Περί τα 6,6 δισ. ευρώ φυλάνε σε μάρκα κάτω από το στρώμα τους οι Γερμανοί.. Εκτενής αρθρογραφία σε γερμανικά μέσα για έξοδο χωρών από το ευρώ και επιστροφή στο μάρκο.
Με ερωτήματα, όπως «είναι εφικτή η έξοδος από το ευρώ;», «είναι η σμίκρυνση της Ευρωζώνης νομικά εφικτή;», «ποια είναι τα συν και τα πλην της επιστροφής στα εθνικά νομίσματα;», «συμφέρει ή όχι τη Γερμανία να...επιστρέψει στο μάρκο;», οι γερμανικοί Financial Times και το περιοδικό Spiegel έκαναν εκτενείς αναφορές στα ενδεχόμενα διάσπασης της ζώνης του ευρώ και την επαναφορά του μάρκου στη νούμερο ένα οικονομία της Ευρώπης.
Οι FT Deutschland υποστηρίζουν ότι η ένταξη στο μηχανισμό στήριξης και της Ιρλανδίας και –πιθανότατα– και της Πορτογαλίας, δημιουργεί αμφιβολίες για το νόημα της Ευρωζώνης. Η εφημερίδα χαρακτηρίζει πολιτικά αδιανόητη την έξοδο μιας χώρας από την ΟΝΕ, καθώς η συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει μόνο καταγγελία της σύμβασης ένταξης από μια χώρα, αλλά όχι αποβολή αυτής από την Ένωση. Επικαλείται, μάλιστα, απόψεις πολιτικών αναλυτών, σύμφωνα με τις οποίες «δεν μπορεί να εμποδίσει κανείς ένα μέλος της Ε.Ε. να εγκαταλείψει το ευρώ. Η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα θα μπορούσε να γίνει σταδιακά. Αφού το κράτος που βγει, διακόψει την αποπληρωμή των δανειακών του υποχρεώσεων, θα μπορούσε στο εσωτερικό να πληρώνει στην ουσία τους εργαζόμενούς του –δημόσιους υπαλλήλους και επιχειρήσεις– με «φρέσκο» τυπωμένο χρήμα ή τα νέα ομόλογα, σε μορφή χρήματος. Αυτός ο τρόπος πληρωμών θα μπορούσε να επεκταθεί και στον ιδιωτικό τομέα. Κατ΄αυτό τον τρόπο θα είχε δημιουργηθεί de facto ένα παράλληλο νόμισμα, το οποίο θα διαπραγματευόταν υποτιμημένο. Αυτό το δρόμο ακολούθησε στην κρίση της Αργεντινής η επαρχία του Buenos Aires. Η τοπική κυβέρνηση εξέδωσε ομόλογα με την ονομασία Patacones, με τα οποία πλήρωσε τους δανειστές της. Γι΄ αυτό και ήταν αποδεκτά σαν μέσο πληρωμής στη συγκεκριμένη περιφέρεια».
Ο συντάκτης του άρθρου αναφέρεται συγκεκριμένα στην Ελλάδα, παραθέτοντας τα πλεονεκτήματα για τη χώρα (αύξηση ανταγωνιστικότητας μέσω υποτίμησης νομίσματος, που θα οδηγήσει σε πτώση των τιμών και αύξηση των εξαγωγών, χωρίς τις κοινωνικές εντάσεις, οι οποίες θα προκαλούνταν από τις περικοπές μισθών και συντάξεων).
Από την άλλη πλευρά, παραθέτει τα μειονεκτήματα μιας τέτοιας λύσης, κυρίως για τους δανειστές της χώρας μας, γιατί «θα έπρεπε να διαγράψουν ένα μέρος των απαιτήσεών τους. Αν μετατρέπονταν τα δάνεια από ευρώ σε δραχμές, το δανειακό βάρος θα ήταν μεγαλύτερο για την Ελλάδα. Εδώ γίνεται σαφές ότι για τράπεζες του εξωτερικού, που έχουν κρατικά ομόλογα υπερχρεωμένων χωρών της Ευρωζώνης, μια τέτοια έξοδος θα σήμαινε κατ΄ αρχήν απώλειες». Επίσης, αναλυτές υποστηρίζουν ότι η επιστροφή σε εθνικά νομίσματα θα έβλαπτε σοβαρά τις επιχειρήσεις με δανειακές υποχρεώσεις στο εξωτερικό, καθώς κάποιες εξ αυτών θα έπρεπε να αξιολογήσουν εκ νέου τις υποχρεώσεις τους και τα περιουσιακά τους στοιχεία, ενώ τα επιτόκια για νέα δάνεια θα αυξάνονταν σημαντικά, λόγω του συναλλαγματικού κινδύνου. «Αυτό, όμως, θα είχε μειονεκτήματα και για όσους θα συνέχιζαν να είναι στην Ευρωζώνη, γιατί οι επενδύσεις τους στην περιφέρεια θα έχαναν αξία».
Το περιοδικό Spiegel υποστηρίζει ότι ένταξη και της Ισπανίας στο μηχανισμό στήριξης θα σήμαινε το τέλος το ευρώ στη σημερινή του μορφή και παραθέτει δύο σενάρια:
Είτε τη δημιουργία του ευρώ του Βορρά και του ευρώ του Νότου, είτε την επιστροφή της Γερμανίας στο μάρκο και των άλλων χωρών στα εθνικά τους νομίσματα.
Αναφέρει, μάλιστα, ότι σχεδόν οι μισοί Γερμανοί επιθυμούν το παλιό τους νόμισμα και ότι φυλάνε περί τα 6,6 δισεκατομμύρια ευρώ σε μάρκα (13 δισ. μάρκα) κάτω από το στρώμα και σε σεντούκια !
Χαρακτηρίζει, πάντως, «καταστροφική» για τη Γερμανία την επιστροφή στο μάρκο, καθώς κοστίζει πολλά χρήματα η όλη διαδικασία, ενώ απαιτεί και χρόνο, ο οποίος δεν θα υπάρχει σε περίπτωση κατάρρευσης του ευρώ. Αναφέρει, επίσης, ότι οι γερμανικές εξαγωγές θα πλήττονταν σημαντικά, καθώς η ανατίμηση του γερμανικού νομίσματος θα ήταν μη ελεγχόμενη, λόγω της προτίμησης των επενδυτών σε αυτό. Η πτώση των εξαγωγών θα είχε αρνητικές συνέπειες και στην αγορά εργασίας. Εκτός αυτού, οι γερμανικές εταιρίες θα είχαν και άλλες δαπάνες δισεκατομμυρίων, γιατί «χωρίς το ευρώ θα έπρεπε να εξασφαλιστούν απέναντι στις συναλλαγματικές αυξομειώσεις. Επιπλέον, μια κατάρρευση του ευρώ ή επαναφορά στο μάρκο θα επέφερε χάος στις αγορές, γιατί όλες οι μεγάλες γερμανικές τράπεζες έχουν ομόλογα άλλων χωρών σε ευρώ. Χωρίς το κοινό νόμισμα, οι χώρες αυτές θα πλήρωναν τα χρέη τους σε δραχμές ή λίρα. Αυτό όμως θα ήταν σοβαρό πρόβλημα για τις τράπεζες, γιατί λόγω της ανατίμησης του μάρκου, θα είχαν μικρότερη αξία και η λίρα και η δραχμή. Έτσι, οι γερμανικές τράπεζες θα έπρεπε να διαγράψουν ένα μέρος των χρεών».
Ο συντάκτης του άρθρου υποστηρίζει ακόμα ότι η Ευρώπη θα έχανε σε επιρροή τόσο απέναντι στις ΗΠΑ, όσο και στην Κίνα και ότι το δολάριο θα γινόταν το αδιαφιλονίκητο νόμισμα για την παγκόσμια οικονομία. Άρθρο Ν.Νιώτης
Πηγή:capital.gr
Με ερωτήματα, όπως «είναι εφικτή η έξοδος από το ευρώ;», «είναι η σμίκρυνση της Ευρωζώνης νομικά εφικτή;», «ποια είναι τα συν και τα πλην της επιστροφής στα εθνικά νομίσματα;», «συμφέρει ή όχι τη Γερμανία να...επιστρέψει στο μάρκο;», οι γερμανικοί Financial Times και το περιοδικό Spiegel έκαναν εκτενείς αναφορές στα ενδεχόμενα διάσπασης της ζώνης του ευρώ και την επαναφορά του μάρκου στη νούμερο ένα οικονομία της Ευρώπης.
Οι FT Deutschland υποστηρίζουν ότι η ένταξη στο μηχανισμό στήριξης και της Ιρλανδίας και –πιθανότατα– και της Πορτογαλίας, δημιουργεί αμφιβολίες για το νόημα της Ευρωζώνης. Η εφημερίδα χαρακτηρίζει πολιτικά αδιανόητη την έξοδο μιας χώρας από την ΟΝΕ, καθώς η συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει μόνο καταγγελία της σύμβασης ένταξης από μια χώρα, αλλά όχι αποβολή αυτής από την Ένωση. Επικαλείται, μάλιστα, απόψεις πολιτικών αναλυτών, σύμφωνα με τις οποίες «δεν μπορεί να εμποδίσει κανείς ένα μέλος της Ε.Ε. να εγκαταλείψει το ευρώ. Η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα θα μπορούσε να γίνει σταδιακά. Αφού το κράτος που βγει, διακόψει την αποπληρωμή των δανειακών του υποχρεώσεων, θα μπορούσε στο εσωτερικό να πληρώνει στην ουσία τους εργαζόμενούς του –δημόσιους υπαλλήλους και επιχειρήσεις– με «φρέσκο» τυπωμένο χρήμα ή τα νέα ομόλογα, σε μορφή χρήματος. Αυτός ο τρόπος πληρωμών θα μπορούσε να επεκταθεί και στον ιδιωτικό τομέα. Κατ΄αυτό τον τρόπο θα είχε δημιουργηθεί de facto ένα παράλληλο νόμισμα, το οποίο θα διαπραγματευόταν υποτιμημένο. Αυτό το δρόμο ακολούθησε στην κρίση της Αργεντινής η επαρχία του Buenos Aires. Η τοπική κυβέρνηση εξέδωσε ομόλογα με την ονομασία Patacones, με τα οποία πλήρωσε τους δανειστές της. Γι΄ αυτό και ήταν αποδεκτά σαν μέσο πληρωμής στη συγκεκριμένη περιφέρεια».
Ο συντάκτης του άρθρου αναφέρεται συγκεκριμένα στην Ελλάδα, παραθέτοντας τα πλεονεκτήματα για τη χώρα (αύξηση ανταγωνιστικότητας μέσω υποτίμησης νομίσματος, που θα οδηγήσει σε πτώση των τιμών και αύξηση των εξαγωγών, χωρίς τις κοινωνικές εντάσεις, οι οποίες θα προκαλούνταν από τις περικοπές μισθών και συντάξεων).
Από την άλλη πλευρά, παραθέτει τα μειονεκτήματα μιας τέτοιας λύσης, κυρίως για τους δανειστές της χώρας μας, γιατί «θα έπρεπε να διαγράψουν ένα μέρος των απαιτήσεών τους. Αν μετατρέπονταν τα δάνεια από ευρώ σε δραχμές, το δανειακό βάρος θα ήταν μεγαλύτερο για την Ελλάδα. Εδώ γίνεται σαφές ότι για τράπεζες του εξωτερικού, που έχουν κρατικά ομόλογα υπερχρεωμένων χωρών της Ευρωζώνης, μια τέτοια έξοδος θα σήμαινε κατ΄ αρχήν απώλειες». Επίσης, αναλυτές υποστηρίζουν ότι η επιστροφή σε εθνικά νομίσματα θα έβλαπτε σοβαρά τις επιχειρήσεις με δανειακές υποχρεώσεις στο εξωτερικό, καθώς κάποιες εξ αυτών θα έπρεπε να αξιολογήσουν εκ νέου τις υποχρεώσεις τους και τα περιουσιακά τους στοιχεία, ενώ τα επιτόκια για νέα δάνεια θα αυξάνονταν σημαντικά, λόγω του συναλλαγματικού κινδύνου. «Αυτό, όμως, θα είχε μειονεκτήματα και για όσους θα συνέχιζαν να είναι στην Ευρωζώνη, γιατί οι επενδύσεις τους στην περιφέρεια θα έχαναν αξία».
Το περιοδικό Spiegel υποστηρίζει ότι ένταξη και της Ισπανίας στο μηχανισμό στήριξης θα σήμαινε το τέλος το ευρώ στη σημερινή του μορφή και παραθέτει δύο σενάρια:
Είτε τη δημιουργία του ευρώ του Βορρά και του ευρώ του Νότου, είτε την επιστροφή της Γερμανίας στο μάρκο και των άλλων χωρών στα εθνικά τους νομίσματα.
Αναφέρει, μάλιστα, ότι σχεδόν οι μισοί Γερμανοί επιθυμούν το παλιό τους νόμισμα και ότι φυλάνε περί τα 6,6 δισεκατομμύρια ευρώ σε μάρκα (13 δισ. μάρκα) κάτω από το στρώμα και σε σεντούκια !
Χαρακτηρίζει, πάντως, «καταστροφική» για τη Γερμανία την επιστροφή στο μάρκο, καθώς κοστίζει πολλά χρήματα η όλη διαδικασία, ενώ απαιτεί και χρόνο, ο οποίος δεν θα υπάρχει σε περίπτωση κατάρρευσης του ευρώ. Αναφέρει, επίσης, ότι οι γερμανικές εξαγωγές θα πλήττονταν σημαντικά, καθώς η ανατίμηση του γερμανικού νομίσματος θα ήταν μη ελεγχόμενη, λόγω της προτίμησης των επενδυτών σε αυτό. Η πτώση των εξαγωγών θα είχε αρνητικές συνέπειες και στην αγορά εργασίας. Εκτός αυτού, οι γερμανικές εταιρίες θα είχαν και άλλες δαπάνες δισεκατομμυρίων, γιατί «χωρίς το ευρώ θα έπρεπε να εξασφαλιστούν απέναντι στις συναλλαγματικές αυξομειώσεις. Επιπλέον, μια κατάρρευση του ευρώ ή επαναφορά στο μάρκο θα επέφερε χάος στις αγορές, γιατί όλες οι μεγάλες γερμανικές τράπεζες έχουν ομόλογα άλλων χωρών σε ευρώ. Χωρίς το κοινό νόμισμα, οι χώρες αυτές θα πλήρωναν τα χρέη τους σε δραχμές ή λίρα. Αυτό όμως θα ήταν σοβαρό πρόβλημα για τις τράπεζες, γιατί λόγω της ανατίμησης του μάρκου, θα είχαν μικρότερη αξία και η λίρα και η δραχμή. Έτσι, οι γερμανικές τράπεζες θα έπρεπε να διαγράψουν ένα μέρος των χρεών».
Ο συντάκτης του άρθρου υποστηρίζει ακόμα ότι η Ευρώπη θα έχανε σε επιρροή τόσο απέναντι στις ΗΠΑ, όσο και στην Κίνα και ότι το δολάριο θα γινόταν το αδιαφιλονίκητο νόμισμα για την παγκόσμια οικονομία. Άρθρο Ν.Νιώτης
Πηγή:capital.gr