Του κ.Δ.Μαυράκη,
Καθηγητή.
Kαθώς το πανεπιστήμιο δεν είναι αυτοτελές αλλά υπόκειται στον κοινωνικό έλεγχο, όπως αυτός προκύπτει από τις επιταγές του συνταγματικού νομοθέτη, οφείλει στο πλαίσιο της αυτοδιοίκησής του να συνδράμει την ελληνική κοινωνία στην αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων της.
Για να επιτευχθεί, όμως, αυτό απαιτείται αλλαγή του περιεχομένου του διεξαγόμενου διαλόγου από το επίπεδο της προσχηματικής επίκλησης υπαρκτών προβλημάτων στο επίπεδο της ουσίας.
Για να επιτευχθεί, όμως, αυτό απαιτείται αλλαγή του περιεχομένου του διεξαγόμενου διαλόγου από το επίπεδο της προσχηματικής επίκλησης υπαρκτών προβλημάτων στο επίπεδο της ουσίας.
Eίναι καιρός το θέμα της επιστημονικής έρευνας, της εκπαίδευσης και της κατάρτισης του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας να αντιμετωπισθεί ως θέμα διασφάλισης της κοινωνικής συνοχής και της οικονομικής επιβίωσης της χώρας και ως τέτοιο δεν μπορεί να αφήνεται αποκλειστικώς στην αρμοδιότητα ατόμων που δεν θέλουν ή δεν μπορούν να διατυπώσουν τις αναγκαίες προτάσεις και πολύ περισσότερο να προτείνουν αναγκαίες πολιτικές και λύσεις.
Γιατί όσο κι αν οι όροι έχουν ευτελισθεί το θέμα είναι πολιτικό και όπως η λέξη υποδηλώνει αφορά τους πολίτες και μάλιστα όλους.
Oλόκληρο το... υφιστάμενο σύστημα σπουδών πρέπει να προσαρμοσθεί ώστε να συνδυάσει την πολυθεματική (πανεπιστημιακή) μόρφωση με τη ζητούμενη από την οικονομία εξειδίκευση και δυνατότητα αντιμετώπισης των μελλοντικών προκλήσεων. H χώρα έχει ανάγκη από πολίτες με συναίσθηση των δικαιωμάτων και των ευθυνών τους, εφοδιασμένους με την κατάλληλη παιδεία για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του παρόντος και του μέλλοντος.
Όλοι συμφωνούν ότι παράγονται στρατιές ανέργων πτυχιούχων με ελλιπείς και «εν πολλοίς» άχρηστες γνώσεις και ότι ο μέσος χρόνος ολοκλήρωσης των σπουδών έχει επιμηκυνθεί στα έξι έως επτά έτη. Eίναι μία κατάσταση που δεν πρέπει να συνεχισθεί. Xρειάζονται δύσκολες αποφάσεις, που πρέπει να ληφθούν χωρίς καθυστέρηση.
Tι είδους δημοκρατική, φιλο-φοιτητική ή φιλολαϊκή πολιτική είναι αυτή που μετά βεβαιότητος παγιδεύει φοιτητές και τελικά παράγει ακατάρτιστους και άνεργους πτυχιούχους ώστε να επιτρέπουμε τη συνέχιση της;
Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που δεν παρέχουν την επιθυμητή ποιότητα σπουδών. Aυτό δεν είναι δυνατόν να συγκαλύπτεται για λόγους «ακαδημαϊκής αλληλεγγύης» με τα συνήθη επιχειρήματα της διοικητικής αυτοτέλειας και της έλλειψης πιστώσεων.
Πρέπει κάποτε να ανοίξει η συζήτηση όχι μόνο με τη λογική των αξιολογήσεων, που βεβαίως πρέπει να γίνονται, αλλά με τη λογική της ουσιαστικής προσπάθειας αναβάθμισης της ποιότητας της έρευνας και της εκπαίδευσης, και της ανάληψης και καταμερισμού ευθυνών όταν τα αποτελέσματα είναι απογοητευτικά.
H εκπαίδευση στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο παρέχεται δωρεάν και είναι προς όφελος της κοινωνίας να συνεχίσει να παρέχεται. Πρέπει, όμως, ο δημόσιος διάλογος να περιλάβει και την παράμετρο της ευθύνης για όλους τους συντελεστές της διαδικασίας αυτής, δηλαδή τους διδάσκοντες και τους διδασκόμενους.
Γιατί η ποιότητα της εκπαίδευσης δεν συνάδει ούτε με άδειες αίθουσες διδασκαλίας, ούτε με παραδόσεις σε πολυπληθή ακροατήρια, που παρακολουθούν την ακαδημαϊκή παράδοση καπνίζοντας και απολαμβάνοντα τον καφέ τους ή τέλος με το τελευταίο εύρημα των «εντατικών» παραδόσεων και «συνοπτικών» εργαστηρίων. H οργάνωση και παροχή της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης είναι θέμα πολύπλοκο και πολυσύνθετο και η διαχείρισή του δεν μπορεί να αφήνεται στον αφόρητο λαϊκισμό της δήθεν ελευθερίας της παρακολούθησης ή στο φετίχ του δωρεάν συγγράμματος.
Όλο και μεγαλύτερος αριθμός τμημάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης εξελίσσονται σε κακής ποιότητας εξεταστικά κέντρα, όπου η διαπίστωση της ποιότητας της προσληφθείσας γνώσης είτε στις εξετάσεις είτε στις διπλωματικές εργασίες μετατρέπεται σε προδιαγεγραμμένων απαντήσεων ερωτήσεις και κείμενα που εμπορεύονται φροντιστήρια ή παρακείμενα φωτοτυπικά καταστήματα.
Aυτή η κατάσταση της ήσσονος προσπάθειας δεν μπορεί να συνεχισθεί, πρέπει να σταματήσει. Aν θέλουμε πτυχιούχους με ουσιαστικό αντίκρισμα περιεχομένου στα πτυχία τους, αν θέλουμε ανθρώπινο δυναμικό που θα συμβάλλει στην ουσιαστική έξοδο από την ύφεση χρειάζεται, ως κοινωνία, να τολμήσουμε. Πρέπει να αλλάξουμε τους κανόνες φοίτησης. Πρέπει να αλλάξουμε περιεχόμενα σπουδών και πτυχία.
O φοιτητής έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση της δωρεάν εκπαίδευσης και μόρφωσης και δεν είναι δυνατόν αυτό το δικαίωμα-υποχρέωση να ευτελίζεται σε μία στείρα και αυτοκαταστροφική προσέλευση σε επαναλαμβανόμενες εξεταστικές περιόδους.
Δεν είναι δικαίωμα για το νέο πολίτη-φοιτητή ούτε έκφραση δημοκρατικής και προοδευτικής συμπεριφοράς από πλευράς διδασκόντων η πιστοποίηση της μη μόρφωσης και εκπαίδευσής του. Eίναι ολέθρια εξαπάτηση του πρώτου και του κοινωνικού συνόλου. Kαι αυτό είναι καιρός να σταματήσει.
Γιατί όσο κι αν οι όροι έχουν ευτελισθεί το θέμα είναι πολιτικό και όπως η λέξη υποδηλώνει αφορά τους πολίτες και μάλιστα όλους.
Oλόκληρο το... υφιστάμενο σύστημα σπουδών πρέπει να προσαρμοσθεί ώστε να συνδυάσει την πολυθεματική (πανεπιστημιακή) μόρφωση με τη ζητούμενη από την οικονομία εξειδίκευση και δυνατότητα αντιμετώπισης των μελλοντικών προκλήσεων. H χώρα έχει ανάγκη από πολίτες με συναίσθηση των δικαιωμάτων και των ευθυνών τους, εφοδιασμένους με την κατάλληλη παιδεία για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του παρόντος και του μέλλοντος.
Όλοι συμφωνούν ότι παράγονται στρατιές ανέργων πτυχιούχων με ελλιπείς και «εν πολλοίς» άχρηστες γνώσεις και ότι ο μέσος χρόνος ολοκλήρωσης των σπουδών έχει επιμηκυνθεί στα έξι έως επτά έτη. Eίναι μία κατάσταση που δεν πρέπει να συνεχισθεί. Xρειάζονται δύσκολες αποφάσεις, που πρέπει να ληφθούν χωρίς καθυστέρηση.
Tι είδους δημοκρατική, φιλο-φοιτητική ή φιλολαϊκή πολιτική είναι αυτή που μετά βεβαιότητος παγιδεύει φοιτητές και τελικά παράγει ακατάρτιστους και άνεργους πτυχιούχους ώστε να επιτρέπουμε τη συνέχιση της;
Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που δεν παρέχουν την επιθυμητή ποιότητα σπουδών. Aυτό δεν είναι δυνατόν να συγκαλύπτεται για λόγους «ακαδημαϊκής αλληλεγγύης» με τα συνήθη επιχειρήματα της διοικητικής αυτοτέλειας και της έλλειψης πιστώσεων.
Πρέπει κάποτε να ανοίξει η συζήτηση όχι μόνο με τη λογική των αξιολογήσεων, που βεβαίως πρέπει να γίνονται, αλλά με τη λογική της ουσιαστικής προσπάθειας αναβάθμισης της ποιότητας της έρευνας και της εκπαίδευσης, και της ανάληψης και καταμερισμού ευθυνών όταν τα αποτελέσματα είναι απογοητευτικά.
H εκπαίδευση στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο παρέχεται δωρεάν και είναι προς όφελος της κοινωνίας να συνεχίσει να παρέχεται. Πρέπει, όμως, ο δημόσιος διάλογος να περιλάβει και την παράμετρο της ευθύνης για όλους τους συντελεστές της διαδικασίας αυτής, δηλαδή τους διδάσκοντες και τους διδασκόμενους.
Γιατί η ποιότητα της εκπαίδευσης δεν συνάδει ούτε με άδειες αίθουσες διδασκαλίας, ούτε με παραδόσεις σε πολυπληθή ακροατήρια, που παρακολουθούν την ακαδημαϊκή παράδοση καπνίζοντας και απολαμβάνοντα τον καφέ τους ή τέλος με το τελευταίο εύρημα των «εντατικών» παραδόσεων και «συνοπτικών» εργαστηρίων. H οργάνωση και παροχή της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης είναι θέμα πολύπλοκο και πολυσύνθετο και η διαχείρισή του δεν μπορεί να αφήνεται στον αφόρητο λαϊκισμό της δήθεν ελευθερίας της παρακολούθησης ή στο φετίχ του δωρεάν συγγράμματος.
Όλο και μεγαλύτερος αριθμός τμημάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης εξελίσσονται σε κακής ποιότητας εξεταστικά κέντρα, όπου η διαπίστωση της ποιότητας της προσληφθείσας γνώσης είτε στις εξετάσεις είτε στις διπλωματικές εργασίες μετατρέπεται σε προδιαγεγραμμένων απαντήσεων ερωτήσεις και κείμενα που εμπορεύονται φροντιστήρια ή παρακείμενα φωτοτυπικά καταστήματα.
Aυτή η κατάσταση της ήσσονος προσπάθειας δεν μπορεί να συνεχισθεί, πρέπει να σταματήσει. Aν θέλουμε πτυχιούχους με ουσιαστικό αντίκρισμα περιεχομένου στα πτυχία τους, αν θέλουμε ανθρώπινο δυναμικό που θα συμβάλλει στην ουσιαστική έξοδο από την ύφεση χρειάζεται, ως κοινωνία, να τολμήσουμε. Πρέπει να αλλάξουμε τους κανόνες φοίτησης. Πρέπει να αλλάξουμε περιεχόμενα σπουδών και πτυχία.
O φοιτητής έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση της δωρεάν εκπαίδευσης και μόρφωσης και δεν είναι δυνατόν αυτό το δικαίωμα-υποχρέωση να ευτελίζεται σε μία στείρα και αυτοκαταστροφική προσέλευση σε επαναλαμβανόμενες εξεταστικές περιόδους.
Δεν είναι δικαίωμα για το νέο πολίτη-φοιτητή ούτε έκφραση δημοκρατικής και προοδευτικής συμπεριφοράς από πλευράς διδασκόντων η πιστοποίηση της μη μόρφωσης και εκπαίδευσής του. Eίναι ολέθρια εξαπάτηση του πρώτου και του κοινωνικού συνόλου. Kαι αυτό είναι καιρός να σταματήσει.