Η διαφαινόμενη αποτυχία της κυβέρνησης δεν θα έχει μόνο οικονομικές επιπτώσεις.
Απειλεί και να εκτροχιάσει οριστικά την πορεία απεξάρτησης της κοινωνίας μας από τον κρατισμό, η οποία ξεκίνησε με δειλά βήματα πριν από 20 χρόνια και έκτοτε συνεχίζεται με ούτως ή άλλως εξαιρετικά αργούς ρυθμούς και πολλά πισωγυρίσματα.
Υπενθυμίζεται ότι μετά τη συντριβή που υπέστησαν τη δεκαετία του 1990, οι... δυνάμεις του λαϊκισμού άρχισαν να ανακάμπτουν από τις αρχές του νέου αιώνα, πετυχαίνοντας αντιδραστικές νίκες. Εξοντωμένοι από τις συνεχείς συγκρούσεις, οι τότε εκπρόσωποι του εκσυγχρονισμού σήκωσαν τα χέρια ψηλά, ψελλίζοντας ότι «αυτή είναι η Ελλάδα». Ισως το έκαναν για να δικαιολογήσουν τις προσωπικές και πολιτικές τους αποτυχίες, ίσως να κουράστηκαν, ποιος ξέρει.
Η ουσία είναι ότι η εκτίμησή τους ήταν εσφαλμένη: το αποτέλεσμα των εκλογών του 2004 προήλθε αφενός μεν από τη φυσιολογική εξέλιξη του εκλογικού κύκλου, αφετέρου δε επειδή το μεγάλο προοδευτικό κομμάτι της κοινωνίας που υποστήριξε το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα της δεκαετίας του 1990, απογοητεύτηκε από τα πεπραγμένα της περιόδου 2000-2004.
Εξάλλου, είναι χαρακτηριστικό ότι ο Κ. Καραμανλής εξελέγη τοποθετώντας τον εαυτό του στον μεσαίο χώρο και με βασική δέσμευση να πετύχει εκεί όπου ο Κ. Σημίτης απέτυχε: στην αναδόμηση του κράτους και της Δημόσιας Διοίκησης και στην καταπολέμηση των σχέσεων διαπλοκής μεταξύ κράτους και ιδιωτικού τομέα.
Με άλλα λόγια, υποσχέθηκε να εμβαθύνει το εκσυγχρονιστικό πρόταγμα, έστω και αν δεν χρησιμοποίησε ποτέ τη συγκεκριμένη λέξη. Γι’ αυτό και προσέλκυσε και τους ψηφοφόρους, που στα μέσα της δεκαετίας του 1990 είχαν στηρίξει τον κ. Σημίτη.
Υπό αυτήν την έννοια, η νίκη του Κ. Καραμανλή πιστώνεται εν μέρει και σε όσους ήθελαν να ολοκληρωθεί επιτέλους η πορεία που είχε ξεκινήσει με τον απογαλακτισμό του ΠΑΣΟΚ από την κληρονομιά του ιδρυτή του. Παρ’ όλα αυτά, ερμηνεύθηκε ως ήττα του εκσυγχρονισμού. Ως ένα βαθμό ήταν αναμενόμενο.
Οσοι ψωμίζονταν ως μεσάζοντες των πελατειακών συστημάτων συναλλαγής είχαν κάθε συμφέρον να απαξιώσουν το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα, τόσο στο εσωτερικό των δύο μεγάλων πολιτικών κομμάτων όσο και στα μέσα ενημέρωσης, ταυτίζοντάς το αποκλειστικά με συγκεκριμένες αποτυχίες της περιόδου Σημίτη και αποσυνδέοντάς το από τη μακρά πολιτική παράδοση που ξεκινάει με τη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους.
Και το πέτυχαν.
Το αποτέλεσμα ήταν φυσικά η «επανίδρυση του κράτους» να δώσει γρήγορα τη θέση της στο «ασ’ το γι’ αργότερα», αφού είχε εμπεδωθεί η εσφαλμένη αντίληψη ότι η ελληνική κοινωνία δεν θέλει καμία περαιτέρω αλλαγή ή «ξεβόλεμα». Οσες προσπάθειες έγιναν στη διάρκεια της χαμένης αυτής πενταετίας, βασίστηκαν στον πατριωτισμό ορισμένων υπουργών, σε πείσμα του προστάγματος γενικής ακινησίας που είχε δοθεί. Ετσι, η χώρα μας βρέθηκε στη δίνη της παγκόσμιας κρίσης, εντελώς απροετοίμαστη.
Ο διάδοχος του κ. Καραμανλή στο τιμόνι της χώρας, ουδέποτε έδειξε αποφασισμένος να πιάσει την πεσμένη σκυτάλη του εκσυγχρονισμού.
Εξ ου και όσοι πολίτες κινητοποιήθηκαν ζητώντας τολμηρές αλλαγές, αλλά και ανοικτούς δρόμους, ανοικτά σχολεία, ανοικτά ΑΕΙ, ανοικτά μυαλά, ουδέποτε ένιωσαν ότι μπορούν να στηριχθούν πάνω του. Τα όποια προσχήματα διέσωσε και πάλι ο ζήλος ορισμένων στελεχών του κυβερνώντος κόμματος.
Ετσι, με ορόσημο την αναδίπλωση στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο Γιαννίτση, συμπληρώνονται πια δέκα χρόνια διαρκούς οπισθοχώρησης του εκσυγχρονισμού.
Σε αντίθεση με τη βολική εξήγηση που κυριαρχεί, δεν φταίει η κοινωνία γι’ αυτό.
Η κοινωνία εγκατέλειψε τον κ. Σημίτη, αφού πρώτα είχε ο ίδιος εγκαταλείψει τις προσπάθειές του.
Οδήγησε στη συντριβή τον κ. Καραμανλή παρότι εκείνος, αντί για μεταρρυθμίσεις, προσέφερε «όλα τα λεφτά, για όλα τα κιλά».
Και η δημοσκοπική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ δεν ξεκίνησε ούτε με τη μεγάλη αλλαγή στο ασφαλιστικό, ούτε με τον «Καλλικράτη». Αντιθέτως, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι συνέπεσε με την περίοδο που η τρόικα διαπίστωσε «μεταρρυθμιστική κόπωση».
Και εν πάση περιπτώσει, όσοι αναλαμβάνουν τα ηνία της χώρας θα έπρεπε να αντιλαμβάνονται ότι κάθε φορά που βγαίνουν 5, 10 ή ακόμη και 50.000 άτομα στους δρόμους της Αθήνας, εναντίον μιας ριζικής μεταρρύθμισης, υπάρχουν και 3.900.000 πολίτες της πρωτεύουσας που δεν συμμετέχουν στις αντιδράσεις.
Το στερεότυπο μιας ανεπίδεκτης αλλαγών χώρας, είναι το μεγάλο ψέμα που ευδοκίμησε την περασμένη δεκαετία.
Η διάδοσή του προλειαίνει το έδαφος για μια ολική επαναφορά των λαϊκιστών, όχημα της οποίας μπορεί να είναι μόνο η έξοδος από το ευρώ.
Σε μια τέτοια περίπτωση, την ήττα του εκσυγχρονισμού θα ακολουθήσει η αναμενόμενη δίκη-παρωδία, στη διάρκεια της οποίας θα του φορτώσουν όλα τα δεινά του κόσμου.
Οι συνέπειες της ολοκληρωτικής νίκης των λαϊκιστών θα είναι καταστροφικές.
Μόνο που θα κατηγορηθούν γι’ αυτές οι αντίπαλοί τους...
Του Νικου Xρυσολωρα
Πηγή Καθημερινή
Post Top Ad
Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011
Home
Unlabelled
«Αυτή είναι η Ελλάδα» τελικά;