Ασχολούνται ακόμη μαζί μας διότι γνωρίζουν, όπως όλοι μας, ότι αν το κουβάρι της ευρωζώνης αρχίσει να ξετυλίγεται στην Ελλάδα, δεν θα αργήσει να φθάσει και στον σκληρό της πυρήνα και ας λέει ότι θέλει η μικρή Ολλανδέζα Επίτροπος, Νέλι…
Υπό άλλες συνθήκες και περιστάσεις, η λεγόμενη «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη» θα έχει τελειώσει προ πολλού.
Τους είπαμε ψέματα κατάμουτρα για τα δημοσιονομικά μας στοιχεία, στη συνέχεια ομολογήσαμε το ψεύδος μας και όταν κάποια στιγμή έβαλαν το χέρι στην τσέπη και... μας είπαν, «εντάξει, αλλά και εσείς πρέπει να φτιάξετε τα του οίκου σας», απαντήσαμε «ναι» και δεν κάναμε απολύτως τίποτε από όσα είχαμε υποσχεθεί.
Είναι να απορεί κανείς που δεν μας πιστεύουν πια;
Δεν μας πίστευαν τότε. Δύο χρόνια και αμέτρητες ανεκπλήρωτες δεσμεύσεις μετά, γιατί θα έπρεπε να μας πιστεύουν;
Μας είπαν ότι τα προβλήματά μας είναι δύο: πρώτον, ότι ξοδεύουμε περισσότερα από όσα κερδίζουμε και από όσα έχει η τσέπη μας και δεύτερον, ότι έχουμε χάσει την ανταγωνιστικότητά μας και δεν μπορούμε να πουλήσουμε την πραμάτεια μας στο εξωτερικό.
Άρα, μας είπαν, περιορίστε τα ελλείμματά σας και βελτιώστε τους όρους παραγωγής, μήπως και πουλήσετε τίποτε… Επιπλέον, πουλήστε και καμία δημόσια επιχείρηση μπας και κλείσετε καμία τρύπα στο χρέος.
Αντ’ αυτού τι κάναμε ή, μάλλον, τι έκανε η κυβέρνηση Παπανδρέου, επί δύο και πλέον χρόνια;
Τράβηξε οριζόντια μαχαίρια στους μισθούς του στενού και ευρύτερου δημόσιου τομέα και τις συντάξεις, χαράτσωσε τους πολίτες με κάθε λογής φόρους και τέλη, τσεκούρωσε το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και κήρυξε άτυπη στάση πληρωμών στους προμηθευτές του δημοσίου και όσους δικαιούνταν επιστροφές φόρου και ΦΠΑ.
Σήμερα, τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής είναι, περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνεργοι, χιλιάδες λουκέτα σε μαγαζιά και επιχειρήσεις, η οικονομία βυθισμένη στην ύφεση και το μέλλον ζοφερό για τον τόπο και τους πολίτες.
Το πρώτο μνημόνιο μπορεί να γράφτηκε στο «πόδι» και μπορεί να είχε λάθος εκτιμήσεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, όμως, δεν εφαρμόστηκε ποτέ και δεν υλοποιήθηκε ούτε ένα αναπτυξιακό μέτρο, που θα μπορούσε να αντισταθμίσει τις επιπτώσεις της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Ουδέποτε απελευθερώθηκαν αγορές ζωτικές για την πορεία της οικονομίας, όπως αυτή της ενέργειας, και τα όποια βήματα έγιναν στην κατεύθυνση αυτή είχαν ως στόχο την προστασία των συμφερόντων της ΔΕΗ και των πελατειακών σχέσεων που αυτή έχει με τα δύο κόμματα εξουσίας και ιδίως το ΠΑΣΟΚ.
Ουδέποτε άνοιξαν πραγματικά τα επαγγέλματα, μπας και μπορέσουν ορισμένοι συμπολίτες μας να βρουν δουλειά, αλλά και να πέσουν οι τιμές και τα κόστη, που η ύπαρξη κλειστών επαγγελμάτων συνεπάγεται για επιχειρήσεις και πολίτες.
Ουδέποτε εκποιήθηκε ή, τουλάχιστον, «αξιοποιήθηκε» η περιουσία που έχει το κράτος, είτε η ακίνητη, είτε με τη μορφή επιχειρήσεων, και βεβαίως ουδέποτε συρρικνώθηκε το εύρος της κρατικής μηχανής.
Αντ΄ αυτού, φόροι επί φόρων και απανωτά χαράτσια στα κεφάλια των πολιτών, με προφανείς επιπτώσεις σε ολόκληρη την οικονομία και τα δημόσια έσοδα…
Σήμερα, σχεδόν δύο χρόνια μετά από το πρώτο μνημόνιο, μη έχοντας άλλη λύση, οι «φίλοι ευρωπαίοι» αφού είπαν «νισάφι» και μας ανάγκασαν να φανούμε αφερέγγυοι «κουρεύοντας» τα χρέη του κράτους, βυθιζόμενοι στην αναξιοπιστία μιας αναδιάρθρωσης όπως το PSI, μας λένε:
Εντάξει, πάμε πάλι. Θα σας ξαναδώσουμε φράγκα, αλλά αυτή τη φορά θα κάνετε όλα όσα μας έχετε υποσχεθεί έως τώρα και ορισμένα παραπάνω, ώστε να «βγουν τα νούμερα».
Δίχως αμφιβολία, πρόκειται για σκληρά ζητούμενα, που σε πρώτη φάση, τουλάχιστον, θα βυθίσουν ακόμη βαθύτερα τη χώρα στην ύφεση.
Όμως, όταν μας προσέφεραν ένα νέο «σχέδιο Μάρσαλ» για να βγούμε από αυτήν την ύφεση, τι στάση τηρήσαμε και πόσο προετοιμάσαμε το έδαφος ώστε να αξιοποιήσουμε το νέο πακτωλό κοινοτικών πόρων;
Ακόμη και σήμερα, σε τι συμπεράσματα καλούνται να καταλήξουν οι ομόλογοι του Ευάγγελου Βενιζέλου, υπουργοί Οικονομικών, όταν βλέπουν ότι μόλις στο παρά πέντε, ώρες πριν την έναρξη του Eurogroup, λένε «ναι» οι δύο από τους τρεις πολιτικούς αρχηγούς που στηρίζουν την κυβέρνηση και ο τρίτος λέει «ναι μεν αλλά»;
Σε τι συμπεράσματα να καταλήξουν σχετικά με την προθυμία της Ελλάδας να τιμήσει τις δεσμεύσεις της, όταν υπουργοί της κυβέρνησης παραιτούνται και οι κοινοβουλευτικές ομάδες των κομμάτων τα οποία τη στηρίζουν είναι σε αναβρασμό, με πολλούς βουλευτές να απειλούν με καταψήφιση των μέτρων;
Γιατί, άραγε, θα έπρεπε να γίνει χθες δεκτός, μετά βαΐων και κλάδων, ο κ. Ευαγγ.Βενιζέλος από τους ομολόγους του στο Eurogroup;
Κακά τα ψέματα, φίλτατοι, το να μπορείς να τιμήσεις την υπογραφή σου είναι σημαντική υπόθεση και εμείς δεν το έχουμε κατακτήσει το σκαλί αυτό.
Τι θα γίνει αυτός ο τόπος, εναπόκειται αποκλειστικά και μόνον σε εμάς.
Θα θελήσουμε να θέσουμε σε λειτουργία ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, στο οποίο δεν θα τραβάνε κουπί μόνον ορισμένοι, ενώ οι άλλοι θα τους βλέπουν γελώντας;
Θα μπορέσουμε να περιορίσουμε το κράτος στον πραγματικό του ρόλο, δηλαδή αυτόν του ακριβοδίκαιου επόπτη, και να αποδομήσουμε το τέρας της γραφειοκρατίας, που μόνο στόχο έχει τη συντήρηση των πελατειακών σχέσεων με τα κόμματα, μπας και διευκολυνθεί η επιχειρηματικότητα σε αυτόν τον τόπο;
Εντέλει, θα βάλουμε τάξη στο μαγαζί που λέγεται Ελλάδα, μήπως και τα παιδιά μας μπορέσουν ζήσουν σε έναν καλύτερο τόπο, με αρχές και αξίες από πολλού ξεχασμένες ;
Αν απαντήσετε στα ερωτήματα αυτά, ή εντέλει αν η κάλπη των επικείμενων εκλογών μπορέσει να το πράξει, τότε θα ξέρουμε και την κατεύθυνση στην οποία βαδίζουμε…
Ν.Γ.Δρόσος
Τους είπαμε ψέματα κατάμουτρα για τα δημοσιονομικά μας στοιχεία, στη συνέχεια ομολογήσαμε το ψεύδος μας και όταν κάποια στιγμή έβαλαν το χέρι στην τσέπη και... μας είπαν, «εντάξει, αλλά και εσείς πρέπει να φτιάξετε τα του οίκου σας», απαντήσαμε «ναι» και δεν κάναμε απολύτως τίποτε από όσα είχαμε υποσχεθεί.
Είναι να απορεί κανείς που δεν μας πιστεύουν πια;
Δεν μας πίστευαν τότε. Δύο χρόνια και αμέτρητες ανεκπλήρωτες δεσμεύσεις μετά, γιατί θα έπρεπε να μας πιστεύουν;
Μας είπαν ότι τα προβλήματά μας είναι δύο: πρώτον, ότι ξοδεύουμε περισσότερα από όσα κερδίζουμε και από όσα έχει η τσέπη μας και δεύτερον, ότι έχουμε χάσει την ανταγωνιστικότητά μας και δεν μπορούμε να πουλήσουμε την πραμάτεια μας στο εξωτερικό.
Άρα, μας είπαν, περιορίστε τα ελλείμματά σας και βελτιώστε τους όρους παραγωγής, μήπως και πουλήσετε τίποτε… Επιπλέον, πουλήστε και καμία δημόσια επιχείρηση μπας και κλείσετε καμία τρύπα στο χρέος.
Αντ’ αυτού τι κάναμε ή, μάλλον, τι έκανε η κυβέρνηση Παπανδρέου, επί δύο και πλέον χρόνια;
Τράβηξε οριζόντια μαχαίρια στους μισθούς του στενού και ευρύτερου δημόσιου τομέα και τις συντάξεις, χαράτσωσε τους πολίτες με κάθε λογής φόρους και τέλη, τσεκούρωσε το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και κήρυξε άτυπη στάση πληρωμών στους προμηθευτές του δημοσίου και όσους δικαιούνταν επιστροφές φόρου και ΦΠΑ.
Σήμερα, τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής είναι, περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνεργοι, χιλιάδες λουκέτα σε μαγαζιά και επιχειρήσεις, η οικονομία βυθισμένη στην ύφεση και το μέλλον ζοφερό για τον τόπο και τους πολίτες.
Το πρώτο μνημόνιο μπορεί να γράφτηκε στο «πόδι» και μπορεί να είχε λάθος εκτιμήσεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, όμως, δεν εφαρμόστηκε ποτέ και δεν υλοποιήθηκε ούτε ένα αναπτυξιακό μέτρο, που θα μπορούσε να αντισταθμίσει τις επιπτώσεις της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Ουδέποτε απελευθερώθηκαν αγορές ζωτικές για την πορεία της οικονομίας, όπως αυτή της ενέργειας, και τα όποια βήματα έγιναν στην κατεύθυνση αυτή είχαν ως στόχο την προστασία των συμφερόντων της ΔΕΗ και των πελατειακών σχέσεων που αυτή έχει με τα δύο κόμματα εξουσίας και ιδίως το ΠΑΣΟΚ.
Ουδέποτε άνοιξαν πραγματικά τα επαγγέλματα, μπας και μπορέσουν ορισμένοι συμπολίτες μας να βρουν δουλειά, αλλά και να πέσουν οι τιμές και τα κόστη, που η ύπαρξη κλειστών επαγγελμάτων συνεπάγεται για επιχειρήσεις και πολίτες.
Ουδέποτε εκποιήθηκε ή, τουλάχιστον, «αξιοποιήθηκε» η περιουσία που έχει το κράτος, είτε η ακίνητη, είτε με τη μορφή επιχειρήσεων, και βεβαίως ουδέποτε συρρικνώθηκε το εύρος της κρατικής μηχανής.
Αντ΄ αυτού, φόροι επί φόρων και απανωτά χαράτσια στα κεφάλια των πολιτών, με προφανείς επιπτώσεις σε ολόκληρη την οικονομία και τα δημόσια έσοδα…
Σήμερα, σχεδόν δύο χρόνια μετά από το πρώτο μνημόνιο, μη έχοντας άλλη λύση, οι «φίλοι ευρωπαίοι» αφού είπαν «νισάφι» και μας ανάγκασαν να φανούμε αφερέγγυοι «κουρεύοντας» τα χρέη του κράτους, βυθιζόμενοι στην αναξιοπιστία μιας αναδιάρθρωσης όπως το PSI, μας λένε:
Εντάξει, πάμε πάλι. Θα σας ξαναδώσουμε φράγκα, αλλά αυτή τη φορά θα κάνετε όλα όσα μας έχετε υποσχεθεί έως τώρα και ορισμένα παραπάνω, ώστε να «βγουν τα νούμερα».
Δίχως αμφιβολία, πρόκειται για σκληρά ζητούμενα, που σε πρώτη φάση, τουλάχιστον, θα βυθίσουν ακόμη βαθύτερα τη χώρα στην ύφεση.
Όμως, όταν μας προσέφεραν ένα νέο «σχέδιο Μάρσαλ» για να βγούμε από αυτήν την ύφεση, τι στάση τηρήσαμε και πόσο προετοιμάσαμε το έδαφος ώστε να αξιοποιήσουμε το νέο πακτωλό κοινοτικών πόρων;
Ακόμη και σήμερα, σε τι συμπεράσματα καλούνται να καταλήξουν οι ομόλογοι του Ευάγγελου Βενιζέλου, υπουργοί Οικονομικών, όταν βλέπουν ότι μόλις στο παρά πέντε, ώρες πριν την έναρξη του Eurogroup, λένε «ναι» οι δύο από τους τρεις πολιτικούς αρχηγούς που στηρίζουν την κυβέρνηση και ο τρίτος λέει «ναι μεν αλλά»;
Σε τι συμπεράσματα να καταλήξουν σχετικά με την προθυμία της Ελλάδας να τιμήσει τις δεσμεύσεις της, όταν υπουργοί της κυβέρνησης παραιτούνται και οι κοινοβουλευτικές ομάδες των κομμάτων τα οποία τη στηρίζουν είναι σε αναβρασμό, με πολλούς βουλευτές να απειλούν με καταψήφιση των μέτρων;
Γιατί, άραγε, θα έπρεπε να γίνει χθες δεκτός, μετά βαΐων και κλάδων, ο κ. Ευαγγ.Βενιζέλος από τους ομολόγους του στο Eurogroup;
Κακά τα ψέματα, φίλτατοι, το να μπορείς να τιμήσεις την υπογραφή σου είναι σημαντική υπόθεση και εμείς δεν το έχουμε κατακτήσει το σκαλί αυτό.
Τι θα γίνει αυτός ο τόπος, εναπόκειται αποκλειστικά και μόνον σε εμάς.
Θα θελήσουμε να θέσουμε σε λειτουργία ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, στο οποίο δεν θα τραβάνε κουπί μόνον ορισμένοι, ενώ οι άλλοι θα τους βλέπουν γελώντας;
Θα μπορέσουμε να περιορίσουμε το κράτος στον πραγματικό του ρόλο, δηλαδή αυτόν του ακριβοδίκαιου επόπτη, και να αποδομήσουμε το τέρας της γραφειοκρατίας, που μόνο στόχο έχει τη συντήρηση των πελατειακών σχέσεων με τα κόμματα, μπας και διευκολυνθεί η επιχειρηματικότητα σε αυτόν τον τόπο;
Εντέλει, θα βάλουμε τάξη στο μαγαζί που λέγεται Ελλάδα, μήπως και τα παιδιά μας μπορέσουν ζήσουν σε έναν καλύτερο τόπο, με αρχές και αξίες από πολλού ξεχασμένες ;
Αν απαντήσετε στα ερωτήματα αυτά, ή εντέλει αν η κάλπη των επικείμενων εκλογών μπορέσει να το πράξει, τότε θα ξέρουμε και την κατεύθυνση στην οποία βαδίζουμε…
Ν.Γ.Δρόσος