- Σε μια κίνηση απελπισίας προκειμένου να αποτρέψει την οικονομία να πέσει για τρίτη φορά σε ύφεση εντός της πενταετίας, η Τράπεζα της Αγγλίας άφησε το εθνικό επιτόκιο στο ιστορικό ναδίρ του 0,5%.
Στα επίπεδα αυτά το επιτόκιο μειώθηκε στις... 5 Μαρτίου του 2009, και ισοδυναμούν με τα χαμηλότερα επίπεδα των επιτοκίων της ιστορικής Κεντρικής Τράπεζας από τη δημιουργία της το 1694!
Παράλληλα, παρέτεινε και το πρόγραμμα αξίας 375 δισ. στερλινών (ή 500 δισ. δολαρίων) με αγορές εταιρικών τίτλων και ομολόγων του βρετανικού Δημοσίου για να ρίξει περισσότερο χρήμα στην οικονομία. Να θυμίσω ότι ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα που άρχισε την πολιτική τής ποσοτικής χαλάρωσης (quantitative easing) τον Μάρτιο του 2009.
Σε μια αυστηρή ερμηνεία του όρου, η μέθοδος της «quantitative easing» σημαίνει την αύξηση της προσφοράς χρήματος μέσω της αγοράς κρατικών ομολόγων, που αποκαλείται συχνά ως στρατηγική «έκδοσης νέου χρήματος».
Σε κωματώδη κατάσταση παραμένει ο «Αγγλος ασθενής».
Το σύστημα διατήρησής του στη ζωή με τις κορτιζόνες της Τράπεζας της Αγγλίας, πρέπει να παραμείνει σε λειτουργία μέχρι να αποκατασταθεί η υγεία του.
Ο ιδιωτικός τομέας της Βρετανίας παραπαίει και χρειάζεται ακόμα νοσηλεία. Η δρακόντεια περικοπή των δημοσίων δαπανών την περίοδο 2011-2015, με σκοπό τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, έχει οδηγήσει ένα μεγάλο αριθμό εταιρειών, και ειδικότερα τις μικρότερες, στην καταστροφή.
Το μεγαλύτερο ερώτημα που κανείς δεν έχει απαντήσει, αφορά τη θέση του ιδιωτικού τομέα σε όλο αυτό. Είναι σε θέση να ενισχύσει τις δραστηριότητές του για να καλύψει τα κενά που άφησε ο δημόσιος τομέας; Δεν νομίζω.
Η ταχύτατη, άνευ προηγουμένου, συνεχής δράση εκ μέρους της Τράπεζας της Αγγλίας για την ανάκαμψη της οικονομίας κατάφερε να σώσει τη Βρετανία από μια καταστροφικά μεγάλη ύφεση, όπου η ανεργία θα έφτανε έως και το 20% και η παραγωγή θα σημείωνε δραματική πτώση. Η ανησυχία είναι ότι οι περικοπές των δημοσίων δαπανών ή η αύξηση των φόρων που έχουν μειώσει το μέγεθος του υπό καταστολή ιδιωτικού τομέα, επιδεινώνουν την κατάσταση. Η Βρετανία βρέθηκε αντιμέτωπη το 2009 με τη βαθύτερη οικονομική κρίση στη μεταπολεμική περίοδο.
Η κρίση κατέστησε σαφές ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν πρέπει να απασχολούνται μόνο με την οικονομία, αλλά και με το χρηματοπιστωτικό σύστημα που τη στηρίζει. Εάν όμως οι κεντρικές τράπεζες αναλάβουν περισσότερες ευθύνες, τότε θα πρέπει να έχουν την αρμοδιότητα να ενεργήσουν αναλόγως. Φαύλος κύκλος.
Η κυβέρνηση Κάμερον θέλει την Τράπεζα της Αγγλίας να μην είναι μόνον υπεύθυνη για τα επιτόκια της χώρας (δηλαδή, για το βασικό κόστος δανεισμού στην οικονομία), αλλά να καλύπτει δύο σκέλη στη ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού κλάδου, τη θωράκιση της σταθερότητας στο σύνολο του συστήματος (πρόνοια σε μακροοικονομικό επίπεδο) και τη «μικρο»-εποπτεία μεμονωμένων εταιρειών.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς, λοιπόν, γιατί γίνεται λόγος για την απόκτηση μεγαλύτερης ισχύος από τις κεντρικές τράπεζες. Η αξιοπιστία ενός ρυθμιστικού πλαισίου είναι σπάνιο φαινόμενο και σε εποχές ολικής καταστροφής οι κεντρικοί τραπεζίτες καλούνται να ξεμπλέξουν το νήμα. Επί σειράν ετών, οι περισσότεροι κεντρικοί τραπεζίτες επικεντρώθηκαν στον χειρισμό ενός εργαλείου, δηλαδή των επιτοκίων μιας οικονομίας με στόχο να επιβάλλουν σταθερότητα στις τιμές ελέγχοντας τον πληθωρισμό.
Αγνοούσαν ή δεν είχαν το ένστικτο να εντοπίσουν υπεραξίες που θα έσκαγαν καταστροφικά στις αγορές ή τράπεζες που ήταν αυτοκαταστροφικές.
Δηλαδή απέτυχαν...
Ζ.Ζήκου