Τις παραμονές του Κραχ του '29, παράγοντες της Wall Street και της Ουάσιγκτον διαβεβαίωναν ότι όλα θα πάνε όχι απλώς καλά, αλλά ακόμη καλύτερα.
Κάποιες μέρες πριν το ξέσπασμα του Μάη του '68, η εφημερίδα le Monde εκτιμούσε ότι «η Γαλλία βαριέται, η νεολαία βαριέται και ο ντε Γκολ βαριέται...».
«Μπορούμε να υποθέσουμε ότι το καθεστώς του Χίτλερ, ανεξαρτήτως από το εάν αντέξει μόνο μερικούς μήνες ή περισσότερο χρόνο, αποτελεί μόνο μια φάση της μετάβασης προς... πιο σταθερές πολιτικά καταστάσεις, καθώς και ότι αυτή την κυβέρνηση θα τη διαδεχθεί μια άλλη, η οποία θα οδηγήσει τη Γερμανία προς μεγαλύτερη σταθερότητα από ό,τι έχει να επιδείξει η χώρα τα τελευταία χρόνια.
Οι άνθρωποι είναι πολιτικά εξαντλημένοι». Αυτά έγραφε στην έκθεσή του προς το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ο Τζορτζ Μέσερσμιθ, ο τότε Αμερικανός πρόξενος στο Βερολίνο, στις 3 Φεβρουαρίου του 1933 - δηλαδή, τέσσερις μόλις ημέρες ύστερα από την ανάληψη της καγκελαρίας από τον Αδόλφο Χίτλερ.
Η ανικανότητα ή, έστω, η άγνοια κινδύνου από την πλευρά του συγκεκριμένου διπλωμάτη, όπως αναδεικνύεται μέσα από το συγκεκριμένο απόσπασμα, δεν αποτελούσε εξαίρεση ανάμεσα στους εκπροσώπους των ξένων χωρών που βρίσκονταν εκείνη την περίοδο στην πρωτεύουσα της ναζιστικής Γερμανίας. Ακόμη και ο πρέσβης της Γαλλίας, Φρανσουά-Πονσέ, εκτιμούσε ότι στις τάξεις των ναζί αναδεικνύεται μια «διπλή τάση» - μία ακραία και μία πιο... συναινετική!
Μνημειώδης όμως ήταν, από αυτή την άποψη, η αναφορά του Ελβετού επιτετραμμένου, Πολ Ντίνιχερτ ο οποίος, στη δική του αναφορά προς τη Βέρνη, έγραφε τα εξής:
«Βρισκόμουν σε μια κοινωνική εκδήλωση, παρέα με υψηλά πρόσωπα της γερμανικής κοινωνίας, όταν έφτασε σε εμάς η είδηση για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. Κανείς από τους παρευρισκόμενους δεν έδειξε να έχει την παραμικρή ιδέα. Διερωτώμενοι, μάλιστα, πόσο διάστημα θα μπορούσε αυτό να διαρκέσει, η άποψη που κυριάρχησε ήταν πως τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι και χειρότερα»!
Τα ντοκουμέντα αυτά, τα οποία δημοσίευσε χθες η ηλεκτρονική σελίδα του περιοδικού Der Spiegel και περιλαμβάνονται σε ένα εξαιρετικό δοκίμιο των Φρανκ Μπάγιορ και Κρίστοφ Στρουπ, είναι πολύτιμα και εξαιρετικά διδακτικά. Όχι απλώς επειδή συμπίπτουν με την σημερινή 80ή επέτειο από την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, αλλά επειδή αποτελούν ακόμη μια αδιάψευστη απόδειξη της εγκληματικής στάσης -εκούσιας ή ακούσιας- ανθρώπων οι οποίοι κατείχαν υψηλές και υπεύθυνες θέσεις πριν από συγκλονιστικά γεγονότα, που άλλαξαν τον ρου της ιστορίας.
Δεν είναι, φυσικά, η μοναδική. Είναι γνωστό ότι, λίγα χρόνια νωρίτερα, τις παραμονές του Κραχ του '29, παράγοντες της Wall Street και της Ουάσιγκτον διαβεβαίωναν ότι όλα θα πάνε όχι απλώς καλά, αλλά ακόμη καλύτερα. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και πιο συγκεκριμένα στη Γαλλία, κάποιες μέρες πριν το ξέσπασμα του Μάη του '68, η εφημερίδα le Monde εκτιμούσε ότι «η Γαλλία βαριέται, η νεολαία βαριέται και ο ντε Γκολ βαριέται...». Ακόμη και στην Ελλάδα, οι περισσότεροι γνωρίζουν ότι τη νύχτα της 21ης Απριλίου 1967, αρκετοί πολιτικοί πιάστηκαν από τους πραξικοπηματίες στον ύπνο και με τις πιτζάμες τους, καθώς δεν πίστευαν ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί!
Καλό είναι να τα θυμούνται όλα αυτά όσοι, μέσα στη θάλασσα της οργής και της δυστυχίας που προκαλούν τα βάναυσα μέτρα των Μνημονίων, ισχυρίζονται ότι τα δύσκολα (γι' αυτούς) πέρασαν και έρχονται καλύτερες (πάλι γι' αυτούς) μέρες...
Κάποιες μέρες πριν το ξέσπασμα του Μάη του '68, η εφημερίδα le Monde εκτιμούσε ότι «η Γαλλία βαριέται, η νεολαία βαριέται και ο ντε Γκολ βαριέται...».
«Μπορούμε να υποθέσουμε ότι το καθεστώς του Χίτλερ, ανεξαρτήτως από το εάν αντέξει μόνο μερικούς μήνες ή περισσότερο χρόνο, αποτελεί μόνο μια φάση της μετάβασης προς... πιο σταθερές πολιτικά καταστάσεις, καθώς και ότι αυτή την κυβέρνηση θα τη διαδεχθεί μια άλλη, η οποία θα οδηγήσει τη Γερμανία προς μεγαλύτερη σταθερότητα από ό,τι έχει να επιδείξει η χώρα τα τελευταία χρόνια.
Οι άνθρωποι είναι πολιτικά εξαντλημένοι». Αυτά έγραφε στην έκθεσή του προς το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ο Τζορτζ Μέσερσμιθ, ο τότε Αμερικανός πρόξενος στο Βερολίνο, στις 3 Φεβρουαρίου του 1933 - δηλαδή, τέσσερις μόλις ημέρες ύστερα από την ανάληψη της καγκελαρίας από τον Αδόλφο Χίτλερ.
Η ανικανότητα ή, έστω, η άγνοια κινδύνου από την πλευρά του συγκεκριμένου διπλωμάτη, όπως αναδεικνύεται μέσα από το συγκεκριμένο απόσπασμα, δεν αποτελούσε εξαίρεση ανάμεσα στους εκπροσώπους των ξένων χωρών που βρίσκονταν εκείνη την περίοδο στην πρωτεύουσα της ναζιστικής Γερμανίας. Ακόμη και ο πρέσβης της Γαλλίας, Φρανσουά-Πονσέ, εκτιμούσε ότι στις τάξεις των ναζί αναδεικνύεται μια «διπλή τάση» - μία ακραία και μία πιο... συναινετική!
Μνημειώδης όμως ήταν, από αυτή την άποψη, η αναφορά του Ελβετού επιτετραμμένου, Πολ Ντίνιχερτ ο οποίος, στη δική του αναφορά προς τη Βέρνη, έγραφε τα εξής:
«Βρισκόμουν σε μια κοινωνική εκδήλωση, παρέα με υψηλά πρόσωπα της γερμανικής κοινωνίας, όταν έφτασε σε εμάς η είδηση για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. Κανείς από τους παρευρισκόμενους δεν έδειξε να έχει την παραμικρή ιδέα. Διερωτώμενοι, μάλιστα, πόσο διάστημα θα μπορούσε αυτό να διαρκέσει, η άποψη που κυριάρχησε ήταν πως τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι και χειρότερα»!
Τα ντοκουμέντα αυτά, τα οποία δημοσίευσε χθες η ηλεκτρονική σελίδα του περιοδικού Der Spiegel και περιλαμβάνονται σε ένα εξαιρετικό δοκίμιο των Φρανκ Μπάγιορ και Κρίστοφ Στρουπ, είναι πολύτιμα και εξαιρετικά διδακτικά. Όχι απλώς επειδή συμπίπτουν με την σημερινή 80ή επέτειο από την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, αλλά επειδή αποτελούν ακόμη μια αδιάψευστη απόδειξη της εγκληματικής στάσης -εκούσιας ή ακούσιας- ανθρώπων οι οποίοι κατείχαν υψηλές και υπεύθυνες θέσεις πριν από συγκλονιστικά γεγονότα, που άλλαξαν τον ρου της ιστορίας.
Δεν είναι, φυσικά, η μοναδική. Είναι γνωστό ότι, λίγα χρόνια νωρίτερα, τις παραμονές του Κραχ του '29, παράγοντες της Wall Street και της Ουάσιγκτον διαβεβαίωναν ότι όλα θα πάνε όχι απλώς καλά, αλλά ακόμη καλύτερα. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και πιο συγκεκριμένα στη Γαλλία, κάποιες μέρες πριν το ξέσπασμα του Μάη του '68, η εφημερίδα le Monde εκτιμούσε ότι «η Γαλλία βαριέται, η νεολαία βαριέται και ο ντε Γκολ βαριέται...». Ακόμη και στην Ελλάδα, οι περισσότεροι γνωρίζουν ότι τη νύχτα της 21ης Απριλίου 1967, αρκετοί πολιτικοί πιάστηκαν από τους πραξικοπηματίες στον ύπνο και με τις πιτζάμες τους, καθώς δεν πίστευαν ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί!
Καλό είναι να τα θυμούνται όλα αυτά όσοι, μέσα στη θάλασσα της οργής και της δυστυχίας που προκαλούν τα βάναυσα μέτρα των Μνημονίων, ισχυρίζονται ότι τα δύσκολα (γι' αυτούς) πέρασαν και έρχονται καλύτερες (πάλι γι' αυτούς) μέρες...