Η «βαριά αδιαθεσία» στις ελληνορωσικές σχέσεις, όπως είναι φυσικό, προκαλεί έντονη ανησυχία στην ελληνική διπλωματία. Όχι μόνον γιατί η Ρωσία είναι μια μεγάλη παγκόσμια δύναμη, αλλά και γιατί η οικονομική μας αδυναμία δεν μας επιτρέπει να χάνουμε στρατηγικούς συμμάχους.
Πόσο μάλλον να δημιουργούμε ασύμμετρες αντιπαλότητες...
Η δυσθυμία της Μόσχας απέναντι στην κυβέρνηση Παπανδρέου είναι ένα από τα θέματα-ταμπού της εξωτερικής πολιτικής, που πρόσφατα ήρθε αιφνιδιαστικά στο προσκήνιο.
Αφορμή ήταν η... ακύρωση της προγραμματισμένης για την προηγούμενη εβδομάδα επίσκεψης του ΥΠΕΞ στη ρωσική πρωτεύουσα. Τα ερωτήματα γύρω από αυτό το γεγονός είναι πολλά και δεν απαντώνται από τις προσπάθειες της Αθήνας να το παρουσιάσει ως υπόθεση γραφειοκρατικής ρουτίνας. Ξεκινώντας από το ρωσικό αίτημα να καταργηθεί η βίζα και φτάνοντας ως τα (αναπάντητα από την Τράπεζα της Ελλάδος) αιτήματα ρωσικών τραπεζών να ανοίξουν καταστήματα εδώ, ο κατάλογος με τα παράπονα του Κρεμλίνου διαρκώς μεγαλώνει.
Η «βαριά αδιαθεσία» στις ελληνορωσικές σχέσεις, όπως είναι φυσικό, προκαλεί έντονη ανησυχία στην ελληνική διπλωματία. Όχι μόνον γιατί η Ρωσία είναι μια μεγάλη παγκόσμια δύναμη, αλλά και γιατί η οικονομική μας αδυναμία δεν μας επιτρέπει να χάνουμε στρατηγικούς συμμάχους. Πόσο μάλλον να δημιουργούμε ασύμμετρες αντιπαλότητες...
Το Υπουργείο Εξωτερικών επιχείρησε να αποδραματοποιήσει το γεγονός και να υποβαθμίσει την πολιτική και διπλωματική σημασία της ματαίωσης (-με πρωτοβουλία της ρωσικής πλευράς-) του ταξιδιού, με το οποίο θα επιχειρείτο αναθέρμανση των διμερών σχέσεων. Ο υπουργός Εξωτερικών Σταύρος Λαμπρινίδης επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Ρώσο ομόλογό του Σ. Λαβρόφ και ανακοίνωσε την επικοινωνία αυτή ώστε να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις περί ψυχρότητας Αθήνας - Μόσχας. Έγινε επίσης γνωστό ότι οι δυο υπουργοί συμφώνησαν να συναντηθούν στη Νέα Υόρκη, τον Σεπτέμβριο, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, όπου θα συζητήσουν το ενδεχόμενο επίσημης επίσκεψης σε καθορισμένη ημερομηνία.
Αλλά οι προσπάθειες του Υπουργείου Εξωτερικών να εμφανιστεί ως συνέπεια διαδικαστικού κωλύματος ένας πολύ αρνητικός για την ελληνική πλευρά ρωσικός αιφνιδιασμός με πολιτικό βάθος, πείθουν ελάχιστους από τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ της εξωτερικής πολιτικής.
Παράγοντες της ελληνικής διπλωματίας που γνωρίζουν την υπόθεση φτάνουν στο σημείο να μιλούν για «καψώνι», το οποίο αποδίδουν στη δυσπιστία της Μόσχας απέναντι στην κυβέρνηση Παπανδρέου. Αλλά και σε εκκρεμότητες που βαραίνουν τις διμερείς σχέσεις και ενοχλούν όλο και πιο πολύ το Κρεμλίνο.
Σύμφωνα με αυτές τις πηγές, η Ρωσία δεν αντιμετωπίζει την ελληνική κυβέρνηση ως φιλική δύναμη και έχει επιλέξει να δείχνει την ενόχλησή της χωρίς να υπερβαίνει τα όρια της διπλωματικής ορθότητας. Και μόνο η μείωση των επαφών υψηλού πολιτικού επιπέδου (σε σύγκριση με το συνεχές πηγαινέλα επί πρωθυπουργίας Καραμανλή) αποτελεί ισχυρή ένδειξη του παγωμένου ανέμου που πνέει στις ελληνορωσικές σχέσεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το πρόβλημα έχει συζητηθεί εδώ και καιρό στο εσωτερικό της κυβέρνησης και έχουν αναζητηθεί τρόποι αναστροφής του κλίματος, χωρίς αποτέλεσμα. Ήταν μια ανακούφιση για την Αθήνα ο σχεδιασμός της επίσκεψης του πρώην ΥΠΕΞ Δ. Δρούτσα στη Μόσχα την πρώτη εβδομάδα του Ιουλίου: επενδύθηκαν προσδοκίες για ένα νέο ξεκίνημα ή, πιο ρεαλιστικά, για μια αποφόρτιση.
Απαξιωτική στάση
Πριν από λίγες μέρες ο βοηθός του Ρώσου προέδρου, Αρκάντι Ντβορκόβιτς, ανακοίνωσε ότι το Υπουργείο Οικονομικών εξετάζει το ενδεχόμενο να αγοράσει ισπανικά ομόλογα. Δεν έχει προς το παρόν ανάλογο σχέδιο για την Ελλάδα, αλλά εφόσον γίνει κάποιο αίτημα, θα το εξετάσει. Τι θα πει αυτό; Σύμφωνα με διπλωματικές ερμηνείες, το μήνυμα του Κρεμλίνου είναι ότι υπάρχει ενδιαφέρον συνδρομής στην κρίση χρέους που αντιμετωπίζουν χώρες της Ευρωζώνης υπό συγκεκριμένες πολιτικές προϋποθέσεις και με καθαρή ατζέντα συνεργασίας.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους ο κ. Ντβορκόβιτς, σύμφωνα με το κρατικό ρωσικό πρακτορείο ΙΤΑΡ-ΤΑΣΣ, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Σχετικά με την Ισπανία έχουμε πολύ λιγότερους φόβους, από όσους για την Ελλάδα. Διότι εκεί λαμβάνονται πολύ σοβαρά μέτρα και ουσιαστικά ρίσκα δεν υπάρχουν». Πέρα από αυτό το απαξιωτικό για την Ελλάδα σχόλιο, ο Ρώσος αξιωματούχος διευκρίνισε ότι «δεν έχουμε σχέδια αγοράς ελληνικών χρεών». Και σημείωσε ότι «προς το παρόν δεν μας προσκάλεσαν να συμμετάσχουμε σε συνολική λύση-πακέτο των ελληνικών προβλημάτων, αλλά εάν πραγματοποιηθεί τέτοιο αίτημα, η ρωσική κυβέρνηση θα το εξετάσει».
Στην πραγματικότητα, κατά κάποιες διπλωματικές εκτιμήσεις, η Μόσχα προσκαλεί την Αθήνα να στραφεί στο Κρεμλίνο για βοήθεια, αφήνοντας να εννοηθεί ότι υπάρχει (γενικώς και αορίστως…) δυνατότητα και διάθεση υπό συγκεκριμένους όρους που θα αποσαφηνιστούν στην πορεία της συζήτησης.
Αγγ.Σπανού