Εκτός από τα προβλήματα, υπάρχουν και οι λύσεις.
Τα μεν πρώτα, τα έχουμε περιγράψει επανειλημμένως από αυτήν εδώ τη στήλη, όχι μόνο τα ελληνικά, αλλά και τα ευρωπαϊκά. Και οι λύσεις όμως είναι λίγο έως πολύ γνωστές..
Σήμερα, θα προσπαθήσω να τις συστηματοποιήσω κάπως, προκειμένου να απαντήσουμε στο γνωστό λενινιστικού τύπου ερώτημα, στον... τίτλο του άρθρου.
Η μείζων εκκρεμότητα αυτή τη στιγμή είναι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στη βιωσιμότητα του συστήματος. Η μαζική φυγή κεφαλαίων από όλες τις χώρες της ευρωζώνης δείχνει ότι επενδυτές, επιχειρήσεις και αγορές γενικότερα, έπαψαν να θεωρούν δεδομένη την επιβίωση του κοινού νομίσματος, κάτι που κινδυνεύει να αποδειχθεί αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Επιπλέον, το μερικό κλείσιμο της διατραπεζικής γονατίζει το ήδη πληγωμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα της ηπείρου μας, ενώ τα υψηλά επιτόκια των κρατικών ομολόγων καθιστούν μη βιώσιμο το δημόσιο χρέος ακόμη και κρατών που ήταν μέχρι σήμερα φερέγγυα.
Είναι επομένως άμεση ανάγκη να παρέμβει η ΕΚΤ στην πρωτογενή αγορά ομολόγων, αγοράζοντας μαζικά τίτλους του δημοσίου απευθείας από τα κράτη της ευρωζώνης και μειώνοντας έτσι τα επιτόκια.
Είναι εξίσου απαραίτητο, σε δεύτερη φάση, να «κοινοτικοποιηθεί» μέρος του χρέους των κρατών του ευρώ, μέσω της έκδοσης ευρωομολόγων. Το τίμημα αυτών των δύο κινήσεων θα είναι η αύξηση του πληθωρισμού και η επιβάρυνση της Γερμανίας με υψηλότερα επιτόκια, αλλά το κέρδος θα είναι η διάσωση της ευρωζώνης.
Οι Γερμανοί ελπίζω να αντιλαμβάνονται ότι το κέρδος υπερβαίνει το κόστος.
Προκειμένου να μην έχουμε τα ίδια και στο μέλλον και να εξαλειφθεί ο «ηθικός κίνδυνος» της ασωτίας από τον κάθε Έλληνα λαϊκιστή, πρέπει, σε τρίτη φάση, να ενσωματωθεί η πρόβλεψη για χρεόφρενο στις Ευρωπαϊκές Συνθήκες, οι οποίες θα προβλέπουν επίσης την πλήρη δημοσιονομική σύγκλιση.
Τούτο σημαίνει ότι οι Έλληνες θα πρέπει να αποδεχτούν ότι ο κάθε Όλι Ρεν (Ευρωπαίος Επίτροπος) δεν θα «μας τη λέει» απλά, όταν δεν πετυχαίνουμε τους στόχους μας, όπως γίνεται τώρα.
Θα συντάσσει στην ουσία τους προϋπολογισμούς του κράτους και όποιος δημόσιος υπάλληλος έχει παράπονο θα πρέπει να πηγαίνει να τον βρει.
Υποθέτω ότι οι Έλληνες αντιλαμβάνονται ότι το κέρδος της πολιτικής ενοποίησης με την Ευρώπη (την οποία, προ κρίσης διακαώς επιζητούσαν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις), υπερβαίνει το κόστος της απώλειας εθνικής κυριαρχίας στο πλαίσιο της Ενωσιακής διαδικασίας.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα τώρα, απόλυτη προϋπόθεση για την παραμονή της στον ανεπτυγμένο κόσμο, είναι η διάσωση του ευρώ. Αν δηλαδή δεν γίνουν τα παραπάνω βήματα, όσο επιμελείς και να είναι οι Έλληνες, δεν θα τα καταφέρουν.
Η δε ελάφρυνση του χρέους μέσω κουρέματος δεν θα έχει κανένα ουσιαστικό όφελος, αν οδηγήσει σε αστάθεια και ύφεση στην υπόλοιπη ευρωζώνη (λόγω των φόβων για κούρεμα και στην υπόλοιπη ευρω-περιφέρεια).
Επιπλέον, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις βρίσκονται στη μέση, ενώ ολοκληρώνεται σχετικά σύντομα η προσπάθεια επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων (ο περίφημος πάτος στο βαρέλι). Εντούτοις, ακόμη και αν είχαν ολοκληρωθεί ήδη όλες οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προς την κατεύθυνση της εκλογίκευσης του πολιτικού συστήματος, της διαφάνειας, της ανταγωνιστικότητας, των ανοικτών αγορών, της ευέλικτης αγοράς εργασίας, της ενίσχυσης του επιπέδου της εκπαίδευσης, των ιδιωτικοποιήσεων και της αξιοποίησης της περιουσίας του δημοσίου, θα έκαναν χρόνια για να αποδώσουν.
Απλώς, τώρα, με τις καθυστερήσεις της προηγούμενης κυβέρνησης θα κάνουν λίγο περισσότερο. Στο διάστημα αυτό, η ελληνική οικονομία χρειάζεται στήριξη από τους εταίρους της, προκειμένου να καταφέρει να αναπτύξει παραγωγική βάση και πέραν των κλάδων του τουρισμού και της ναυτιλίας.
Οι υγιείς ελληνικές επιχειρήσεις χρειάζονται ρευστότητα. Με δεδομένο ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν γράψει τεράστιες ζημιές λόγω του κουρέματος, η ρευστότητα αυτή μπορεί να προέλθει μόνο από την Ευρώπη. Έχουμε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αξιόλογο know how στη φαρμακοβιομηχανία, μπορούμε να γίνουμε διεθνής κόμβος στις αερομεταφορές και στις θαλάσσιες μεταφορές. Χρειαζόμαστε χρόνο όμως, ώστε να απεξαρτηθεί η οικονομία από τα δημόσια έργα (τα οποία επίσης χρειάζονται ρευστότητα για να προχωρήσουν) και την ιδιωτική κατανάλωση.
Ο χρόνος όμως, προς το παρόν, είναι πιο δυσεύρετος και από τα μετρητά..
Ν.Μαλεβίτης