήμ «δεν έχει νομική ισχύ, είναι κενή και άκυρη και πρέπει να ανακληθεί», αναφέρεται στο προσχέδιο.
Το ζήτημα της Ιερουσαλήμ είναι ένα από τα πιο ακανθώδη μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστίνιων.
Το Ισραήλ κατέλαβε το σύνολο της Ιερουσαλήμ κατά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, το 1967, και έχει εγκαταστήσει εκεί το κοινοβούλιο, την πρωθυπουργική έδρα και πολλά άλλα κυβερνητικά κτήρια. Ωστόσο, η διεθνής κοινότητα δεν αναγνωρίζει τις αξιώσεις του Ισραήλ καθώς οι Παλαιστίνιοι διεκδικούν το ανατολικό τμήμα της πόλης ως πρωτεύουσα δικού τους μελλοντικού κράτους.
Το προσχέδιο φέρεται να καλεί όλα τα κράτη να συμμορφωθούν με παλαιότερα ψηφίσματα του Συμβουλίου σχετικά με την Ιερουσαλήμ και να μην προβούν σε κινήσεις που αντιβαίνουν σε αυτά.
Τον περσινό Δεκέμβριο το Συμβούλιο Ασφαλείας πέρασε ψήφισμα που ορίζει ότι δεν αναγνωρίζει αλλαγές στις συνοριογραμμές του 1967, θέση που στηρίζει και η ΕΕ.
Η τότε κυβέρνηση των ΗΠΑ, υπό τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, απείχε από την εν λόγω ψηφοφορία, επιτρέποντας το ψήφισμα να περάσει.
Το προσχέδιο έρχεται στον απόηχο της απόφασης του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ να αναγνωρίσει μονομερώς την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, αγνοώντας τη διαφορετική θέση σύσσωμης της διεθνούς κοινότητας.
Το προσχέδιο, που συντάχθηκε από την αντιπροσωπεία της Αιγύπτου, φέρεται να έχει ευρεία στήριξη στο Συμβούλιο Ασφαλείας, όμως οι ΗΠΑ μπορούν να το καταρρίψουν καθώς έχουν δικαίωμα βέτο.
Στο κείμενο δεν γίνεται ευθεία αναφορά στον κ. Τραμπ ή στην αμερικανική στάση, όμως επαναβεβαιώνεται η πάγια θέση της διεθνούς κοινότητας ότι το στάτους της Ιερουσαλήμ θα πρέπει να αποφασιστεί «μέσω διαπραγματεύσεων».
«Κάθε απόφαση που ισχυρίζεται ότι έχει αλλάξει τον χαρακτήρα, το στάτους, ή τη δημογραφική σύνθεση» της Ιερουσαλήμ «δεν έχει νομική ισχύ, είναι κενή και άκυρη και πρέπει να ανακληθεί», αναφέρεται στο προσχέδιο.
Το ζήτημα της Ιερουσαλήμ είναι ένα από τα πιο ακανθώδη μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστίνιων.
Το Ισραήλ κατέλαβε το σύνολο της Ιερουσαλήμ κατά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, το 1967, και έχει εγκαταστήσει εκεί το κοινοβούλιο, την πρωθυπουργική έδρα και πολλά άλλα κυβερνητικά κτήρια. Ωστόσο, η διεθνής κοινότητα δεν αναγνωρίζει τις αξιώσεις του Ισραήλ καθώς οι Παλαιστίνιοι διεκδικούν το ανατολικό τμήμα της πόλης ως πρωτεύουσα δικού τους μελλοντικού κράτους.
Το προσχέδιο φέρεται να καλεί όλα τα κράτη να συμμορφωθούν με παλαιότερα ψηφίσματα του Συμβουλίου σχετικά με την Ιερουσαλήμ και να μην προβούν σε κινήσεις που αντιβαίνουν σε αυτά.
Τον περσινό Δεκέμβριο το Συμβούλιο Ασφαλείας πέρασε ψήφισμα που ορίζει ότι δεν αναγνωρίζει αλλαγές στις συνοριογραμμές του 1967, θέση που στηρίζει και η ΕΕ.
Η τότε κυβέρνηση των ΗΠΑ, υπό τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, απείχε από την εν λόγω ψηφοφορία, επιτρέποντας το ψήφισμα να περάσει.