Το μέλλον της Ελλάδας στην ευρωζώνη δεν έχει ακόμη διασφαλισθεί, εκτιμά η Ernst & Young προσθέτοντας μάλιστα ότι η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων δεδομένης της υψηλής ύφεσης και χωρίς περαιτέρω διαγραφή χρέους, δεν είναι εφικτή.
Βάσει των εκτιμήσεων μέχρι το 2020 η σχέση χρέους / ΑΕΠ θα βρίσκεται στα ίδια ή και σε... χειρότερα επίπεδα από τα σημερινά.
Ωστόσο αφήνει ελπίδα, λέγοντας ότι δεδομένων των αρνητικών συνεπειών μιας Grexit για το σύνολο της ευρωζώνης, υπάρχουν σημαντικές πιθανότητες να χαλαρώσουν οι όροι του ελληνικού μνημονίου, ενώ μιλά και για ενδείξεις για την υιοθέτηση από πλευράς πιστωτών ηπιότερης στάσης.
Κριτική ασκεί η Ernst & Young στη συνολική στάση της Ευρώπης απέναντι στην κρίση τονίζοντας ότι το αποκαλούμενο «μπαζούκας» της ΕΚΤ, με τη μορφή προγράμματος αγοράς ομολόγων, αν και απαραίτητο, αφού έχει μειώσει αισθητά τον κίνδυνο διάλυσης της ευρωζώνης στο προσεχές διάστημα, θα λειτουργήσει μόνο ως προσωρινή λύση για την Ευρωζώνη.
Η ευρύτερη πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης δε βοηθά στην αποκατάσταση, μακροπρόθεσμα, της σταθερότητας στην Ευρωζώνη, εκτιμά.
Προβλέποντας μάλιστα επιδείνωση της κατάστασης, υποστηρίζει ότι θα χρειαστεί μια πιο ριζοσπαστική προσέγγιση για να εξασφαλισθεί, έστω, μια μικρή ανάκαμψη κατά τον επόμενο χρόνο αλλά και στο μέλλον.
Το ελληνικό πρόγραμμα δεν βγαίνει ...
Ειδικότερα, αναφορικά με την Ελλάδα η Ernst & Young αναφέρει ότι «η κυβέρνηση πραγματοποίησε νέο γύρο σκληρών πολιτικών διαπραγματεύσεων με τους δανειστές της. Η απόφαση για την εκταμίευση της επόμενης δόσης από τον μηχανισμό στήριξης προς την Ελλάδα έχει μετατεθεί στα μέσα Οκτωβρίου. Στη παρούσα φάση, το μέλλον της Ελλάδας στην Ευρωζώνη δεν έχει διασφαλισθεί».
Όπως εκτιμά, «οι επιδόσεις της οικονομίας μέχρι στιγμής ήταν χειρότερες από τις επίσημες προβλέψεις για φέτος.»
» Ως εκ τούτου, η Ελλάδα δυσκολεύεται να πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους. Το Μάρτιο, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) εκτίμησε, ότι για να μειώσει η Ελλάδα τη σχέση χρέους/ΑΕΠ στο 120% μέχρι το 2020, θα πρέπει το ισοζύγιο του προϋπολογισμού να βελτιωθεί και να φθάσει το 7% του ΑΕΠ μέχρι το 2014, με την κυβέρνηση να επιτυγχάνει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 4,5% του ΑΕΠ από το 2014.»
» Ωστόσο αυτό φαίνεται πολύ δύσκολο χωρίς περαιτέρω διαγραφή του δημοσίου χρέους».
«Όμως, με τα 2/3 του ελληνικού χρέους, πλέον, να βρίσκεται στα χέρια του επίσημου τομέα (ΔΝΤ, ΕΕ, ΕΚΤ) η δυνατότητα περαιτέρω μείωσης του δημοσίου χρέους μέσω μιας νέας συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα είναι περιορισμένη» προσθέτει και συνεχίζει:
«Επομένως το βάρος πέφτει στον επίσημο τομέα να αποδεχθεί αναδιάρθρωση του χρέους. Τα μέτρα λιτότητας θα συνεχίσουν να αποδυναμώνουν την εγχώρια οικονομία, ενώ οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές καταγράφονται δυσοίωνες».
Το ΑΕΠ, επισημαίνει, «προβλέπεται να συρρικνωθεί κατά 6% φέτος και 3% το 2013, με την ανεργία να πλησιάζει το 28% μέχρι το 2016. Με δεδομένη τη συρρίκνωση αυτή της παραγωγής και τις άμεσες και έμμεσες μειώσεις των κρατικών εσόδων, προβλέπεται ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα θα φθάσει το 8% του ΑΕΠ το 2012 για να μειωθεί στο 6% μέχρι το 2016. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μέχρι το 2020 η σχέση χρέους/ΑΕΠ θα βρίσκεται στα ίδια ή και σε χειρότερα επίπεδα από τα σημερινά».
... βλέπει όμως διέξοδο
«Παρά το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν στο παρελθόν διαψεύσει ότι θα δοθεί παράταση στην Ελλάδα, οι οικονομικές συνέπειες μιας πιθανής εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη ενδέχεται να συνδυαστούν με εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις για το σύνολο της Ευρωζώνης.»
» Συνεπώς από τις προβλέψεις προκύπτει ότι υπάρχουν σημαντικές πιθανότητες να χαλαρώσουν οι όροι του μνημονίου, επιτρέποντας έτσι στην Ελλάδα να παραμείνει στην Ευρωζώνη.»
» Υπήρξαν ενδείξεις πρόσφατα ότι οι πιστωτές της Ελλάδας υιοθετούν μια ηπιότερη στάση, με το ΔΝΤ να αφήνει να εννοηθεί ότι θα εξέταζε το ενδεχόμενο παράτασης των προθεσμιών για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων», αναφέρει η Ernst & Young.
Ριζοσπαστική προσέγγιση ζητά από ευρωζώνη
Οι νέες παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στη δευτερογενή αγορά ομολόγων έχουν μειώσει αισθητά τον κίνδυνο διάλυσης της ευρωζώνης στο προσεχές διάστημα, όμως η ευρύτερη πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης δε βοηθά στην αποκατάσταση, μακροπρόθεσμα, της σταθερότητας στην Ευρωζώνη, εκτιμά η Ernst & Young.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της για την Ευρωζώνη, οι οποίες περιλαμβάνονται στην έκδοση του «Eurozone Forecast Φθινόπωρο 2012», η κατάσταση θα συνεχίσει να επιδεινώνεται καθώς η Ευρωζώνη αντιμετωπίζει αυξανόμενη ανεργία, μείωση των επενδύσεων και περαιτέρω δημοσιονομική λιτότητα.
Όπως προβλέπει η Ernst & Young, το ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα συρρικνωθεί κατά 0,5% φέτος και θα αυξηθεί οριακά κατά 0,1% το 2013.
Όμως, καθώς η οικονομία της περιοχής ανακτά την ισορροπία της και η δημοσιονομική πειθαρχία αρχίζει να χαλαρώνει, αναμένεται ότι το ΑΕΠ θα ανακάμψει.
Ωστόσο, η ανάπτυξη στην περιοχή θα περιορισθεί, για πολλά ακόμα χρόνια, εξαιτίας της ανησυχίας για σταθερότητα και την αναδιάρθρωση του χρέους.
Ακόμα, όμως και αυτή η ήπια ανάκαμψη, βασίζεται στην πρόβλεψη ότι οι ευρωπαϊκές αρχές, σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο θα εξακολουθήσουν να τη στηρίζουν με καινοτόμους τρόπους.
Η Marie Diron, οικονομικός αναλυτής της Ernst & Young, σχολιάζει: «το αποκαλούμενο 'μπαζούκας' της ΕΚΤ, με τη μορφή προγράμματος αγοράς ομολόγων, αν και απαραίτητο, θα λειτουργήσει μόνο ως προσωρινή λύση για την Ευρωζώνη.»
» Πιστεύουμε ότι κατά τους επόμενους μήνες θα απαιτηθεί μια πιο ριζοσπαστική προσέγγιση για να εξασφαλισθεί, έστω, μια μικρή ανάκαμψη κατά τον επόμενο χρόνο αλλά και στο μέλλον».
Η ανεργία στην Ευρωζώνη θα εξακολουθήσει να αυξάνεται, φτάνοντας τα 19,2 εκατομμύρια, λίγο περισσότερο από 12%, στο πρώτο τρίμηνο του 2014, γεγονός που σημαίνει ότι οι καταναλωτές, ιδιαίτερα στην περιφέρεια της Ευρωζώνης, δεν πρόκειται να προκαλέσουν την ανάκαμψη μέσω της κατανάλωσης.
Στην Πορτογαλία, η ανεργία αναμένεται να ξεπεράσει το 16%, ενώ στην Ισπανία και την Ελλάδα θα φθάσει το 26% και 27% του εργατικού δυναμικού αντίστοιχα.
Οι επιχειρηματικές επενδύσεις θα μειωθούν και αυτές ως συνέπεια των αυστηρότερων όρων χρηματοδότησης, της αβεβαιότητας για τη σταθερότητα της Ευρωζώνης και των μειωμένων κερδών.
Η συρρίκνωση των επενδύσεων είναι τέτοια ώστε, μέχρι το τέλος του 2016 τα επίπεδα των επενδύσεων θα παραμένουν χαμηλότερα από τα υψηλά, προ κρίσης, επίπεδα.