Τα πολλά μηνύματα της χθεσινής απόφασης αφορούν πρωτίστως το πολιτικό προσωπικό της χώρας αυτής, το οποίο εφεξής οφείλει να γνωρίζει, εάν τυχόν το ξέχασε στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, ότι, πρώτον, υπάρχουν βαριές ποινές για τους καταχραστές του δημόσιου χρήματος και, δεύτερον, ότι το «παιχνίδι» της συγκάλυψης δεν είναι δυνατόν να διαρκέσει για πάντα...
Για ακόμη μία φορά, χθες, αποδείχθηκε ότι φυσικός δικαστής όλων οφείλει να είναι η Δικαιοσύνη. Αιρετών και μη.
Τα πολιτικά πρόσωπα σε αυτήν τη χώρα... εθνικοί ή τοπικοί «άρχοντες», βουλευτές ή δήμαρχοι, δεν έχουν ανάγκη, και οφείλουν να μην έχουν, από ειδικούς νόμους, όπως ο «περί ευθύνης υπουργών» ή οποιουδήποτε άλλου είδους ασυλία έναντι του νόμου.
Αρκετά κράτησε αυτή η ιστορία με τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά στην Ελλάδα.
Μολονότι η Δικαιοσύνη εμφανίζεται να εξάντλησε την αυστηρότητά της επιβάλλοντας την ποινή της ισοβίου καθείρξεως στον πρώην δήμαρχο Θεσσαλονίκης Β. Παπαγεωργόπουλο για τα εγκλήματα για τα οποία καταδικάστηκε, ταυτόχρονα υπενθύμισε ότι οι θεσμοί εξακολουθούν να υφίστανται στον τόπο μας.
Υπενθύμισε ότι το δημόσιο χρήμα, ή ακριβέστερα το χρήμα του φορολογούμενου πολίτη, είναι ιερό.
Τα πολλά μηνύματα της χθεσινής απόφασης αφορούν πρωτίστως το πολιτικό προσωπικό της χώρας αυτής, το οποίο εφεξής οφείλει να γνωρίζει, εάν τυχόν το ξέχασε στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, ότι, πρώτον, υπάρχουν βαριές ποινές για τους καταχραστές του δημόσιου χρήματος και, δεύτερον, ότι το «παιχνίδι» της συγκάλυψης δεν είναι δυνατόν να διαρκέσει για πάντα.
Εξεταστικές επί εξεταστικών και προανακριτικές επί προανακριτικών, για υποθέσεις διαφθοράς πολιτικών προσώπων, είχαν ως μόνο αποτέλεσμα στη διάρκεια των τελευταίων ετών τον εξευτελισμό και την απαξίωση των θεσμών, αλλά και την εμπέδωση αισθήματος ατιμωρησίας στην κοινή γνώμη σε ό,τι αφορά το πολιτικό προσωπικό της χώρας αυτής.
Σήμερα, με αφορμή την απόφαση της Δικαιοσύνης για έναν πρώην βουλευτή και πρώην δήμαρχο, το αίτημα κατάργησης του νόμου περί ευθύνης υπουργών επανέρχεται επιτακτικά.
Είναι αδιανόητο και ταυτόχρονα προϊόν νοσηρής φαντασίας το καθεστώς υπό το οποίο οι εκλεγμένοι αυτού του τόπου, και μάλιστα εκείνοι οι οποίοι έχουν υπηρετήσει σε θέσεις ευθύνης, να υπόκεινται σε διαφορετικούς κανόνες δικαίου έναντι των υπόλοιπων πολιτών της χώρας αυτής.
Γιατί πρέπει να δικάζουν πολιτικοί τους πολιτικούς και όχι δικαστές, όπως όλους τους υπολοίπους;
Δεν αντιλαμβάνεται ο πολιτικός κόσμος της χώρας αυτής ότι το πλέγμα προστασίας που έχει δημιουργήσει γύρω του έχει φθάσει στα όριά του και ότι πλέον είναι πανθομολογούμενη απαίτηση η κατάργησή του;
Στις ημέρες κρίσης που διανύουμε, οι τομές είναι απαραίτητες παντού.
Ο νόμος περί ευθύνης υπουργών δημιουργήθηκε, εάν υιοθετήσουμε την πλέον αθώα εκδοχή επιχειρημάτων υπεράσπισής του, για την προστασία πολιτικών προσώπων έναντι αντιπάλων τους, αναφορικά με τα έργα και τις ημέρες τους στην εξουσία.
Ουδέποτε αξιοποιήθηκε προς τον σκοπό αυτό. Αντίθετα, η προστασία, που προσέφερε κατέστησε πρόσφορο το έδαφος για τη συγκάλυψη εγκλημάτων, όπως περίτρανα κατέδειξε η περίπτωση του Α. Τσοχατζόπουλου.
Σήμερα, η δρομολογούμενη συνταγματική αναθεώρηση επιβάλλει την κατάργηση αυτού του νόμου, με στόχο την εξυγίανση του πολιτικού μας συστήματος και την επικράτηση όρων διαφάνειας παντού.
Η υπαγωγή των περιπτώσεων οικονομικών εγκλημάτων υπουργών στις διατάξεις του νόμου για τους καταχραστές του Δημοσίου αποτελεί μονόδρομο για την Ελλάδα και το πολιτικό σύστημα οφείλει να αναγνωρίσει το γεγονός αυτό.
N.Γ.Δρόσος
Για ακόμη μία φορά, χθες, αποδείχθηκε ότι φυσικός δικαστής όλων οφείλει να είναι η Δικαιοσύνη. Αιρετών και μη.
Τα πολιτικά πρόσωπα σε αυτήν τη χώρα... εθνικοί ή τοπικοί «άρχοντες», βουλευτές ή δήμαρχοι, δεν έχουν ανάγκη, και οφείλουν να μην έχουν, από ειδικούς νόμους, όπως ο «περί ευθύνης υπουργών» ή οποιουδήποτε άλλου είδους ασυλία έναντι του νόμου.
Αρκετά κράτησε αυτή η ιστορία με τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά στην Ελλάδα.
Μολονότι η Δικαιοσύνη εμφανίζεται να εξάντλησε την αυστηρότητά της επιβάλλοντας την ποινή της ισοβίου καθείρξεως στον πρώην δήμαρχο Θεσσαλονίκης Β. Παπαγεωργόπουλο για τα εγκλήματα για τα οποία καταδικάστηκε, ταυτόχρονα υπενθύμισε ότι οι θεσμοί εξακολουθούν να υφίστανται στον τόπο μας.
Υπενθύμισε ότι το δημόσιο χρήμα, ή ακριβέστερα το χρήμα του φορολογούμενου πολίτη, είναι ιερό.
Τα πολλά μηνύματα της χθεσινής απόφασης αφορούν πρωτίστως το πολιτικό προσωπικό της χώρας αυτής, το οποίο εφεξής οφείλει να γνωρίζει, εάν τυχόν το ξέχασε στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, ότι, πρώτον, υπάρχουν βαριές ποινές για τους καταχραστές του δημόσιου χρήματος και, δεύτερον, ότι το «παιχνίδι» της συγκάλυψης δεν είναι δυνατόν να διαρκέσει για πάντα.
Εξεταστικές επί εξεταστικών και προανακριτικές επί προανακριτικών, για υποθέσεις διαφθοράς πολιτικών προσώπων, είχαν ως μόνο αποτέλεσμα στη διάρκεια των τελευταίων ετών τον εξευτελισμό και την απαξίωση των θεσμών, αλλά και την εμπέδωση αισθήματος ατιμωρησίας στην κοινή γνώμη σε ό,τι αφορά το πολιτικό προσωπικό της χώρας αυτής.
Σήμερα, με αφορμή την απόφαση της Δικαιοσύνης για έναν πρώην βουλευτή και πρώην δήμαρχο, το αίτημα κατάργησης του νόμου περί ευθύνης υπουργών επανέρχεται επιτακτικά.
Είναι αδιανόητο και ταυτόχρονα προϊόν νοσηρής φαντασίας το καθεστώς υπό το οποίο οι εκλεγμένοι αυτού του τόπου, και μάλιστα εκείνοι οι οποίοι έχουν υπηρετήσει σε θέσεις ευθύνης, να υπόκεινται σε διαφορετικούς κανόνες δικαίου έναντι των υπόλοιπων πολιτών της χώρας αυτής.
Γιατί πρέπει να δικάζουν πολιτικοί τους πολιτικούς και όχι δικαστές, όπως όλους τους υπολοίπους;
Δεν αντιλαμβάνεται ο πολιτικός κόσμος της χώρας αυτής ότι το πλέγμα προστασίας που έχει δημιουργήσει γύρω του έχει φθάσει στα όριά του και ότι πλέον είναι πανθομολογούμενη απαίτηση η κατάργησή του;
Στις ημέρες κρίσης που διανύουμε, οι τομές είναι απαραίτητες παντού.
Ο νόμος περί ευθύνης υπουργών δημιουργήθηκε, εάν υιοθετήσουμε την πλέον αθώα εκδοχή επιχειρημάτων υπεράσπισής του, για την προστασία πολιτικών προσώπων έναντι αντιπάλων τους, αναφορικά με τα έργα και τις ημέρες τους στην εξουσία.
Ουδέποτε αξιοποιήθηκε προς τον σκοπό αυτό. Αντίθετα, η προστασία, που προσέφερε κατέστησε πρόσφορο το έδαφος για τη συγκάλυψη εγκλημάτων, όπως περίτρανα κατέδειξε η περίπτωση του Α. Τσοχατζόπουλου.
Σήμερα, η δρομολογούμενη συνταγματική αναθεώρηση επιβάλλει την κατάργηση αυτού του νόμου, με στόχο την εξυγίανση του πολιτικού μας συστήματος και την επικράτηση όρων διαφάνειας παντού.
Η υπαγωγή των περιπτώσεων οικονομικών εγκλημάτων υπουργών στις διατάξεις του νόμου για τους καταχραστές του Δημοσίου αποτελεί μονόδρομο για την Ελλάδα και το πολιτικό σύστημα οφείλει να αναγνωρίσει το γεγονός αυτό.
N.Γ.Δρόσος