Λευκός καπνός στις Βρυξέλλες καθώς οι ευρωπαίοι ηγέτες συμφώνησαν για τους επόμενους επικεφαλής στις κορυφαίες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως ανακοίνωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ.
Επικεφαλής της Κομισιόν αναλαμβάνει η Γερμανίδα Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τοποθετείται η Κριστίν Λαγκάρντ.
«Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε για τη μελλοντική ηγεσία των ευρωπαϊκών θεσμών», έγραψε στο Twitter.
Σύμφωνα με επόμενες αναρτήσεις του: για τη θέση της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι «28» αποφάσισαν να προτείνουν τη Γερμανίδα, νυν υπουργό ‘Αμυνας, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, για πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Βέλγο πρωθυπουργό Σαρλ Μισέλ, για επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας τον πρώην υπουργό εξωτερικών της Ισπανίας και πρώην πρόεδρο της Ευρωβουλής, Ζοζέπ Μπόρελ, ενώ για Πρόεδρο της ΕΚΤ τη Γαλλίδα, νυν επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ.
Αν υπήρχε ευρωπαϊκό γενεαλογικό πιστοποιητικό, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θα ήταν σίγουρα …καθαρόαιμη Ευρωπαία. Γεννήθηκε το 1958 στις Βρυξέλλες, με τον πατέρα της, Ερνστ ‘Αλμπρεχτ, να υπηρετεί ως επικεφαλής του γραφείου του τότε γερμανού Επιτρόπου, φοίτησε στο Ευρωπαϊκό Σχολείο μέχρι τα 13 της χρόνια και μιλάει εξαιρετικά γαλλικά και αγγλικά, ενώ υποστηρίζει την μετεξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης».
Η θέση του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εφόσον τελικά την αναλάβει, θα είναι προφανώς το αποκορύφωμα της μέχρι τώρα καριέρας της κυρίας φον ντερ Λάιεν, η οποία θα γίνει η πρώτη γυναίκα στο πόστο αυτό. Θα είναι ωστόσο μόνο ένα από τα επιτεύγματα της Γερμανίδας, η οποία έχει συνηθίσει από νωρίς στις «νίκες». Σπούδασε Οικονομικά στο Γκέτινγκεν και το Μύνστερ και κατόπιν στο London School of Economics, όπου μάλιστα χρησιμοποιούσε το ψευδώνυμο «Ρόουζ Λάντσον», καθώς θεωρείτο πιθανός στόχος της γερμανικής αριστερής τρομοκρατίας. Λίγο μετά αποφάσισε να σπουδάσει Ιατρική, για να αποφοιτήσει το 1987 από το Πανεπιστήμιο του Ανόβερου. Τα επόμενα χρόνια απέκτησε επτά παιδιά με τον καθηγητή Ιατρικής Χάικο φον ντερ Λάιεν και μάλλον αποτέλεσε ιδανική επιλογή για το υπουργείο Οικογένειας στην πρώτη κυβέρνηση της ‘Αγγελα Μέρκελ, το 2005. Ακολούθησαν το υπουργείο Εργασίας το 2009 και το υπουργείο ‘Αμυνας το 2014 και το 2017, θέση για την οποία φημολογείται ότι «εκβίασε» την Καγκελάριο, απειλώντας ακόμη και με αποχώρηση από την πολιτική.
Το έργο της στα υπουργεία από όπου πέρασε ουδέποτε έμεινε απαρατήρητο. Ως υπουργός Οικογένειας διέθεσε ένα σημαντικό ποσό για την δημιουργία παιδικών σταθμών, προκαλώντας την αντίδραση του κόμματός της, ενώ θεσμοθέτησε και την δίμηνη άδεια πατρότητας, την οποία οι Βαυαροί εταίροι της του CSU περιέγραψαν ως «πρακτική στην αλλαγή πάνας». Ως υπουργός Εργασίας καλλιέργησε το προφίλ της «κοινωνικής συνείδησης» του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), τασσόμενη υπέρ της χαλάρωσης των όρων μετανάστευσης εργατικού δυναμικού στην Γερμανία, υπέρ της εισαγωγής του κατώτατου μισθού, υπέρ του γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου και υπέρ της ποσόστωσης στην συμμετοχή γυναικών στα Διοικητικά Συμβούλια επιχειρήσεων. Εκείνη την περίοδο το όνομά της ακούστηκε ακόμη και για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα της χώρας, την θέση του Ομοσπονδιακού Προέδρου, αλλά οι εσωκομματικές ισορροπίες τελικά άλλαξαν τα σχέδια της κυρίας Μέρκελ.
Το 2014 όλοι πίστευαν ότι η Καγκελάριος θα της ανέθετε το υπουργείο Υγείας. Η ίδια ωστόσο είχε μεγαλύτερες – και πιο διεθνείς – φιλοδοξίες. Ζήτησε επιτακτικά το υπουργείο ‘Αμυνας, στο οποίο όμως δεν συνεχίστηκαν οι προηγούμενες επιτυχίες της. Η ίδια υποστήριζε πάντα την ενεργότερη εμπλοκή της Γερμανίας σε διεθνείς αποστολές, οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις όμως την εξέθεσαν κατ΄επανάληψη. Κακή συντήρηση, ελλείψεις και διοικητικές δυσλειτουργίες την έφεραν συχνά στην – αρνητική – επικαιρότητα και το όνομά της βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σταθερά στις τελευταίες θέσεις των δημοσκοπήσεων σε ό,τι αφορά την ικανοποίηση των Γερμανών από τους υπουργούς τους. Αν προστεθεί σε αυτό και η κατηγορία για λογοκλοπή στο διδακτορικό της, από την οποία τελικά απαλλάχθηκε, θα έλεγε κανείς ότι η δημόσια εικόνα της ενδεχόμενης Προέδρου της Επιτροπής έχει τα τελευταία χρόνια – αν μη τι άλλο – σκιές. Ίσως για αυτόν ακριβώς τον λόγο η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να αποφάσισε και την ανάθεση πολλών από τις υποθέσεις του υπουργείου ‘Αμυνας σε ιδιωτική εταιρία, η οποία κόστισε στους Γερμανούς 200 εκατομμύρια σε δύο χρόνια. Για την υπόθεση αυτή, βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και λίγους μήνες Εξεταστική Επιτροπή στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο, στην οποία η κυρία φον ντερ Λάιεν παραπέμφθηκε καθώς δεν έπεισε με τις εξηγήσεις της στο αρχικό στάδιο. Για αυτόν τον λόγο η επιλογή της ως διαδόχου του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ έχει προκαλέσει σοβαρές αντιδράσεις στο εσωτερικό της Γερμανίας – κυρίως από την πλευρά του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και των Πρασίνων.
Εκτός από την Ομοσπονδιακή Προεδρία – στην οποία λέγεται ότι η ‘Αγγελα Μέρκελ προωθούσε παλιότερα τους πιθανούς δελφίνους του CDU – το όνομά της έχει κατά καιρούς ακουστεί για πολλές θέσεις: για το υπουργείο Οικονομικών μετά την αποχώρηση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, για την Γενική Γραμματεία του ΝΑΤΟ και πρόσφατα για την θέση του γερμανού Επιτρόπου. Η κυρία Μέρκελ θα την προτιμούσε ενδεχομένως και ως διάδοχό της στο κόμμα, αλλά η αρνητική της εικόνα στην κοινή γνώμη δεν επέτρεψε στα σχέδιά της να προχωρήσουν. Οι φίλοι της γερμανίδας πολιτικού λένε συνήθως ότι «αφού μπορεί να διοικήσει το υπουργείο ‘Αμυνας, μπορεί να κάνει τα πάντα». Οι εχθροί της ωστόσο, όπως ο υπουργός Εσωτερικών Χορστ Ζεεχόφερ, επιμένουν ότι πρόκειται για «υπερτιμημένη περίπτωση, δημιούργημα των ΜΜΕ».
Απέναντι στην Ελλάδα η κυρία φον ντερ Λάιεν υπήρξε πάντα αυστηρή. Ήδη το 2011 ζητούσε να δοθούν από την Αθήνα εγγυήσεις για την οικονομική βοήθεια των εταίρων π.χ. με τα αποθέματα χρυσού και συμμετοχή σε δημόσιες επιχειρήσεις. Η πρότασή της απορρίφθηκε εμφατικά από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και αρκετά πιο ευγενικά από την ‘Αγγελα Μέρκελ. Σε όλη την διάρκεια των ελληνικών προγραμμάτων υποστήριζε πάντως σθεναρά την πολιτική των μνημονίων, ενώ είχε ασκήσει κριτική και για την πολιτική προσέγγισης προς την Μόσχα.
Επικεφαλής της Κομισιόν αναλαμβάνει η Γερμανίδα Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τοποθετείται η Κριστίν Λαγκάρντ.
«Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε για τη μελλοντική ηγεσία των ευρωπαϊκών θεσμών», έγραψε στο Twitter.
Σύμφωνα με επόμενες αναρτήσεις του: για τη θέση της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι «28» αποφάσισαν να προτείνουν τη Γερμανίδα, νυν υπουργό ‘Αμυνας, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, για πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Βέλγο πρωθυπουργό Σαρλ Μισέλ, για επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας τον πρώην υπουργό εξωτερικών της Ισπανίας και πρώην πρόεδρο της Ευρωβουλής, Ζοζέπ Μπόρελ, ενώ για Πρόεδρο της ΕΚΤ τη Γαλλίδα, νυν επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ.
Αν υπήρχε ευρωπαϊκό γενεαλογικό πιστοποιητικό, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θα ήταν σίγουρα …καθαρόαιμη Ευρωπαία. Γεννήθηκε το 1958 στις Βρυξέλλες, με τον πατέρα της, Ερνστ ‘Αλμπρεχτ, να υπηρετεί ως επικεφαλής του γραφείου του τότε γερμανού Επιτρόπου, φοίτησε στο Ευρωπαϊκό Σχολείο μέχρι τα 13 της χρόνια και μιλάει εξαιρετικά γαλλικά και αγγλικά, ενώ υποστηρίζει την μετεξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης».
Η θέση του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εφόσον τελικά την αναλάβει, θα είναι προφανώς το αποκορύφωμα της μέχρι τώρα καριέρας της κυρίας φον ντερ Λάιεν, η οποία θα γίνει η πρώτη γυναίκα στο πόστο αυτό. Θα είναι ωστόσο μόνο ένα από τα επιτεύγματα της Γερμανίδας, η οποία έχει συνηθίσει από νωρίς στις «νίκες». Σπούδασε Οικονομικά στο Γκέτινγκεν και το Μύνστερ και κατόπιν στο London School of Economics, όπου μάλιστα χρησιμοποιούσε το ψευδώνυμο «Ρόουζ Λάντσον», καθώς θεωρείτο πιθανός στόχος της γερμανικής αριστερής τρομοκρατίας. Λίγο μετά αποφάσισε να σπουδάσει Ιατρική, για να αποφοιτήσει το 1987 από το Πανεπιστήμιο του Ανόβερου. Τα επόμενα χρόνια απέκτησε επτά παιδιά με τον καθηγητή Ιατρικής Χάικο φον ντερ Λάιεν και μάλλον αποτέλεσε ιδανική επιλογή για το υπουργείο Οικογένειας στην πρώτη κυβέρνηση της ‘Αγγελα Μέρκελ, το 2005. Ακολούθησαν το υπουργείο Εργασίας το 2009 και το υπουργείο ‘Αμυνας το 2014 και το 2017, θέση για την οποία φημολογείται ότι «εκβίασε» την Καγκελάριο, απειλώντας ακόμη και με αποχώρηση από την πολιτική.
Το έργο της στα υπουργεία από όπου πέρασε ουδέποτε έμεινε απαρατήρητο. Ως υπουργός Οικογένειας διέθεσε ένα σημαντικό ποσό για την δημιουργία παιδικών σταθμών, προκαλώντας την αντίδραση του κόμματός της, ενώ θεσμοθέτησε και την δίμηνη άδεια πατρότητας, την οποία οι Βαυαροί εταίροι της του CSU περιέγραψαν ως «πρακτική στην αλλαγή πάνας». Ως υπουργός Εργασίας καλλιέργησε το προφίλ της «κοινωνικής συνείδησης» του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), τασσόμενη υπέρ της χαλάρωσης των όρων μετανάστευσης εργατικού δυναμικού στην Γερμανία, υπέρ της εισαγωγής του κατώτατου μισθού, υπέρ του γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου και υπέρ της ποσόστωσης στην συμμετοχή γυναικών στα Διοικητικά Συμβούλια επιχειρήσεων. Εκείνη την περίοδο το όνομά της ακούστηκε ακόμη και για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα της χώρας, την θέση του Ομοσπονδιακού Προέδρου, αλλά οι εσωκομματικές ισορροπίες τελικά άλλαξαν τα σχέδια της κυρίας Μέρκελ.
Το 2014 όλοι πίστευαν ότι η Καγκελάριος θα της ανέθετε το υπουργείο Υγείας. Η ίδια ωστόσο είχε μεγαλύτερες – και πιο διεθνείς – φιλοδοξίες. Ζήτησε επιτακτικά το υπουργείο ‘Αμυνας, στο οποίο όμως δεν συνεχίστηκαν οι προηγούμενες επιτυχίες της. Η ίδια υποστήριζε πάντα την ενεργότερη εμπλοκή της Γερμανίας σε διεθνείς αποστολές, οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις όμως την εξέθεσαν κατ΄επανάληψη. Κακή συντήρηση, ελλείψεις και διοικητικές δυσλειτουργίες την έφεραν συχνά στην – αρνητική – επικαιρότητα και το όνομά της βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σταθερά στις τελευταίες θέσεις των δημοσκοπήσεων σε ό,τι αφορά την ικανοποίηση των Γερμανών από τους υπουργούς τους. Αν προστεθεί σε αυτό και η κατηγορία για λογοκλοπή στο διδακτορικό της, από την οποία τελικά απαλλάχθηκε, θα έλεγε κανείς ότι η δημόσια εικόνα της ενδεχόμενης Προέδρου της Επιτροπής έχει τα τελευταία χρόνια – αν μη τι άλλο – σκιές. Ίσως για αυτόν ακριβώς τον λόγο η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να αποφάσισε και την ανάθεση πολλών από τις υποθέσεις του υπουργείου ‘Αμυνας σε ιδιωτική εταιρία, η οποία κόστισε στους Γερμανούς 200 εκατομμύρια σε δύο χρόνια. Για την υπόθεση αυτή, βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και λίγους μήνες Εξεταστική Επιτροπή στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο, στην οποία η κυρία φον ντερ Λάιεν παραπέμφθηκε καθώς δεν έπεισε με τις εξηγήσεις της στο αρχικό στάδιο. Για αυτόν τον λόγο η επιλογή της ως διαδόχου του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ έχει προκαλέσει σοβαρές αντιδράσεις στο εσωτερικό της Γερμανίας – κυρίως από την πλευρά του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και των Πρασίνων.
Εκτός από την Ομοσπονδιακή Προεδρία – στην οποία λέγεται ότι η ‘Αγγελα Μέρκελ προωθούσε παλιότερα τους πιθανούς δελφίνους του CDU – το όνομά της έχει κατά καιρούς ακουστεί για πολλές θέσεις: για το υπουργείο Οικονομικών μετά την αποχώρηση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, για την Γενική Γραμματεία του ΝΑΤΟ και πρόσφατα για την θέση του γερμανού Επιτρόπου. Η κυρία Μέρκελ θα την προτιμούσε ενδεχομένως και ως διάδοχό της στο κόμμα, αλλά η αρνητική της εικόνα στην κοινή γνώμη δεν επέτρεψε στα σχέδιά της να προχωρήσουν. Οι φίλοι της γερμανίδας πολιτικού λένε συνήθως ότι «αφού μπορεί να διοικήσει το υπουργείο ‘Αμυνας, μπορεί να κάνει τα πάντα». Οι εχθροί της ωστόσο, όπως ο υπουργός Εσωτερικών Χορστ Ζεεχόφερ, επιμένουν ότι πρόκειται για «υπερτιμημένη περίπτωση, δημιούργημα των ΜΜΕ».
Απέναντι στην Ελλάδα η κυρία φον ντερ Λάιεν υπήρξε πάντα αυστηρή. Ήδη το 2011 ζητούσε να δοθούν από την Αθήνα εγγυήσεις για την οικονομική βοήθεια των εταίρων π.χ. με τα αποθέματα χρυσού και συμμετοχή σε δημόσιες επιχειρήσεις. Η πρότασή της απορρίφθηκε εμφατικά από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και αρκετά πιο ευγενικά από την ‘Αγγελα Μέρκελ. Σε όλη την διάρκεια των ελληνικών προγραμμάτων υποστήριζε πάντως σθεναρά την πολιτική των μνημονίων, ενώ είχε ασκήσει κριτική και για την πολιτική προσέγγισης προς την Μόσχα.