.
Του κ.Aλ.Mασσαβέτα,
δημοσιογράφου και συγγραφέα
που ζει στην Κωνσταντινούπολη.
.
Η ονομασία «δημοκρατικό άνοιγμα», που η κυβέρνηση Ερντογάν επέλεξε για την προσπάθειά της να δώσει πολιτική λύση στο χρονίζον «κουρδικό πρόβλημα», είναι ιδιαίτερα επιτυχημένη. Η προσπάθεια επίλυσης του σοβαρότερου πολιτικού προβλήματος της χώρας, μέσω της αναγνώρισης στους Κούρδους πολίτες της ίσων δικαιωμάτων, συνδέεται με την προσπάθεια της κυβέρνησης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης να οικοδομήσει ένα καθεστώς δημοκρατίας στα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Το πόσο η... σημερινή Τουρκική Δημοκρατία απέχει από τα πρότυπα αυτά καθιστά προφανές η εμπλοκή του στρατεύματος στην όλη συζήτηση για το Κουρδικό. Ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ Ιλκέρ Μπασμπούγ αφιέρωσε την ομιλία του επ’ ευκαιρίας της «Εορτής της Νίκης» [επί του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία το 1922] στο «κουρδικό άνοιγμα» της κυβέρνησης, όπως το μετονόμασε ο τύπος της χώρας. Ο Μπασμπούγ παρενέβη για να καθησυχάσει την τουρκική κοινή γνώμη πως το «κουρδικό άνοιγμα» δεν πρόκειται να οδηγήσει στη διαίρεση της χώρας ή σε αντικατάσταση του ενιαίου κράτους από μία ομοσπονδιακή δομή, όπως εικάζει η μαινόμενη αντιπολίτευση.
Μέσα σε όλη τη φανφάρα, που οι ένοπλες δυνάμεις οργανώνουν για την «Εβδομάδα της Νίκης», ο Μπασμπούγ διεμήνυε προς πάντα ενδιαφερόμενο ότι οι ένοπλες δυνάμεις δεν πρόκειται να ανεχθούν την παραμικρή απόκλιση από την αρχή της ενότητας του τουρκικού κράτους. Σημείωσε δε, ότι σύμφωνα με το άρθρο 3 του Τουρκικού Συντάγματος -του οποίου δε χωρεί αναθεώρηση- το τουρκικό κράτος, επικράτεια και έθνος αποτελούν αδιαίρετο όλο, ενώ γλώσσα του κράτους ορίζεται η τουρκική. Οι ένοπλες δυνάμεις δεν πρόκεται να ανεχθούν καμία παρέκβαση από τις αρχές του άρθρου 3 -με οποιαδήποτε δικαιολογία κι αν αυτές επιχειρηθούν.
Παράλληλα, ο Μπασμπούγ πρόσθεσε πως οι ένοπλες δυνάμεις δεν πρόκειται να συμμετάσχουν σε ουδεμία διαπραγμάτευση με το ΡΚΚ και τους υποστηρικτές του. Με την παρέμβασή του, το στράτευμα θέλησε να θέσει το ίδιο τα όρια και τους όρους διαπραγμάτευσης με τους Κούρδους, σφετεριζόμενο, για άλλη μια φορά, μια αρμοδιότητα των πολιτικών.
Σημειωτέον ότι, το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας (MGK), που συνενώνει τις πολιτικές με τις στρατιωτικές αρχές της χώρας και εκείνες των σωμάτων ασφαλείας, είχε προηγουμένως δώσει το πράσινο φως στο «κουρδικό άνοιγμα», σημειώνοντας πως η επίλυση του Κουρδικού στα πλαίσια του ενιαίου κράτους και των δημοκρατικών αρχών είναι προς όφελος της Τουρκίας.
Η παρέμβαση του Μπασμπούγ στην όλη συζήτηση για το «κουρδικό άνοιγμα» ήταν, πρώτα απ’ όλα, άνευ αντικειμένου. Και αυτό γιατί, λίγες ώρες πριν ο πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν -κατόπιν συνάντησής του με εκπροσώπους των οικογενειών των νεκρών στρατιωτών- προσπαθούσε να καθησυχάσει τις ίδιες ομάδες στις οποίες στόχευε ο στρατηγός. «Δε θα επιτρέψουμε καμία επιβολή επί του ενιαίου χαρακτήρα του κράτους», δήλωσε. Μάλιστα, προχώρησε παραπέρα, επαναλαμβάνοντας τη γνωστή επωδό που βλέπουμε σε τεράστιες ταμπέλες σε όλα τα στρατόπεδα της χώρας: «Ένα έθνος, μία σημαία, μία πατρίδα, ένα κράτος». Παρέλειψε να αναφερθεί στη «μία γλώσσα», που συμπληρώνει το μότο του μονολιθικού οικοδομήματος που αποτελεί, μέχρι σήμερα, το κεμαλικό κράτος. Παράλληλα, ο πρωθυπουργός διαβεβαίωνε πως δεν επίκειται γενική αμνήστευση των ανταρτών του ΡΚΚ, πόσο δε μάλλον του ίδιου του Αμπντουλλάχ Οτσαλάν.
Η παρέμβαση του στρατεύματος προκάλεσε τις, αναμενόμενες από κάθε πλευρά του κατακερματισμένου πολιτικού σκηνικού, αντιδράσεις. Την παρέμβαση ζητούσαν επίμονα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, το ακροδεξιό Κίνημα Εθνικιστικής Δράσης και το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα του Ντενίζ Μπαϊκάλ, που εκφράζει το «σκληρό πυρήνα» των Κεμαλιστών. Αμφότερα θεωρούν -όσο κι αν δεν το παραδέχονται δημόσια- πως το στράτευμα έχει ρόλο και υποχρέωση τοποτηρητή του δημόσιου βίου, προκειμένου να «διορθώνει» τυχόν αποκκλίσεις των πολιτικών από τις αρχές του Ατατούρκ. Αμφότερα, εμφανίζονταν ενοχλημένα που ο στρατός σιωπούσε και παρέλειπε να λάβει θέση, αναφορικά με τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες στο Κουρδικό.
Το ΜΗΡ ειδικότερα, εξαπέλυε μύδρους κατά της απόφασης του MGK, που μετέτρεπε το «κουρδικό άνοιγμα» από πρωτοβουλία της κυβέρνησης σε επίσημη πολιτική του κράτους. Στελέχη του πανηγύριζαν μετά την ανακοίνωση του αρχηγού ΓΕΕΘΑ, ισχυριζόμενοι ότι «ευτυχώς ο στρατός έθαψε τις κυβερνητικές προσπάθειες για ανοίγματα στους Κούρδους, ενόσω κυοφορούνταν».
Πέραν των Κεμαλιστών και των εθνικιστών, τις διαρκείς παρεμβάσεις του στρατεύματος στην πολιτική ζωή προσκαλεί και προκαλεί μεγάλο μέρος του τύπου, που προσκολλάται στους στρατηγούς και τους ζητεί να εκφέρουν γνώμη επί παντός επιστητού. Έτσι, το στράτευμα διατηρεί «έμμεσους δρόμους» παρέμβασης στα κοινά. Οι σχετικές πρακτικές αναιρούν στην πράξη τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις – όπως αυτή που κατήργησε την πλειοψηφία των στρατιωτικών στο MGΚ – που στέρησαν, υποτίθεται, στους ένστολους τις θεσμικές δυνατότητες παρέμβασης στο δημόσιο βίο.
Αν κάποιοι δεν έκρυβαν τον ενθουσιασμό και την ανακούφισή τους με την παρέμβαση του Μπάσμπουγ, δεν ήταν λίγοι όσοι την καυτηρίασαν με τα σκληρότερα λόγια. Ο ίδιος ο Ερντογάν απέφυγε να σχολιάσει τη δήλωση και τις αντιδράσεις που προκάλεσε. Ο πρωθυπουργός δήλωνε μόνο την Πέμπτη, πως «όποιο κι αν είναι το τίμημα», δεν πρόκειται να κάνει ούτε ένα βήμα πίσω στο «δημοκρατικό άνοιγμα». Ωστόσο, ο κυβερνητικός και ο φιλελεύθερος τύπος καταφέρθηκαν με σφοδρότητα κατά του παρεμβατισμού των στρατιωτικών.
«Στρατηγέ, δεν κοιτάς τη δουλειά σου!» έγραφε η Ταράφ, που εκφράζει τους φιλελεύθερους διανοούμενους της Τουρκίας, που έχουν συμμαχήσει με το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) και την ατζέντα εκδημοκρατισμού που προωθεί. Οι σχολιαστές της Ταράφ, αλλά και των περισσότερων εφημερίδων που δεν εκπροσωπούν τα πολιτικά άκρα, διαμαρτύρονται πως ο στρατός δεν πρέπει να έχει λόγο στα πολιτικά ζητήματα της χώρας. Οι αναλυτές ομοφωνούν πως τα όρια και τους όρους των ειρηνευτικών συνομιλιών θα πρέπει να τα θέσει η εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας.
Ευκαιρία στους βετεράνους πολιτικούς αναλυτές να αποπάρουν το στρατό δεν έδωσε μόνο η παρέμβαση του Μπασμπούγ, αλλά και το τραγικό περιστατικό που σημειώθηκε σε στρατόπεδο μία μέρα πριν. Τέσσερις Τούρκοι στρατιώτες σκοτώθηκαν από καψόνι αξιωματικού, που ανάγκασε τον έναν από αυτούς να κρατήσει επί ώρες μια απασφαλισμένη χειροβομβίδα. Το περιστατικό αποκάλυψε η εφημερίδα Ταράφ, που έχει κηρύξει σταυροφορία κατά της αυθαιρεσίας των ενόπλων δυνάμεων. Αναλυτές από όλον τον κεντρώο τύπο επισημαίνουν πως, ο αξιωματικός πήρε το θάρρος να επιβάλλει το βλακώδες αυτό καψόνι, ορμώμενος από την πεποίθηση ότι το στράτευμα είναι υπεράνω ελέγχου. «Αντί να ασχολούνται με τα στρατιωτικά θέματα και να μας δίνουν λόγο για τα σοβαρά λάθη, που ενίοτε σημειώνονται στις τάξεις του στρατού, οι στρατηγοί χώνουν τη μύτη τους στις αρμοδιότητες των πολιτικών», έγραφε η Μιλλιέτ. «Ο στρατός πρέπει να δίνει αναφορά στο λαό και τους εκλεγμένους αντιπροσώπους του και όχι το αντίθετο», σημείωνε πολιτικός αναλυτής.
Αξίζει να σημειωθεί πως η προβληματική αντίληψη στην Τουρκία γύρω από τις αρμοδιότητες και το ρόλο του στρατεύματος αφορά, δυστυχώς, το όλο φάσμα των πολιτικών δυνάμεων. Ο ίδιος ο πρόεδρος Γκιουλ επεκρότησε τη δήλωση του Μπασμπούγ, χαρακτηρίζοντάς την «πολύ ωραία», ενώ ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΑΚΡ δήλωσε ότι συμφωνεί απολύτως με τα λεγόμενα του Μπασμπούγ. Εάν ο τελευταίος θέλησε έτσι να αποφύγει μία επιπλέον ρήξη με το στράτευμα για το κόμμα, δεν απέφυγε τη ρήξη με το Κουρδικό Κόμμα Δημοκρατικής Κοινωνίας (DTP), που θα αποτελέσει το βασικό συνομιλητή της κυβέρνησης στην ειρηνευτική διαδικασία. Στελέχη του DTP δήλωναν την απογοήτευσή τους για τη δήλωση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του κυβερνώντος κόμματος.
Κάποιοι, ενδεχομένως, ισχυρισθούν πως ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ παρενέβη σε μια διαδικασία πυρόσβεσης, θέλοντας να καθησυχάσει την αντιπολίτευση και να εκτονώσει την ένταση μεταξύ αυτής και της κυβέρνησης. Πράγματι, η με αφορμή το «κουρδικό άνοιγμα» ανταλλαγή ύβρεων μεταξύ του ΑΚΡ και των κομμάτων της αντιπολίτευσης, προκάλεσε νευρικότητα και ανησυχία στην κοινή γνώμη και τους αναλυτές. Ωστόσο, για όσο διάστημα το καθήκον εξισορρόπησης του πολιτικού σκηνικού ανατίθεται στο στράτευμα, δε θα μπορεί να γίνει λόγος για υγιή δημοκρατία στην Τουρκία. Θα παραμένει μία δημοκρατία υπό στρατιωτική κηδεμονία, ασυμβίβαστη με τη σημερινή πολιτική κουλτούρα και πρακτική της Ευρώπης, προς την οποία η χώρα επιμένει ότι κοιτά.
newstime
Το πόσο η... σημερινή Τουρκική Δημοκρατία απέχει από τα πρότυπα αυτά καθιστά προφανές η εμπλοκή του στρατεύματος στην όλη συζήτηση για το Κουρδικό. Ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ Ιλκέρ Μπασμπούγ αφιέρωσε την ομιλία του επ’ ευκαιρίας της «Εορτής της Νίκης» [επί του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία το 1922] στο «κουρδικό άνοιγμα» της κυβέρνησης, όπως το μετονόμασε ο τύπος της χώρας. Ο Μπασμπούγ παρενέβη για να καθησυχάσει την τουρκική κοινή γνώμη πως το «κουρδικό άνοιγμα» δεν πρόκειται να οδηγήσει στη διαίρεση της χώρας ή σε αντικατάσταση του ενιαίου κράτους από μία ομοσπονδιακή δομή, όπως εικάζει η μαινόμενη αντιπολίτευση.
Μέσα σε όλη τη φανφάρα, που οι ένοπλες δυνάμεις οργανώνουν για την «Εβδομάδα της Νίκης», ο Μπασμπούγ διεμήνυε προς πάντα ενδιαφερόμενο ότι οι ένοπλες δυνάμεις δεν πρόκειται να ανεχθούν την παραμικρή απόκλιση από την αρχή της ενότητας του τουρκικού κράτους. Σημείωσε δε, ότι σύμφωνα με το άρθρο 3 του Τουρκικού Συντάγματος -του οποίου δε χωρεί αναθεώρηση- το τουρκικό κράτος, επικράτεια και έθνος αποτελούν αδιαίρετο όλο, ενώ γλώσσα του κράτους ορίζεται η τουρκική. Οι ένοπλες δυνάμεις δεν πρόκεται να ανεχθούν καμία παρέκβαση από τις αρχές του άρθρου 3 -με οποιαδήποτε δικαιολογία κι αν αυτές επιχειρηθούν.
Παράλληλα, ο Μπασμπούγ πρόσθεσε πως οι ένοπλες δυνάμεις δεν πρόκειται να συμμετάσχουν σε ουδεμία διαπραγμάτευση με το ΡΚΚ και τους υποστηρικτές του. Με την παρέμβασή του, το στράτευμα θέλησε να θέσει το ίδιο τα όρια και τους όρους διαπραγμάτευσης με τους Κούρδους, σφετεριζόμενο, για άλλη μια φορά, μια αρμοδιότητα των πολιτικών.
Σημειωτέον ότι, το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας (MGK), που συνενώνει τις πολιτικές με τις στρατιωτικές αρχές της χώρας και εκείνες των σωμάτων ασφαλείας, είχε προηγουμένως δώσει το πράσινο φως στο «κουρδικό άνοιγμα», σημειώνοντας πως η επίλυση του Κουρδικού στα πλαίσια του ενιαίου κράτους και των δημοκρατικών αρχών είναι προς όφελος της Τουρκίας.
Η παρέμβαση του Μπασμπούγ στην όλη συζήτηση για το «κουρδικό άνοιγμα» ήταν, πρώτα απ’ όλα, άνευ αντικειμένου. Και αυτό γιατί, λίγες ώρες πριν ο πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν -κατόπιν συνάντησής του με εκπροσώπους των οικογενειών των νεκρών στρατιωτών- προσπαθούσε να καθησυχάσει τις ίδιες ομάδες στις οποίες στόχευε ο στρατηγός. «Δε θα επιτρέψουμε καμία επιβολή επί του ενιαίου χαρακτήρα του κράτους», δήλωσε. Μάλιστα, προχώρησε παραπέρα, επαναλαμβάνοντας τη γνωστή επωδό που βλέπουμε σε τεράστιες ταμπέλες σε όλα τα στρατόπεδα της χώρας: «Ένα έθνος, μία σημαία, μία πατρίδα, ένα κράτος». Παρέλειψε να αναφερθεί στη «μία γλώσσα», που συμπληρώνει το μότο του μονολιθικού οικοδομήματος που αποτελεί, μέχρι σήμερα, το κεμαλικό κράτος. Παράλληλα, ο πρωθυπουργός διαβεβαίωνε πως δεν επίκειται γενική αμνήστευση των ανταρτών του ΡΚΚ, πόσο δε μάλλον του ίδιου του Αμπντουλλάχ Οτσαλάν.
Η παρέμβαση του στρατεύματος προκάλεσε τις, αναμενόμενες από κάθε πλευρά του κατακερματισμένου πολιτικού σκηνικού, αντιδράσεις. Την παρέμβαση ζητούσαν επίμονα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, το ακροδεξιό Κίνημα Εθνικιστικής Δράσης και το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα του Ντενίζ Μπαϊκάλ, που εκφράζει το «σκληρό πυρήνα» των Κεμαλιστών. Αμφότερα θεωρούν -όσο κι αν δεν το παραδέχονται δημόσια- πως το στράτευμα έχει ρόλο και υποχρέωση τοποτηρητή του δημόσιου βίου, προκειμένου να «διορθώνει» τυχόν αποκκλίσεις των πολιτικών από τις αρχές του Ατατούρκ. Αμφότερα, εμφανίζονταν ενοχλημένα που ο στρατός σιωπούσε και παρέλειπε να λάβει θέση, αναφορικά με τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες στο Κουρδικό.
Το ΜΗΡ ειδικότερα, εξαπέλυε μύδρους κατά της απόφασης του MGK, που μετέτρεπε το «κουρδικό άνοιγμα» από πρωτοβουλία της κυβέρνησης σε επίσημη πολιτική του κράτους. Στελέχη του πανηγύριζαν μετά την ανακοίνωση του αρχηγού ΓΕΕΘΑ, ισχυριζόμενοι ότι «ευτυχώς ο στρατός έθαψε τις κυβερνητικές προσπάθειες για ανοίγματα στους Κούρδους, ενόσω κυοφορούνταν».
Πέραν των Κεμαλιστών και των εθνικιστών, τις διαρκείς παρεμβάσεις του στρατεύματος στην πολιτική ζωή προσκαλεί και προκαλεί μεγάλο μέρος του τύπου, που προσκολλάται στους στρατηγούς και τους ζητεί να εκφέρουν γνώμη επί παντός επιστητού. Έτσι, το στράτευμα διατηρεί «έμμεσους δρόμους» παρέμβασης στα κοινά. Οι σχετικές πρακτικές αναιρούν στην πράξη τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις – όπως αυτή που κατήργησε την πλειοψηφία των στρατιωτικών στο MGΚ – που στέρησαν, υποτίθεται, στους ένστολους τις θεσμικές δυνατότητες παρέμβασης στο δημόσιο βίο.
Αν κάποιοι δεν έκρυβαν τον ενθουσιασμό και την ανακούφισή τους με την παρέμβαση του Μπάσμπουγ, δεν ήταν λίγοι όσοι την καυτηρίασαν με τα σκληρότερα λόγια. Ο ίδιος ο Ερντογάν απέφυγε να σχολιάσει τη δήλωση και τις αντιδράσεις που προκάλεσε. Ο πρωθυπουργός δήλωνε μόνο την Πέμπτη, πως «όποιο κι αν είναι το τίμημα», δεν πρόκειται να κάνει ούτε ένα βήμα πίσω στο «δημοκρατικό άνοιγμα». Ωστόσο, ο κυβερνητικός και ο φιλελεύθερος τύπος καταφέρθηκαν με σφοδρότητα κατά του παρεμβατισμού των στρατιωτικών.
«Στρατηγέ, δεν κοιτάς τη δουλειά σου!» έγραφε η Ταράφ, που εκφράζει τους φιλελεύθερους διανοούμενους της Τουρκίας, που έχουν συμμαχήσει με το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) και την ατζέντα εκδημοκρατισμού που προωθεί. Οι σχολιαστές της Ταράφ, αλλά και των περισσότερων εφημερίδων που δεν εκπροσωπούν τα πολιτικά άκρα, διαμαρτύρονται πως ο στρατός δεν πρέπει να έχει λόγο στα πολιτικά ζητήματα της χώρας. Οι αναλυτές ομοφωνούν πως τα όρια και τους όρους των ειρηνευτικών συνομιλιών θα πρέπει να τα θέσει η εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας.
Ευκαιρία στους βετεράνους πολιτικούς αναλυτές να αποπάρουν το στρατό δεν έδωσε μόνο η παρέμβαση του Μπασμπούγ, αλλά και το τραγικό περιστατικό που σημειώθηκε σε στρατόπεδο μία μέρα πριν. Τέσσερις Τούρκοι στρατιώτες σκοτώθηκαν από καψόνι αξιωματικού, που ανάγκασε τον έναν από αυτούς να κρατήσει επί ώρες μια απασφαλισμένη χειροβομβίδα. Το περιστατικό αποκάλυψε η εφημερίδα Ταράφ, που έχει κηρύξει σταυροφορία κατά της αυθαιρεσίας των ενόπλων δυνάμεων. Αναλυτές από όλον τον κεντρώο τύπο επισημαίνουν πως, ο αξιωματικός πήρε το θάρρος να επιβάλλει το βλακώδες αυτό καψόνι, ορμώμενος από την πεποίθηση ότι το στράτευμα είναι υπεράνω ελέγχου. «Αντί να ασχολούνται με τα στρατιωτικά θέματα και να μας δίνουν λόγο για τα σοβαρά λάθη, που ενίοτε σημειώνονται στις τάξεις του στρατού, οι στρατηγοί χώνουν τη μύτη τους στις αρμοδιότητες των πολιτικών», έγραφε η Μιλλιέτ. «Ο στρατός πρέπει να δίνει αναφορά στο λαό και τους εκλεγμένους αντιπροσώπους του και όχι το αντίθετο», σημείωνε πολιτικός αναλυτής.
Αξίζει να σημειωθεί πως η προβληματική αντίληψη στην Τουρκία γύρω από τις αρμοδιότητες και το ρόλο του στρατεύματος αφορά, δυστυχώς, το όλο φάσμα των πολιτικών δυνάμεων. Ο ίδιος ο πρόεδρος Γκιουλ επεκρότησε τη δήλωση του Μπασμπούγ, χαρακτηρίζοντάς την «πολύ ωραία», ενώ ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΑΚΡ δήλωσε ότι συμφωνεί απολύτως με τα λεγόμενα του Μπασμπούγ. Εάν ο τελευταίος θέλησε έτσι να αποφύγει μία επιπλέον ρήξη με το στράτευμα για το κόμμα, δεν απέφυγε τη ρήξη με το Κουρδικό Κόμμα Δημοκρατικής Κοινωνίας (DTP), που θα αποτελέσει το βασικό συνομιλητή της κυβέρνησης στην ειρηνευτική διαδικασία. Στελέχη του DTP δήλωναν την απογοήτευσή τους για τη δήλωση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του κυβερνώντος κόμματος.
Κάποιοι, ενδεχομένως, ισχυρισθούν πως ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ παρενέβη σε μια διαδικασία πυρόσβεσης, θέλοντας να καθησυχάσει την αντιπολίτευση και να εκτονώσει την ένταση μεταξύ αυτής και της κυβέρνησης. Πράγματι, η με αφορμή το «κουρδικό άνοιγμα» ανταλλαγή ύβρεων μεταξύ του ΑΚΡ και των κομμάτων της αντιπολίτευσης, προκάλεσε νευρικότητα και ανησυχία στην κοινή γνώμη και τους αναλυτές. Ωστόσο, για όσο διάστημα το καθήκον εξισορρόπησης του πολιτικού σκηνικού ανατίθεται στο στράτευμα, δε θα μπορεί να γίνει λόγος για υγιή δημοκρατία στην Τουρκία. Θα παραμένει μία δημοκρατία υπό στρατιωτική κηδεμονία, ασυμβίβαστη με τη σημερινή πολιτική κουλτούρα και πρακτική της Ευρώπης, προς την οποία η χώρα επιμένει ότι κοιτά.
newstime