Οπως έχουμε επισημάνει εδώ και μέρες, βασιζόμενη σε διαφορετικές πηγές, η Γερμανία έχει λάβει τις αποφάσεις της αναφορικά με το ελληνικό πρόβλημα.
Οι διάφορες διαβουλεύσεις που έχουν γίνει στο μεσοδιάστημα με Ευρωπαίους τραπεζίτες κ.τ.λ. αφορούν επί της ουσίας τον τρόπο υλοποίησης της προκριθείσας λύσης, αφού το Βερολίνο είναι... πεπεισμένο ότι χρειάζεται τελική λύση. Η μόνη που θα μπορούσε να αλλάξει εν μέρει κάποια παράμετρο της προκριθείσας λύσης για την Ελλάδα είναι η Γαλλία.
Η γερμανική άποψη βασίζεται στην αντίληψη ότι υπάρχει ανάγκη για σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ είτε μέσω εθελοντικής απομείωσης της ονομαστικής αξίας των ελληνικών ομολόγων είτε μέσω υποχρεωτικού «κουρέματος» των ομολόγων, για να πειστούν οι αγορές ότι δεν θα χρειαστεί νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους στο μέλλον. Υπό αυτή την έννοια, το ποσοστό του 50% είναι κομβικό.
Ομως η γερμανική πλευρά θεωρεί ότι η μείωση του ελληνικού χρέους δημιουργεί δύο θέματα. Πρώτον, οι κυβερνήσεις άλλων χωρών με υψηλό δημόσιο χρέος, π.χ. Πορτογαλίας, θα πιεστούν πολιτικά να ζητήσουν κι αυτές να μειωθεί το δικό τους χρέος κατά τα ελληνικά πρότυπα. Δεύτερον, οι Γερμανοί δεν είναι σίγουροι ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν θα αυξηθεί ξανά σε μερικά χρόνια, ακόμη κι αν μειωθεί τώρα αισθητά ως ποσοστό του ΑΕΠ μέσω «κουρέματος». Αυτό συμβαίνει γιατί δεν έχουν εμπιστοσύνη στη δημοσιονομική διαχείριση από το πολιτικό προσωπικό, ενώ θεωρούν λίγη την ελληνική δημόσια διοίκηση.
Για να αποθαρρύνει Πορτογάλους και άλλους και να βεβαιωθεί ότι δεν θα αυξηθεί ξανά το ελληνικό χρέος σε μερικά χρόνια, η γερμανική πλευρά συνδέει τη συναίνεσή της στη μείωση του ελληνικού χρέους και την παροχή επιπλέον χρηματοδότησης με την αποδοχή εκ μέρους της Ελλάδας όρων που ισοδυναμούν με παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας για αρχή.