Νέο κύμα «φθινοπωρινής αποδημίας» πλήττει τις καταθέσεις στις τράπεζες. Μετά τη μικρή ανάπαυλα του καλοκαιριού, η εκροή των καταθέσεων συνεχίστηκε από τις αρχές Σεπτεμβρίου με αμείωτο ρυθμό.
Ετσι, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η Τράπεζα της Ελλάδος στην τρόικα, μέσα σε ενάμιση μήνα... (Σεπτέμβριος-μέσα Οκτωβρίου) από τις καταθέσεις έκαναν φτερά περισσότερα από 9,5 δισ. ευρώ.
Η μείωση των καταθέσεων κατά περίπου 5% από τα τέλη Αυγούστου αποδίδεται τόσο στο κλίμα πανικού που έχει διαμορφωθεί όσο και στις αυξημένες ανάγκες των νοικοκυριών, οι οποίες επιβαρύνθηκαν από την καταβολή της εισφοράς κοινωνικής αλληλεγγύης.
Η εξέλιξη αυτή έχει προκαλέσει ισχυρές πιέσεις στη ρευστότητα των τραπεζών, η οποία βρίσκεται μεταξύ της σφύρας της ΕΚΤ και του άκμονος των αγορών. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα πιέζει για να περιοριστεί η εξάρτηση των ελληνικών τραπεζών από τη ρευστότητα που η ίδια τους έχει προσφέρει.
Στα 93 δισ. η εξάρτηση
Οι πιέσεις αυτές έχουν αποδώσει σε ένα βαθμό, καθώς ο συνολικός δανεισμός των τραπεζών από την ΕΚΤ έχει υποχωρήσει στα 93 δισ. ευρώ. Ομως η «ευθυγράμμιση αυτή» με την πολιτική της Φρανκφούρτης έχει παράπλευρες απώλειες στο μέτωπο των δανείων.
Οι τράπεζες, μετά και τη δραματική υποχώρηση της αξίας των ενεχύρων που έχουν προσκομίσει στην ΕΚΤ, αναγκάζονται να περικόπτουν ολοένα και πιο πολύ τις χορηγήσεις τους, προκαλώντας έτσι πιστωτική ασφυξία στην αγορά.
Στο πρώτο εξάμηνο του έτους οι χορηγήσεις προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά εμφάνιζαν μείωση κατά περίπου 3% σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2010. Μεγαλύτερη ήταν η μείωση των δανείων προς τις επιχειρήσεις (κατά 4,6%), ενώ στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια εμφάνισαν μείωση κατά 1,3%.
Μέχρι το τέλος του έτους οι διοικήσεις των τραπεζών θα πρέπει να υποβάλουν στην Τράπεζα της Ελλάδος εναλλακτικά σχέδια προκειμένου να «υποκαταστήσουν» τη ρευστότητα της ΕΚΤ από άλλες πηγές. Βέβαια, υπό τις παρούσες συνθήκες το εγχείρημα φαντάζει ανεδαφικό.
Μέχρι τότε θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί και ο διαγνωστικός έλεγχος των τραπεζών από την Black Rock, ο οποίος θα προσδιορίσει και το μέγεθος των κεφαλαιακών ενισχύσεων που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες.