Το πανεπιστημιακό άσυλο είναι, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Συνόδου των Πρυτάνεων και πρύτανη του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου Θ. Παπαθεοδώρου, «κομμάτι της ακαδημαϊκής, πολιτικής και κοινωνικής παράδοσής μας.
Πρέπει..να το διαφυλάξουμε από κάθε μορφής παραβίαση». Είναι οπωσδήποτε αξιέπαινος ο ιδεαλισμός του κ. Παπαθεοδώρου και θεάρεστη η προσήλωσή του στις παραδόσεις του τόπου, φαντάζομαι όμως ότι παρεμφερές πρέπει να είναι και το επιχείρημα των Ρώσων οι οποίοι υποστηρίζουν τη συντήρηση της σορού του Λένιν, όποτε κατά καιρούς τίθεται το άχαρο θέμα του μέλλοντός της.
Το άσυλο, όπως νοείται και εφαρμόζεται από τη Μεταπολίτευση και ύστερα, υποτίθεται ότι προστατεύει την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους. Κατά τον κ. Παπαθεοδώρου, ο θεσμός υφίσταται την εκμετάλλευση εκείνων «που αλόγιστα καταχρώνται την ακαδημαϊκή ελευθερία που αυτό εμπεριέχει», όπως και των άλλων «που επενδύουν πολιτικά στην παραβίασή του για να πλήξουν το ίδιο το πανεπιστήμιο».
Ως προς την πρώτη κατηγορία των εκμεταλλευτών του ασύλου, είναι χρήσιμο να θυμηθούμε δύο περιστατικά από τα πάμπολλα του είδους. Το 2004 φοιτητές της οργάνωσης του ΚΚΕ, χρησιμοποιώντας την απειλή βίας, ματαίωσαν την παρουσίαση της «Μαύρης βίβλου του κομμουνισμού» από τον συγγραφέα της Στεφάν Κουρτουά (άλλοτε μαοϊκού, την εποχή του Μαΐου του 1968). Φοιτητές της ίδιας οργάνωσης, ματαίωσαν πέρσι ημερίδα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων για το μέλλον της ανώτατης εκπαίδευσης και τη σύνδεσή της με την αγορά, επειδή οι κύριοι ομιλητές επρόκειτο να είναι καθηγητές από τα μεγαλύτερα δημόσια πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Προφανώς, στα δύο αυτά περιστατικά, δεν έχουμε να κάνουμε με απλή «κατάχρηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας», αλλά με τον βάναυσο και απροσχημάτιστο περιορισμό της.
Ως προς τη δεύτερη κατηγορία εκμεταλλευτών του ασύλου, θα συμφωνήσω με τον κ. Παπαθεοδώρου – έστω και αν την ορίζει με ασάφεια ασυνήθιστη για πανεπιστημιακό, μολονότι συνηθισμένη για πολιτευόμενο. Πράγματι, η ανάδειξη του πανεπιστημίου ως ασύλου για διάφορα είδη εκνόμων δραστηριοτήτων (από την παρασκευή και την αποθήκευση πυρομαχικών από ομάδες αναρχικών ώς την προστασία του παρεμπορίου απομιμήσεων) και μάλιστα με την ανοχή των πανεπιστημιακών αρχών πλήττει το δημόσιο πανεπιστήμιο. Το πλήττει όμως μόνον από τη σκοπιά εκείνων, οι οποίοι ομνύουν στην αρχή του να μη θίγονται τα κακώς κείμενα του δημοσίου πανεπιστημίου - κυρίως, επειδή κάτι τέτοιο θα τους έφερνε αντιμέτωπους με τις ευθύνες τους και τους ξεβόλευε. Οσοι αποβλέπουν όμως στη βελτίωση της λειτουργίας του πανεπιστημίου, δεν έχουν τίποτε να φοβούνται από την αποκάλυψη του «μπάχαλου» στην εσωτερική λειτουργία του.
Εδώ, ωστόσο, πρέπει να αναγνωρίσουμε κάτι ακόμη στον πρόεδρο της Συνόδου των Πρυτάνεων. Εχει δίκιο να θεωρεί το άσυλο κομμάτι της παράδοσής μας· υπό την έννοια ότι το φαινόμενο τής κατά το γούστο και το συμφέρον του καθενός εφαρμογής του νόμου είναι, όντως, μέρος της πολιτικής και κοινωνικής παράδοσής μας. Καθημερινά το βλέπουμε να συμβαίνει γύρω μας, να εξαπλώνεται, να κερδίζει την απροκάλυπτη στήριξη των κομμάτων της Αριστεράς, ακόμη και να τυγχάνει της κατανόησης του ίδιου του υπουργού Δικαιοσύνης! Τι νόημα όμως έχει η άκριτη λατρεία μιας τέτοιας παράδοσης;
Οσο και αν ενοχλούνται ή ξεβολεύονται όσοι πανεπιστημιακοί επιδιώκουν την ανάμειξή τους στη διοίκηση των ιδρυμάτων, η πραγματικά προοδευτική θέση για το άσυλο είναι εκείνη που εξέφρασε ο πρόεδρος της Ν.Δ., κατά την πρόσφατη ομιλία του στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του. Ο Αντώνης Σαμαράς ζήτησε την κατάργηση του ασύλου ως «άβατου του χώρου», αναδεικνύοντας το βασικό πρόβλημα του νόμου που ορίζει τη λειτουργία και το οποίο, συνήθως, αποσιωπάται: «Εκτός από μια-δυο φορές τα τελευταία 25 χρόνια και αφού κάηκε προηγουμένως το Πολυτεχνείο, οι πρυτανικές αρχές δεν κατάφεραν ποτέ να εφαρμόσουν τον νόμο. Τον προηγούμενο ή τον σημερινό. Γιατί; Πολύ απλά, γιατί ο νόμος είναι ανεφάρμοστος. Καλεί τους καθηγητές να αποφασίσουν αν θα μπει η Αστυνομία σήμερα. Αλλά οι ίδιοι καθηγητές θα είναι και πάλι μέσα στα πανεπιστήμια αύριο, στο έλεος των παρανόμων ή των ακραίων που θα είναι πάντα μέσα, χωρίς όμως την προστασία της Αστυνομίας που θα βρίσκεται και πάλι απ’ έξω». Νομίζω ότι σαφέστερα δεν γίνεται να περιγραφεί το πρόβλημα...
Το μονότονο επιχείρημα των πρυτάνεων, εδώ και χρόνια, ότι για την προστασία του ασύλου αρκεί η σωστή εφαρμογή του νόμου, ανταποκρίνεται ίσως σε ευσεβείς πόθους, αλλά δεν αφορά την πραγματικότητα. Είναι μια παιδαριώδης υπεκφυγή, που αποκαλύπτεται όταν, λ.χ., ερωτάται σε τηλεοπτική συνέντευξή του ο θεράπων του Θέσπιδος (και πρύτανης του Καποδιστριακού, παρεμπιπτόντως) Θεοδόσιος Πελεγρίνης αν ο χώρος των Προπυλαίων αποτελεί μέρος του προστατευόμενου από το άσυλο χώρου και απαντά με ένα ξερό «δεν γνωρίζω». Και όταν επιμένουν στο ερώτημα οι δημοσιογράφοι, ο κ. Πελεγρίνης πετάει το μπαλάκι αλλού: «Είναι θέμα της Συγκλήτου».
Αλλά, αν εξαιρέσει κανείς τη φυσικότητα με την οποία παίρνει τη συγκεκριμένη στάση ο κ. Πελεγρίνης, κατά τα άλλα το γεγονός δεν ξαφνιάζει. Διότι, όταν πέρσι ζήτησε η υπουργός Παιδείας από το Πανεπιστήμιο Αθηνών να γνωστοποιήσει στο υπουργείο τους πανεπιστημιακούς χώρους που εμπίπτουν στο άσυλο, η πρυτανεία δήλωσε αδυναμία να ανταποκριθεί, με τη χαριτωμένη δικαιολογία ότι τα κτίρια που χρησιμοποιεί το πανεπιστήμιο είναι τόσα πολλά, ώστε ο λεπτομερής προσδιορισμός των χώρων όπου ισχύει το άσυλο να είναι αδύνατος! (Ως προς τούτο, οι πανεπιστημιακές αρχές ενεργούν εντός του πνεύματος της ευρύτερης δημόσιας διοίκησης, η οποία αδυνατεί να καταγράψει τους χιλιάδες δημόσιους οργανισμούς και αναθέτει το έργο σε ιδιωτικές εταιρείες...).
Η υπεράσπιση του ασύλου από τους πανεπιστημιακούς οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στον φόβο – εν μέρει δικαιολογημένο και, πάντως, κατανοητό. Αυτόν τον φόβο εξέφρασε με τον γνωστό δραματικό τρόπο του και ο Απόστολος Κακλαμάνης, κατά τη συζήτηση στη Βουλή της τροπολογίας για το άσυλο που κατέθεσε η Ν.Δ. «Αν καταργήσουμε το άσυλο, θα γίνει μακελειό!», αναφώνησε ο πρώην πρόεδρος της Βουλής. Μα, εκτός από αναξιοπρεπής, αυτή η ηττοπαθής στάση είναι και ατελέσφορη. Αν το κριτήριο των κυβερνήσεων είναι ο φόβος των αντιδράσεων, τότε ποτέ δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτε σε αυτή τη χώρα και απλώς θα αφεθεί στο έλεος των οργανωμένων συμφερόντων που τη νέμονται. Επιπλέον, αν δεχθούμε στα σοβαρά τη λογική του κ. Κακλαμάνη, τότε γιατί να υπερασπισθούμε τη χώρα από εξωτερικό εχθρό; Αφού και στην περίπτωση αυτή μακελειό θα γίνει και μάλιστα μεγαλύτερο.
Το μέλλον της πανεπιστημιακής παιδείας είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να αφεθεί να ορίζεται από τις εκάστοτε ισορροπίες και τις συναλλαγές πρυτανικών αρχών και κομματικών οργανώσεων. Το άσυλο, όπως το έχουμε γνωρίσει τις τελευταίες δεκαετίες, δεν είναι παρά το άταφο πτώμα της Μεταπολίτευσης. Δεν ξέρουμε τι να το κάνουμε, μυρίζει, κοστίζει και τριγύρω του όλοι εμείς το κοιτάζουμε με δέος...
Άρθρο του κ.Στ.Κασιμάτη
αναδημοσιεύεται από την εφημερίδα Καθημερινή
Το άσυλο, όπως νοείται και εφαρμόζεται από τη Μεταπολίτευση και ύστερα, υποτίθεται ότι προστατεύει την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους. Κατά τον κ. Παπαθεοδώρου, ο θεσμός υφίσταται την εκμετάλλευση εκείνων «που αλόγιστα καταχρώνται την ακαδημαϊκή ελευθερία που αυτό εμπεριέχει», όπως και των άλλων «που επενδύουν πολιτικά στην παραβίασή του για να πλήξουν το ίδιο το πανεπιστήμιο».
Ως προς την πρώτη κατηγορία των εκμεταλλευτών του ασύλου, είναι χρήσιμο να θυμηθούμε δύο περιστατικά από τα πάμπολλα του είδους. Το 2004 φοιτητές της οργάνωσης του ΚΚΕ, χρησιμοποιώντας την απειλή βίας, ματαίωσαν την παρουσίαση της «Μαύρης βίβλου του κομμουνισμού» από τον συγγραφέα της Στεφάν Κουρτουά (άλλοτε μαοϊκού, την εποχή του Μαΐου του 1968). Φοιτητές της ίδιας οργάνωσης, ματαίωσαν πέρσι ημερίδα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων για το μέλλον της ανώτατης εκπαίδευσης και τη σύνδεσή της με την αγορά, επειδή οι κύριοι ομιλητές επρόκειτο να είναι καθηγητές από τα μεγαλύτερα δημόσια πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Προφανώς, στα δύο αυτά περιστατικά, δεν έχουμε να κάνουμε με απλή «κατάχρηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας», αλλά με τον βάναυσο και απροσχημάτιστο περιορισμό της.
Ως προς τη δεύτερη κατηγορία εκμεταλλευτών του ασύλου, θα συμφωνήσω με τον κ. Παπαθεοδώρου – έστω και αν την ορίζει με ασάφεια ασυνήθιστη για πανεπιστημιακό, μολονότι συνηθισμένη για πολιτευόμενο. Πράγματι, η ανάδειξη του πανεπιστημίου ως ασύλου για διάφορα είδη εκνόμων δραστηριοτήτων (από την παρασκευή και την αποθήκευση πυρομαχικών από ομάδες αναρχικών ώς την προστασία του παρεμπορίου απομιμήσεων) και μάλιστα με την ανοχή των πανεπιστημιακών αρχών πλήττει το δημόσιο πανεπιστήμιο. Το πλήττει όμως μόνον από τη σκοπιά εκείνων, οι οποίοι ομνύουν στην αρχή του να μη θίγονται τα κακώς κείμενα του δημοσίου πανεπιστημίου - κυρίως, επειδή κάτι τέτοιο θα τους έφερνε αντιμέτωπους με τις ευθύνες τους και τους ξεβόλευε. Οσοι αποβλέπουν όμως στη βελτίωση της λειτουργίας του πανεπιστημίου, δεν έχουν τίποτε να φοβούνται από την αποκάλυψη του «μπάχαλου» στην εσωτερική λειτουργία του.
Εδώ, ωστόσο, πρέπει να αναγνωρίσουμε κάτι ακόμη στον πρόεδρο της Συνόδου των Πρυτάνεων. Εχει δίκιο να θεωρεί το άσυλο κομμάτι της παράδοσής μας· υπό την έννοια ότι το φαινόμενο τής κατά το γούστο και το συμφέρον του καθενός εφαρμογής του νόμου είναι, όντως, μέρος της πολιτικής και κοινωνικής παράδοσής μας. Καθημερινά το βλέπουμε να συμβαίνει γύρω μας, να εξαπλώνεται, να κερδίζει την απροκάλυπτη στήριξη των κομμάτων της Αριστεράς, ακόμη και να τυγχάνει της κατανόησης του ίδιου του υπουργού Δικαιοσύνης! Τι νόημα όμως έχει η άκριτη λατρεία μιας τέτοιας παράδοσης;
Οσο και αν ενοχλούνται ή ξεβολεύονται όσοι πανεπιστημιακοί επιδιώκουν την ανάμειξή τους στη διοίκηση των ιδρυμάτων, η πραγματικά προοδευτική θέση για το άσυλο είναι εκείνη που εξέφρασε ο πρόεδρος της Ν.Δ., κατά την πρόσφατη ομιλία του στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του. Ο Αντώνης Σαμαράς ζήτησε την κατάργηση του ασύλου ως «άβατου του χώρου», αναδεικνύοντας το βασικό πρόβλημα του νόμου που ορίζει τη λειτουργία και το οποίο, συνήθως, αποσιωπάται: «Εκτός από μια-δυο φορές τα τελευταία 25 χρόνια και αφού κάηκε προηγουμένως το Πολυτεχνείο, οι πρυτανικές αρχές δεν κατάφεραν ποτέ να εφαρμόσουν τον νόμο. Τον προηγούμενο ή τον σημερινό. Γιατί; Πολύ απλά, γιατί ο νόμος είναι ανεφάρμοστος. Καλεί τους καθηγητές να αποφασίσουν αν θα μπει η Αστυνομία σήμερα. Αλλά οι ίδιοι καθηγητές θα είναι και πάλι μέσα στα πανεπιστήμια αύριο, στο έλεος των παρανόμων ή των ακραίων που θα είναι πάντα μέσα, χωρίς όμως την προστασία της Αστυνομίας που θα βρίσκεται και πάλι απ’ έξω». Νομίζω ότι σαφέστερα δεν γίνεται να περιγραφεί το πρόβλημα...
Το μονότονο επιχείρημα των πρυτάνεων, εδώ και χρόνια, ότι για την προστασία του ασύλου αρκεί η σωστή εφαρμογή του νόμου, ανταποκρίνεται ίσως σε ευσεβείς πόθους, αλλά δεν αφορά την πραγματικότητα. Είναι μια παιδαριώδης υπεκφυγή, που αποκαλύπτεται όταν, λ.χ., ερωτάται σε τηλεοπτική συνέντευξή του ο θεράπων του Θέσπιδος (και πρύτανης του Καποδιστριακού, παρεμπιπτόντως) Θεοδόσιος Πελεγρίνης αν ο χώρος των Προπυλαίων αποτελεί μέρος του προστατευόμενου από το άσυλο χώρου και απαντά με ένα ξερό «δεν γνωρίζω». Και όταν επιμένουν στο ερώτημα οι δημοσιογράφοι, ο κ. Πελεγρίνης πετάει το μπαλάκι αλλού: «Είναι θέμα της Συγκλήτου».
Αλλά, αν εξαιρέσει κανείς τη φυσικότητα με την οποία παίρνει τη συγκεκριμένη στάση ο κ. Πελεγρίνης, κατά τα άλλα το γεγονός δεν ξαφνιάζει. Διότι, όταν πέρσι ζήτησε η υπουργός Παιδείας από το Πανεπιστήμιο Αθηνών να γνωστοποιήσει στο υπουργείο τους πανεπιστημιακούς χώρους που εμπίπτουν στο άσυλο, η πρυτανεία δήλωσε αδυναμία να ανταποκριθεί, με τη χαριτωμένη δικαιολογία ότι τα κτίρια που χρησιμοποιεί το πανεπιστήμιο είναι τόσα πολλά, ώστε ο λεπτομερής προσδιορισμός των χώρων όπου ισχύει το άσυλο να είναι αδύνατος! (Ως προς τούτο, οι πανεπιστημιακές αρχές ενεργούν εντός του πνεύματος της ευρύτερης δημόσιας διοίκησης, η οποία αδυνατεί να καταγράψει τους χιλιάδες δημόσιους οργανισμούς και αναθέτει το έργο σε ιδιωτικές εταιρείες...).
Η υπεράσπιση του ασύλου από τους πανεπιστημιακούς οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στον φόβο – εν μέρει δικαιολογημένο και, πάντως, κατανοητό. Αυτόν τον φόβο εξέφρασε με τον γνωστό δραματικό τρόπο του και ο Απόστολος Κακλαμάνης, κατά τη συζήτηση στη Βουλή της τροπολογίας για το άσυλο που κατέθεσε η Ν.Δ. «Αν καταργήσουμε το άσυλο, θα γίνει μακελειό!», αναφώνησε ο πρώην πρόεδρος της Βουλής. Μα, εκτός από αναξιοπρεπής, αυτή η ηττοπαθής στάση είναι και ατελέσφορη. Αν το κριτήριο των κυβερνήσεων είναι ο φόβος των αντιδράσεων, τότε ποτέ δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτε σε αυτή τη χώρα και απλώς θα αφεθεί στο έλεος των οργανωμένων συμφερόντων που τη νέμονται. Επιπλέον, αν δεχθούμε στα σοβαρά τη λογική του κ. Κακλαμάνη, τότε γιατί να υπερασπισθούμε τη χώρα από εξωτερικό εχθρό; Αφού και στην περίπτωση αυτή μακελειό θα γίνει και μάλιστα μεγαλύτερο.
Το μέλλον της πανεπιστημιακής παιδείας είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να αφεθεί να ορίζεται από τις εκάστοτε ισορροπίες και τις συναλλαγές πρυτανικών αρχών και κομματικών οργανώσεων. Το άσυλο, όπως το έχουμε γνωρίσει τις τελευταίες δεκαετίες, δεν είναι παρά το άταφο πτώμα της Μεταπολίτευσης. Δεν ξέρουμε τι να το κάνουμε, μυρίζει, κοστίζει και τριγύρω του όλοι εμείς το κοιτάζουμε με δέος...
Άρθρο του κ.Στ.Κασιμάτη
αναδημοσιεύεται από την εφημερίδα Καθημερινή