Λίγες μόνον μέρες πριν το δημοψήφισμα στα Σκόπια, για την αποδοχή η μη της Συμφωνίας των Πρεσπών και την ονοματοδοσία του γειτονικού κρατιδίου σε "Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» και πέντε ευρωβουλευτές, από τρείς πολιτικές ομάδες της Ευρωβουλής, πήραν την απάντηση τους από την Κομισιόν, για το ποιος έχει αρμοδιότητα να «προστατεύσει τα δικαιώματα της Μακεδονικής Μειονότητας» στην …Βουλγαρία!
Κατά πως υποστήριζαν στην, από 18 Ιουνίου 2018, γραπτή τους ερώτηση οι ευρωβουλευτές Josep-MariaTerricabras από τους Πράσινους ,οι NilsTorvalds και IzaskunBilbaoBarandica από τους Φιλελεύθερους και οι IuliuWinkler , CsabaSógor από τους Χριστιανοδημοκράτες, «πριν από το 1963, η μακεδονική μειονότητα στη Βουλγαρία είχε επίσημα αναγνωριστεί, στη συνέχεια, όμως, κηρύχθηκε ανύπαρκτη και το βουλγαρικό κράτος άρχισε εκστρατεία αφομοίωσης και δίωξης της.»
Υπογράμμιζαν δε ακόμη ότι:
Η Βουλγαρία έγινε κράτος μέλος της ΕΕ το 2007 και δέκα χρόνια μετά αυτή η πολιτική έχει αλλάξει ελάχιστα: η μακεδονική μειονότητα δεν έχει ακόμη αναγνωριστεί, η Σύμβαση-πλαίσιο για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων έχει παραμεληθεί και καμία ΜΚΟ ή πολιτικό κόμμα της πΓΔΜ και οι πολίτες που θεωρούν τους εαυτούς τους Μακεδόνες δεν μπορούν να το δηλώσουν επίσημα.
Αυτές οι πολιτικές οδήγησαν σε 11 αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ) κατά της Βουλγαρίας και έχουν καταδικαστεί σε κάθε σημαντική έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Η ερώτηση που υποβλήθηκε στην Κομισιόν, τότε, είχε να κάνει με το πώς αυτή θα εξασφαλίσει ότι «η Βουλγαρία σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ευρωπαίων πολιτών στη Βουλγαρία που ανήκουν στη μακεδονική μειονότητα».
Στην απάντηση που έδωσε, για λογαριασμό της Κομισιόν, η Επίτροπος Jourová στις 21 Σεπτεμβρίου 2018, δεν φαίνεται να ενοχλείται από το γεγονός ότι η εν λόγω μειονότητα αποκαλείται «Μακεδονική», αλλά εναποθέτει την ευθύνη για την προστασία των δικαιωμάτων της στις αρχές της Βουλγαρίας.
Λέει, συγκεκριμένα και επί λέξει , η Επίτροπος:
Ο σεβασμός των δικαιωμάτων των ατόμων που ανήκουν σε μειονότητες αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποτελεί αρχή που ρητά αναφέρεται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιπλέον, κάθε διάκριση λόγω της ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας απαγορεύεται ρητά βάσει του άρθρου 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Κομισιόν μεριμνά για την τήρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και, ειδικότερα, του δικαιώματος μη διακριτικής μεταχείρισης κατά την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας.
Ωστόσο, δεν έχουν ανατεθεί στην Κομισιόν ειδικές εξουσίες για να ενεργήσει, όσον αφορά τις μειονότητες και ειδικά για θέματα που αφορούν την αναγνώριση του καθεστώτος των μειονοτήτων, την αυτοδιάθεση και την αυτονομία τους ή το καθεστώς που διέπει τη χρήση περιφερειακών ή μειονοτικών γλωσσών.
Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη διατηρούν γενικές εξουσίες λήψης αποφάσεων σχετικά με τις μειονότητες, δεδομένου ότι, σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, οι διατάξεις του Χάρτη απευθύνονται στα κράτη μέλη μόνο όταν εφαρμόζουν το κοινοτικό δίκαιο. Επομένως, εναπόκειται στα κράτη μέλη να διασφαλίσουν την τήρηση των υποχρεώσεών τους όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως προκύπτουν από τις διεθνείς συμφωνίες και από την εσωτερική τους νομοθεσία.
Ν.Ρούσσης- Στρασβούργο
Κατά πως υποστήριζαν στην, από 18 Ιουνίου 2018, γραπτή τους ερώτηση οι ευρωβουλευτές Josep-MariaTerricabras από τους Πράσινους ,οι NilsTorvalds και IzaskunBilbaoBarandica από τους Φιλελεύθερους και οι IuliuWinkler , CsabaSógor από τους Χριστιανοδημοκράτες, «πριν από το 1963, η μακεδονική μειονότητα στη Βουλγαρία είχε επίσημα αναγνωριστεί, στη συνέχεια, όμως, κηρύχθηκε ανύπαρκτη και το βουλγαρικό κράτος άρχισε εκστρατεία αφομοίωσης και δίωξης της.»
Υπογράμμιζαν δε ακόμη ότι:
Η Βουλγαρία έγινε κράτος μέλος της ΕΕ το 2007 και δέκα χρόνια μετά αυτή η πολιτική έχει αλλάξει ελάχιστα: η μακεδονική μειονότητα δεν έχει ακόμη αναγνωριστεί, η Σύμβαση-πλαίσιο για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων έχει παραμεληθεί και καμία ΜΚΟ ή πολιτικό κόμμα της πΓΔΜ και οι πολίτες που θεωρούν τους εαυτούς τους Μακεδόνες δεν μπορούν να το δηλώσουν επίσημα.
Αυτές οι πολιτικές οδήγησαν σε 11 αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ) κατά της Βουλγαρίας και έχουν καταδικαστεί σε κάθε σημαντική έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Η ερώτηση που υποβλήθηκε στην Κομισιόν, τότε, είχε να κάνει με το πώς αυτή θα εξασφαλίσει ότι «η Βουλγαρία σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ευρωπαίων πολιτών στη Βουλγαρία που ανήκουν στη μακεδονική μειονότητα».
Στην απάντηση που έδωσε, για λογαριασμό της Κομισιόν, η Επίτροπος Jourová στις 21 Σεπτεμβρίου 2018, δεν φαίνεται να ενοχλείται από το γεγονός ότι η εν λόγω μειονότητα αποκαλείται «Μακεδονική», αλλά εναποθέτει την ευθύνη για την προστασία των δικαιωμάτων της στις αρχές της Βουλγαρίας.
Λέει, συγκεκριμένα και επί λέξει , η Επίτροπος:
Ο σεβασμός των δικαιωμάτων των ατόμων που ανήκουν σε μειονότητες αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποτελεί αρχή που ρητά αναφέρεται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιπλέον, κάθε διάκριση λόγω της ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας απαγορεύεται ρητά βάσει του άρθρου 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Κομισιόν μεριμνά για την τήρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και, ειδικότερα, του δικαιώματος μη διακριτικής μεταχείρισης κατά την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας.
Ωστόσο, δεν έχουν ανατεθεί στην Κομισιόν ειδικές εξουσίες για να ενεργήσει, όσον αφορά τις μειονότητες και ειδικά για θέματα που αφορούν την αναγνώριση του καθεστώτος των μειονοτήτων, την αυτοδιάθεση και την αυτονομία τους ή το καθεστώς που διέπει τη χρήση περιφερειακών ή μειονοτικών γλωσσών.
Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη διατηρούν γενικές εξουσίες λήψης αποφάσεων σχετικά με τις μειονότητες, δεδομένου ότι, σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, οι διατάξεις του Χάρτη απευθύνονται στα κράτη μέλη μόνο όταν εφαρμόζουν το κοινοτικό δίκαιο. Επομένως, εναπόκειται στα κράτη μέλη να διασφαλίσουν την τήρηση των υποχρεώσεών τους όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως προκύπτουν από τις διεθνείς συμφωνίες και από την εσωτερική τους νομοθεσία.
Ν.Ρούσσης- Στρασβούργο