Tου Θ.Oικονομοπουλου
Στις εκλογές του 2000, ο εκπρόσωπος Τύπου της Ν.Δ., λίγη μόνο ώρα μετά το κλείσιμο της κάλπης, βγήκε φόρα παρτίδα στις τηλεοπτικές κάμερες θριαμβολογώντας για τη «σαφή νίκη» του κόμματός του, καλώντας παράλληλα τους οπαδούς και τους ψηφοφόρους του να πανηγυρίζουν με αυτοσυγκράτηση. Προφανώς, για να δείξουν τη διαφορά τους από τους αντιπάλους... Δεν παρέλειψε, μάλιστα, να «εγκαλέσει» τον υπουργό Εσωτερικών (με ύφος και διατύπωση για τα οποία σίγουρα μετάνιωσε...) για «μαγειρέματα» στη μετάδοση των αποτελεσμάτων, που αλλοίωναν την εικόνα της «νίκης» του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης!
Πού στήριζε τις βεβαιότητές του; Στις... περιβόητες «δημοσκοπήσεις εξόδου» (έξιτ πολ, επί το... ελληνικότερον) που είχαν μεταδοθεί τηλεοπτικά λίγα μόλις δευτερόλεπτα μετά την τυπική ολοκλήρωση της εκλογικής διαδικασίας και το κλείσιμο της κάλπης, οι περισσότερες από τις οποίες «έδιναν» νίκη της Ν.Δ. οριακή, αλλά σαφώς «νίκη».
Πού στήριζε τις βεβαιότητές του; Στις... περιβόητες «δημοσκοπήσεις εξόδου» (έξιτ πολ, επί το... ελληνικότερον) που είχαν μεταδοθεί τηλεοπτικά λίγα μόλις δευτερόλεπτα μετά την τυπική ολοκλήρωση της εκλογικής διαδικασίας και το κλείσιμο της κάλπης, οι περισσότερες από τις οποίες «έδιναν» νίκη της Ν.Δ. οριακή, αλλά σαφώς «νίκη».
Την περασμένη Κυριακή ζήσαμε μια από τα ίδια, τηρουμένων των αναλογιών. Το...αντιπολιτευόμενο ΠΑΣΟΚ, με την άνεση της διαφοράς του από τη Ν.Δ. των 6-7 κατά τα έγκυρα έξιτ πολ ποσοστιαίων μονάδων, ξεχύθηκε στους δρόμους (και τα τηλεοπτικά πάνελ...) να πανηγυρίσει τη μεγάλη του νίκη, να διατρανώνει την «αλλαγή», να ζητήσει την «εδώ και τώρα» παραίτηση της κυβέρνησης. Τα στελέχη της οποίας, αντίστοιχα, εμβρόντητα από τη μεγάλη διαφορά (για την οποία κανείς ειδικός με βάση τις «κυλιόμενες δημοσκοπήσεις» δεν είχε προϊδεάσει) άρχισαν να μιλάνε με έντονο τρόπο για «δυσαρέσκεια προς την κυβέρνηση», για «μεγάλο μήνυμα», περιέργως... σεμνοί και ταπεινοί έναντι των τηλεπαραθυράτων αντιπάλων τους. Και αυτοί είχαν πέσει από τα σύννεφα...
Στην περίπτωση των εκλογών του 2000, η σχετικά μικρή διαφορά που προέκυψε από τα (πραγματικά) αποτελέσματα σε σχέση με τα ευρήματα των έξιτ πολ επιχειρήθηκε (ανοήτως, αλλά επιχειρήθηκε...) να αποδοθεί, αμέσως μετά την ψυχρολουσία, σε «περίεργες« μεθοδεύσεις, σε πιθανότατες εσκεμμένες αλλοιώσεις του εκλογικού αποτελέσματος, σε λαθροχειρίες εις βάρος της δημοκρατικής νομιμότητας. Και το πρώιμα πανηγυρίζον πλήθος των Νεοδημοκρατών μετά δυσκολίας συγκρατιόταν να μην ξεσπάσει σε μαχητικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας...
Σκέφτεται κανείς τι θα είχε συμβεί το βράδυ της περασμένης Κυριακής, αν τυχόν μετά τις εντυπώσεις περί συντριπτικής νίκης του ΠΑΣΟΚ με διαφορά πέριξ των 7 μονάδων, το τελικό αποτέλεσμα ήταν της τάξεως της μιας ποσοστιαίας μονάδας, πάλι υπέρ του Κινήματος; (Το ενδεχόμενο τελικής επικράτησης του κυβερνητικού κόμματος στις ευρωεκλογές δεν θέλουμε καν να το σκεφτόμαστε – θα ’χαμε «μάχες» στους δρόμους.) Και όλα αυτά γιατί; Επειδή η μανία των δημοσκοπήσεων έχει καταλάβει το πολιτικό (και μιντιακό...) σύστημα σε τέτοιο βαθμό, που σχεδόν η κοινωνία να αρκείται σ’ αυτό το πιθανολογούμενο (με όσες επιστημονικές και αδιάβλητες κατά το δυνατόν μεθόδους γίνονται οι έρευνες) πολιτικό σκηνικό, να το εκλαμβάνει ως πραγματικό.
Ακόμη και αν δεχθούμε πως οι δημοσκοπήσεις (τόσο στον «κανονικό» πολιτικό χρόνο όσο και στον προεκλογικό) έχουν κάποιο νόημα, αποτελούν «εργαλεία δουλειάς» για τα κομματικά επιτελεία (στον βαθμό, βεβαίως, που γίνονται με απόλυτα διαφανείς και συγκεκριμένους όρους και δεν συμβάλλουν, όπως έχουν κατηγορηθεί, όχι στην καταγραφή της κοινής γνώμης, αλλά στη... διαμόρφωσή της!), αξίζει επιτέλους να αναρωτηθούμε, αυτό το «φρούτο» των έξιτ πολ, τι και ποιους εξυπηρετεί. Γιατί, δηλαδή, τη «μεγάλη μέρα», τη μέρα των εκλογών, η κοινωνία, αλλά και τα κομματικά επιτελεία δεν μπορούν να περιμένουν δυο-τρεις ώρες μετά το κλείσιμο της κάλπης για να μάθουν τα πραγματικά αποτελέσματα, αλλά πρέπει να υπάρχει «προδιάθεση» (που με τον τρόπο που προβάλλεται, μετατρέπεται σε «βεβαιότητα») με το που τελειώνει η τυπική εκλογική διαδικασία;
Το «παιχνίδι» στήνεται και πρωτίστως εξυπηρετεί τα κανάλια της... τηλεοπτικής μας δημοκρατίας (φυσικά και τις εταιρείες που πληρώνονται για να το στήσουν), που θέλουν με κάθε τρόπο την «πρωτιά» στον τομέα της εντύπωσης, που πασχίζουν πάση θυσία να αποκτήσουν «βάση» συζήτησης και... τηλεμαχίας στα πολύωρα «πάνελ» που στήνουν (και διαφημίζουν επί ημέρες!), με στόχο την τηλεθέαση – πιθανότατα και τα «παιγνίδια» που το καθένα παίζει. Καιρός να σταματήσει αυτό το παιχνίδι – ανούσιο, αφού σε λίγες μόνο ώρες μετά τα έξιτ πολ θα ’ρθουν και τα πραγματικά αποτελέσματα... Ετσι κι αλλιώς, τις περισσότερες φορές έξω πέφτουν.
Στην περίπτωση των εκλογών του 2000, η σχετικά μικρή διαφορά που προέκυψε από τα (πραγματικά) αποτελέσματα σε σχέση με τα ευρήματα των έξιτ πολ επιχειρήθηκε (ανοήτως, αλλά επιχειρήθηκε...) να αποδοθεί, αμέσως μετά την ψυχρολουσία, σε «περίεργες« μεθοδεύσεις, σε πιθανότατες εσκεμμένες αλλοιώσεις του εκλογικού αποτελέσματος, σε λαθροχειρίες εις βάρος της δημοκρατικής νομιμότητας. Και το πρώιμα πανηγυρίζον πλήθος των Νεοδημοκρατών μετά δυσκολίας συγκρατιόταν να μην ξεσπάσει σε μαχητικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας...
Σκέφτεται κανείς τι θα είχε συμβεί το βράδυ της περασμένης Κυριακής, αν τυχόν μετά τις εντυπώσεις περί συντριπτικής νίκης του ΠΑΣΟΚ με διαφορά πέριξ των 7 μονάδων, το τελικό αποτέλεσμα ήταν της τάξεως της μιας ποσοστιαίας μονάδας, πάλι υπέρ του Κινήματος; (Το ενδεχόμενο τελικής επικράτησης του κυβερνητικού κόμματος στις ευρωεκλογές δεν θέλουμε καν να το σκεφτόμαστε – θα ’χαμε «μάχες» στους δρόμους.) Και όλα αυτά γιατί; Επειδή η μανία των δημοσκοπήσεων έχει καταλάβει το πολιτικό (και μιντιακό...) σύστημα σε τέτοιο βαθμό, που σχεδόν η κοινωνία να αρκείται σ’ αυτό το πιθανολογούμενο (με όσες επιστημονικές και αδιάβλητες κατά το δυνατόν μεθόδους γίνονται οι έρευνες) πολιτικό σκηνικό, να το εκλαμβάνει ως πραγματικό.
Ακόμη και αν δεχθούμε πως οι δημοσκοπήσεις (τόσο στον «κανονικό» πολιτικό χρόνο όσο και στον προεκλογικό) έχουν κάποιο νόημα, αποτελούν «εργαλεία δουλειάς» για τα κομματικά επιτελεία (στον βαθμό, βεβαίως, που γίνονται με απόλυτα διαφανείς και συγκεκριμένους όρους και δεν συμβάλλουν, όπως έχουν κατηγορηθεί, όχι στην καταγραφή της κοινής γνώμης, αλλά στη... διαμόρφωσή της!), αξίζει επιτέλους να αναρωτηθούμε, αυτό το «φρούτο» των έξιτ πολ, τι και ποιους εξυπηρετεί. Γιατί, δηλαδή, τη «μεγάλη μέρα», τη μέρα των εκλογών, η κοινωνία, αλλά και τα κομματικά επιτελεία δεν μπορούν να περιμένουν δυο-τρεις ώρες μετά το κλείσιμο της κάλπης για να μάθουν τα πραγματικά αποτελέσματα, αλλά πρέπει να υπάρχει «προδιάθεση» (που με τον τρόπο που προβάλλεται, μετατρέπεται σε «βεβαιότητα») με το που τελειώνει η τυπική εκλογική διαδικασία;
Το «παιχνίδι» στήνεται και πρωτίστως εξυπηρετεί τα κανάλια της... τηλεοπτικής μας δημοκρατίας (φυσικά και τις εταιρείες που πληρώνονται για να το στήσουν), που θέλουν με κάθε τρόπο την «πρωτιά» στον τομέα της εντύπωσης, που πασχίζουν πάση θυσία να αποκτήσουν «βάση» συζήτησης και... τηλεμαχίας στα πολύωρα «πάνελ» που στήνουν (και διαφημίζουν επί ημέρες!), με στόχο την τηλεθέαση – πιθανότατα και τα «παιγνίδια» που το καθένα παίζει. Καιρός να σταματήσει αυτό το παιχνίδι – ανούσιο, αφού σε λίγες μόνο ώρες μετά τα έξιτ πολ θα ’ρθουν και τα πραγματικά αποτελέσματα... Ετσι κι αλλιώς, τις περισσότερες φορές έξω πέφτουν.