Η Κύπρος αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 0,03% του παγκόσμιου ΑΕΠ,
δηλαδή κάτι λιγότερο του ενός τρισχιλιοστού του.
Είναι όμως μέρος του ευρωσυστήματος –και της φιλόδοξης διαδικασίας ευρωπαϊκής ενοποίησης η οποία βασίζεται κυρίως στην ενοποίηση των αγορών και του κοινού... νομίσματος (κοινού για όσους 17 ανήκουν σε αυτό), κι αυτό της προσδίδει, παρά το μικρό μέγεθός της, και μία συστημική διάσταση.
Το εύρος της συστημικότητάς της και του κινδύνου για την Ευρωζώνη που τυχόν περικλείει ένα κυπριακό «ατύχημα» είναι αντικείμενο αποκλινουσών εκτιμήσεων. Ουδείς γνωρίζει με βεβαιότητα, και αυτό μόνον κατόπιν «ατυχήματος» θα μπορούσε να εκτιμηθεί.
Η απόφαση του Eurogroup της 16 Μαρτίου 2013, όροι της οποίας αποτέλεσαν αντικείμενο απόρριψης από την Κυπριακή Βουλή των Αντιπροσώπων, ήταν ακόμη μία μοναδική απόφαση για μία ακόμη «μοναδική περίπτωση» στην συνεχιζόμενη χρηματοπιστωτική και δημοσιονομική κρίση στην Ευρωζώνη.
Ήταν «μοναδική» αλλά δεν ήταν η πρώτη. Είχε προηγηθεί η επίσης «μοναδική περίπτωση» της απόφασης για την Ελλάδα, εκείνη που περιελάμβανε το πραγματοποιηθέν PSI. «Μοναδική» η μία, «μοναδική» και η άλλη, αλλά οι δύο τους συνδέονται μεταξύ τους. Οι συστημικές επιπτώσεις της πρώτης συνέβαλαν στην πρόκληση της δεύτερης. Το κούρεμα (PSI) των ελληνικών ομολόγων που κατείχαν οι κυπριακές τράπεζες έφεραν την Κύπρο στα πρόθυρα του Μηχανισμού Στήριξης.
Αυτή είναι η μία πλευρά της συστηματικότητας των «μοναδικών περιπτώσεων». Η δεύτερη συνδέεται με την ίδια την χρηματοπιστωτική κρίση και την αναγκαία και αναπόφευκτη απομόχλευση στα τραπεζικά συστήματα της Ευρώπης και της Ευρωζώνης. Ούτως ή άλλως, και το κυπριακό θα οδηγούνταν σε αυτήν την διαδικασία. Όπως το ισλανδικό, το ισπανικό, το βρετανικό, ..., το ολλανδικό, το βελγικό, κοκ. Ακόμη και το γερμανικό και το λουξεμβουργιανό έχουν σειρά. Το πότε και το πώς διαφέρουν.
Μία ακόμη συστημική πλευρά στην απόφαση του Eurogroup της 16ης Μαρτίου 2013 έχει να κάνει με το «ευρωλεφτά δεν υπάρχουν, πέρα από τα 10 δισ.». Το Eurogroup «θα καλωσόριζε» την χρηματοδοτική συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα για την Κύπρο, όπως και την συμφωνία μεταξύ Κύπρου και Ρωσικής Ομοσπονδίας για την χρηματοδοτική συμμετοχή της στο πρόγραμμα.
Όσον αφορά το ΔΝΤ καίτοι η συμμετοχή του δεν θα αποτελούσε σημαντικό μερίδιο στο σύνολο των χρηματοδοτήσεών του, υφίσταται ήδη ένα θέμα, μια εκκρεμότητα, στο τραπέζι του Διοικητικού Συμβουλίου του και των μελών του, που αφορά το γεγονός, και την κριτική, για την παράταση της πρόσθετης χρηματοδότησής του, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας έχει χορηγηθεί στην Ευρώπη και την Ευρωζώνη.
Όσον αφορά την συμφωνία μεταξύ Κύπρου και Ρωσικής Ομοσπονδίας, εκεί υπάρχει το ενδιαφέρον και εν πολλοίς άγνωστο παρασκήνιο των διαπραγματεύσεων σε τρία διαφορετικά επίπεδα: το διμερές Κύπρου-Ρωσικής Ομοσπονδίας, το διακρατικό λοιπών (μεγάλων) κρατών-μελών με την Ρωσική Ομοσπονδία, και το κοινοτικό ΕΕ – Ρωσικής Ομοσπονδίας. Ιδιαίτερο θέμα αφ εαυτού, και μέρος του ευρύτερου συστημικού ζητήματος της ΕΕ και της Ευρωζώνης.
H Ευρωζώνη έχει μικρότερο χρέος και μικρότερο έλλειμμα, ως ποσοστά του ΑΕΠ, από τις ΗΠΑ ή τη Μεγάλη Βρετανία, αλλά καλύπτει πολύ δυσκολότερα τις δανειακές ανάγκες των μελών της, και απειλείται, μεταξύ άλλων, και από δημοσιονομική κατάρρευση και χρεοκοπία μελών της, τα οποία θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωσή της.
Ο κίνδυνος πηγάζει από δύο αιτίες: οι οικονομίες του Νότου είναι επιβαρημένες με τεράστια αποθέματα «αδιέξοδων επενδύσεων», η ανεξέλεγκτη ρευστοποίηση των οποίων απειλεί με καταστροφή τόσο το τραπεζικό όσο και το δημοσιονομικό τους σύστημα, ενώ οι οικονομίες του Βορρά λειτουργούν υπό το κράτος ανασφάλειας και αβεβαιότητας ως προς το ποιες θα είναι επάνω τους οι επιπτώσεις μίας χρεοκοπίας (ή μίας διάσωσης) των οικονομιών του Νότου.
Ο διχασμός Βορρά-Νότου αποτελεί έμπρακτη διάψευση της θεωρίας και πολιτικής ότι η λειτουργία της νομισματικής ένωσης θα δημιουργούσε μία «ενδογενή δυναμική», η οποία, σε μεταγενέστερο χρόνο, θα οδηγούσε στη διαρθρωτική εναρμόνιση των επί μέρους εθνικών οικονομιών, συγχρονίζοντας σταδιακά τους επιχειρηματικούς κύκλους τους και ομογενοποιώντας τα χαρακτηριστικά τους, με τελικό αποτέλεσμα η ΟΝΕ να καταστεί, έστω και εκ των υστέρων, μία «Άριστη Νομισματική Περιοχή».
Αναμένοντας τις εκλογές στη Γερμανία και αποφεύγοντας εν τω μεταξύ «μεγάλα ατυχήματα» (π.χ. Ισπανία, Ιταλία) ζούμε μικρά επεισόδια της ατυχήσασας «Ευρωζώνης Ι» και την αναδυόμενη ανάγκη για μία πιο λειτουργική και ανθεκτική «Ευρωζώνη ΙΙ». Γι αυτήν την δυνατότητα χρειάζονται, αποφεύγοντας τα «ατυχήματα», άλλες πολιτικές ισορροπίες στην Ευρώπη οι οποίες να αναζητηθούν και κατά τη διάρκεια της επερχόμενης Ελληνικής (α΄ εξάμηνο 2014) και της Ιταλικής (β΄ εξάμηνο 2014) προεδρίας στην Ε.Ε.
Με ύφεση το 2013 στην Ευρωζώνη, το 2014 θα ζητείται οικονομική πολιτική «ομαλής πρόσκρουσης» στο έδαφος, δηλαδή λελογισμένη δημοσιονομική τόνωση στις βόρειες πλεονασματικές οικονομίες και περαιτέρω νομισματική επέκταση σε όλη την Ευρωζώνη, ώστε να δοθεί η ευκαιρία στις χώρες του Βορρά να βγάλουν από την ύφεση τις οικονομίες τους και στις χώρες του Νότου να προχωρήσουν ελεγχόμενα στην ρευστοποίηση των επενδύσεων που δεν είναι βιώσιμες, χωρίς να αποφεύγουν, βεβαίως, την ύφεση, αλλά και χωρίς ανεξέλεγκτες καταστρεπτικές αναταράξεις.
Ταυτόχρονα όμως η Ευρωζώνη θα (πρέπει να) ρυθμίζει κρίσιμα προβλήματα στην αρχιτεκτονική της. Όχι αναμένοντας πλέον την επίτευξη της «αριστοποίησης» και της «σύγκλισης» μόνο από τη λειτουργία των αγορών, αλλά πλαισιώνοντάς τες με σύστημα κανόνων (ρόλος ΕΚΤ, όρια δημοσιονομικής ενοποίησης, τραπεζική ένωση, κ.λπ.). Για μια εισαγωγή σε αυτήν τη θεματολογία σας προτείνω προς ανάγνωση την μελέτη του Δημ. Ιωάννου, «Από την ΄Ευρωζώνη Ι΄ στην ΄Ευρωζώνη ΙΙ΄, Διεθνείς Σχέσεις, Κέντρο Ανάλυσης και Σχεδιασμού», Τεύχος 90/2012, διαθέσιμη (με την κατάλληλη αναζήτηση) και στο διαδίκτυο.
Αυτή είναι χρήσιμη για να γίνει καλύτερα κατανοητό και το «ευρωλεφτά δεν υπάρχουν, πέρα από τα 10 δισ.» στην απόφαση του Eurogroup της 16ης Μαρτίου 2013 για την Κύπρο. Όπως εκεί σημειώνεται σχετικά με το αίτημα μεταφοράς πόρων στον Νότο (βλ. σελ. 38) «Είναι πολιτικά ανέφικτη διότι όποιος τυγχάνει έστω και λίγο εξοικειωμένος με την εσωτερική κατάσταση της Γερμανίας γνωρίζει πολύ καλά το πρόβλημα που υπάρχει σε ομοσπονδιακό επίπεδο μεταξύ των κρατιδίων που συνεισφέρουν στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό και εκείνων που εισπράττουν από αυτόν. Είναι τελείως αφελές να πιστεύεται ότι κάτι αντίστοιχο, αλλά σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα, δηλαδή το ενδεχόμενο εκτεταμένης μεταφοράς πόρων από την γερμανική οικονομία προς τις χώρες του Νότου, θα γινόταν δεκτό από τους Γερμανούς (Ολλανδούς, Φιλανδούς, Αυστριακούς) ψηφοφόρους».
Η «κυπριακή κρίση» στην Ευρωζώνη μετά την απόφαση του Eurogroup της 16ης Μαρτίου 2013 για την Κύπρο δημιουργήθηκε για την αναζήτηση «αυτοχρηματοδότησης» του προγράμματος με 5,8 δισ. ευρώ μέσω εφάπαξ φορολόγησης των καταθέσεων. Δηλαδή το «ευρωλεφτά δεν υπάρχουν, πέρα από τα 10 δισ.» αφορούσε την αναζήτηση κάτι λιγότερου από το 0.05% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης, δηλαδή το ένα δισχιλιοστό αυτού.
Όπως σημείωσε ο Andrew Watt (βλ. «Cyprus: Risking The European Ship For Ten Euros Of Tar») αντιστοιχεί σε 10 ευρώ για κάθε πολίτη της ΕΕ. Κι όμως αυτά δεν είναι διαθέσιμα !! Κι αυτό είναι επίσης συστημικό.
Η Κύπρος αντιπροσωπεύει λοιπόν κάτι λιγότερο από το 0,03% του παγκόσμιου ΑΕΠ, δηλαδή κάτι λιγότερο του ενός τρισχιλιοστού του.
Σχεδόν αυτό ήταν και 65 χρόνια πριν, όταν η ΕΕ ξεκινούσε την πορεία της. Την ίδια εποχή, το 1968, η τότε δύουσα αυτοκρατορία διά στόματος του πρωθυπουργού των Εργατικών Χάρολντ Ουίλσων αποφάσιζε να εγκαταλείψει όλες τις βρετανικές στρατιωτικές βάσεις που βρισκόταν στην Μεσόγειο «ανατολικά του Σουέζ» μέχρι την Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Όχι όμως τις βάσεις στην Κύπρο, και την Κύπρο. Η δε Συνθήκη Ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ έχει ειδικό παράρτημα-καθεστώς για τις ενλόγω βάσεις. Κι αυτό είναι κάτι επίσης συστημικό.
Χρήστος Α. Ιωάννου,
Οικονομολόγος
Το εύρος της συστημικότητάς της και του κινδύνου για την Ευρωζώνη που τυχόν περικλείει ένα κυπριακό «ατύχημα» είναι αντικείμενο αποκλινουσών εκτιμήσεων. Ουδείς γνωρίζει με βεβαιότητα, και αυτό μόνον κατόπιν «ατυχήματος» θα μπορούσε να εκτιμηθεί.
Η απόφαση του Eurogroup της 16 Μαρτίου 2013, όροι της οποίας αποτέλεσαν αντικείμενο απόρριψης από την Κυπριακή Βουλή των Αντιπροσώπων, ήταν ακόμη μία μοναδική απόφαση για μία ακόμη «μοναδική περίπτωση» στην συνεχιζόμενη χρηματοπιστωτική και δημοσιονομική κρίση στην Ευρωζώνη.
Ήταν «μοναδική» αλλά δεν ήταν η πρώτη. Είχε προηγηθεί η επίσης «μοναδική περίπτωση» της απόφασης για την Ελλάδα, εκείνη που περιελάμβανε το πραγματοποιηθέν PSI. «Μοναδική» η μία, «μοναδική» και η άλλη, αλλά οι δύο τους συνδέονται μεταξύ τους. Οι συστημικές επιπτώσεις της πρώτης συνέβαλαν στην πρόκληση της δεύτερης. Το κούρεμα (PSI) των ελληνικών ομολόγων που κατείχαν οι κυπριακές τράπεζες έφεραν την Κύπρο στα πρόθυρα του Μηχανισμού Στήριξης.
Αυτή είναι η μία πλευρά της συστηματικότητας των «μοναδικών περιπτώσεων». Η δεύτερη συνδέεται με την ίδια την χρηματοπιστωτική κρίση και την αναγκαία και αναπόφευκτη απομόχλευση στα τραπεζικά συστήματα της Ευρώπης και της Ευρωζώνης. Ούτως ή άλλως, και το κυπριακό θα οδηγούνταν σε αυτήν την διαδικασία. Όπως το ισλανδικό, το ισπανικό, το βρετανικό, ..., το ολλανδικό, το βελγικό, κοκ. Ακόμη και το γερμανικό και το λουξεμβουργιανό έχουν σειρά. Το πότε και το πώς διαφέρουν.
Μία ακόμη συστημική πλευρά στην απόφαση του Eurogroup της 16ης Μαρτίου 2013 έχει να κάνει με το «ευρωλεφτά δεν υπάρχουν, πέρα από τα 10 δισ.». Το Eurogroup «θα καλωσόριζε» την χρηματοδοτική συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα για την Κύπρο, όπως και την συμφωνία μεταξύ Κύπρου και Ρωσικής Ομοσπονδίας για την χρηματοδοτική συμμετοχή της στο πρόγραμμα.
Όσον αφορά το ΔΝΤ καίτοι η συμμετοχή του δεν θα αποτελούσε σημαντικό μερίδιο στο σύνολο των χρηματοδοτήσεών του, υφίσταται ήδη ένα θέμα, μια εκκρεμότητα, στο τραπέζι του Διοικητικού Συμβουλίου του και των μελών του, που αφορά το γεγονός, και την κριτική, για την παράταση της πρόσθετης χρηματοδότησής του, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας έχει χορηγηθεί στην Ευρώπη και την Ευρωζώνη.
Όσον αφορά την συμφωνία μεταξύ Κύπρου και Ρωσικής Ομοσπονδίας, εκεί υπάρχει το ενδιαφέρον και εν πολλοίς άγνωστο παρασκήνιο των διαπραγματεύσεων σε τρία διαφορετικά επίπεδα: το διμερές Κύπρου-Ρωσικής Ομοσπονδίας, το διακρατικό λοιπών (μεγάλων) κρατών-μελών με την Ρωσική Ομοσπονδία, και το κοινοτικό ΕΕ – Ρωσικής Ομοσπονδίας. Ιδιαίτερο θέμα αφ εαυτού, και μέρος του ευρύτερου συστημικού ζητήματος της ΕΕ και της Ευρωζώνης.
H Ευρωζώνη έχει μικρότερο χρέος και μικρότερο έλλειμμα, ως ποσοστά του ΑΕΠ, από τις ΗΠΑ ή τη Μεγάλη Βρετανία, αλλά καλύπτει πολύ δυσκολότερα τις δανειακές ανάγκες των μελών της, και απειλείται, μεταξύ άλλων, και από δημοσιονομική κατάρρευση και χρεοκοπία μελών της, τα οποία θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωσή της.
Ο κίνδυνος πηγάζει από δύο αιτίες: οι οικονομίες του Νότου είναι επιβαρημένες με τεράστια αποθέματα «αδιέξοδων επενδύσεων», η ανεξέλεγκτη ρευστοποίηση των οποίων απειλεί με καταστροφή τόσο το τραπεζικό όσο και το δημοσιονομικό τους σύστημα, ενώ οι οικονομίες του Βορρά λειτουργούν υπό το κράτος ανασφάλειας και αβεβαιότητας ως προς το ποιες θα είναι επάνω τους οι επιπτώσεις μίας χρεοκοπίας (ή μίας διάσωσης) των οικονομιών του Νότου.
Ο διχασμός Βορρά-Νότου αποτελεί έμπρακτη διάψευση της θεωρίας και πολιτικής ότι η λειτουργία της νομισματικής ένωσης θα δημιουργούσε μία «ενδογενή δυναμική», η οποία, σε μεταγενέστερο χρόνο, θα οδηγούσε στη διαρθρωτική εναρμόνιση των επί μέρους εθνικών οικονομιών, συγχρονίζοντας σταδιακά τους επιχειρηματικούς κύκλους τους και ομογενοποιώντας τα χαρακτηριστικά τους, με τελικό αποτέλεσμα η ΟΝΕ να καταστεί, έστω και εκ των υστέρων, μία «Άριστη Νομισματική Περιοχή».
Αναμένοντας τις εκλογές στη Γερμανία και αποφεύγοντας εν τω μεταξύ «μεγάλα ατυχήματα» (π.χ. Ισπανία, Ιταλία) ζούμε μικρά επεισόδια της ατυχήσασας «Ευρωζώνης Ι» και την αναδυόμενη ανάγκη για μία πιο λειτουργική και ανθεκτική «Ευρωζώνη ΙΙ». Γι αυτήν την δυνατότητα χρειάζονται, αποφεύγοντας τα «ατυχήματα», άλλες πολιτικές ισορροπίες στην Ευρώπη οι οποίες να αναζητηθούν και κατά τη διάρκεια της επερχόμενης Ελληνικής (α΄ εξάμηνο 2014) και της Ιταλικής (β΄ εξάμηνο 2014) προεδρίας στην Ε.Ε.
Με ύφεση το 2013 στην Ευρωζώνη, το 2014 θα ζητείται οικονομική πολιτική «ομαλής πρόσκρουσης» στο έδαφος, δηλαδή λελογισμένη δημοσιονομική τόνωση στις βόρειες πλεονασματικές οικονομίες και περαιτέρω νομισματική επέκταση σε όλη την Ευρωζώνη, ώστε να δοθεί η ευκαιρία στις χώρες του Βορρά να βγάλουν από την ύφεση τις οικονομίες τους και στις χώρες του Νότου να προχωρήσουν ελεγχόμενα στην ρευστοποίηση των επενδύσεων που δεν είναι βιώσιμες, χωρίς να αποφεύγουν, βεβαίως, την ύφεση, αλλά και χωρίς ανεξέλεγκτες καταστρεπτικές αναταράξεις.
Ταυτόχρονα όμως η Ευρωζώνη θα (πρέπει να) ρυθμίζει κρίσιμα προβλήματα στην αρχιτεκτονική της. Όχι αναμένοντας πλέον την επίτευξη της «αριστοποίησης» και της «σύγκλισης» μόνο από τη λειτουργία των αγορών, αλλά πλαισιώνοντάς τες με σύστημα κανόνων (ρόλος ΕΚΤ, όρια δημοσιονομικής ενοποίησης, τραπεζική ένωση, κ.λπ.). Για μια εισαγωγή σε αυτήν τη θεματολογία σας προτείνω προς ανάγνωση την μελέτη του Δημ. Ιωάννου, «Από την ΄Ευρωζώνη Ι΄ στην ΄Ευρωζώνη ΙΙ΄, Διεθνείς Σχέσεις, Κέντρο Ανάλυσης και Σχεδιασμού», Τεύχος 90/2012, διαθέσιμη (με την κατάλληλη αναζήτηση) και στο διαδίκτυο.
Αυτή είναι χρήσιμη για να γίνει καλύτερα κατανοητό και το «ευρωλεφτά δεν υπάρχουν, πέρα από τα 10 δισ.» στην απόφαση του Eurogroup της 16ης Μαρτίου 2013 για την Κύπρο. Όπως εκεί σημειώνεται σχετικά με το αίτημα μεταφοράς πόρων στον Νότο (βλ. σελ. 38) «Είναι πολιτικά ανέφικτη διότι όποιος τυγχάνει έστω και λίγο εξοικειωμένος με την εσωτερική κατάσταση της Γερμανίας γνωρίζει πολύ καλά το πρόβλημα που υπάρχει σε ομοσπονδιακό επίπεδο μεταξύ των κρατιδίων που συνεισφέρουν στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό και εκείνων που εισπράττουν από αυτόν. Είναι τελείως αφελές να πιστεύεται ότι κάτι αντίστοιχο, αλλά σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα, δηλαδή το ενδεχόμενο εκτεταμένης μεταφοράς πόρων από την γερμανική οικονομία προς τις χώρες του Νότου, θα γινόταν δεκτό από τους Γερμανούς (Ολλανδούς, Φιλανδούς, Αυστριακούς) ψηφοφόρους».
Η «κυπριακή κρίση» στην Ευρωζώνη μετά την απόφαση του Eurogroup της 16ης Μαρτίου 2013 για την Κύπρο δημιουργήθηκε για την αναζήτηση «αυτοχρηματοδότησης» του προγράμματος με 5,8 δισ. ευρώ μέσω εφάπαξ φορολόγησης των καταθέσεων. Δηλαδή το «ευρωλεφτά δεν υπάρχουν, πέρα από τα 10 δισ.» αφορούσε την αναζήτηση κάτι λιγότερου από το 0.05% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης, δηλαδή το ένα δισχιλιοστό αυτού.
Όπως σημείωσε ο Andrew Watt (βλ. «Cyprus: Risking The European Ship For Ten Euros Of Tar») αντιστοιχεί σε 10 ευρώ για κάθε πολίτη της ΕΕ. Κι όμως αυτά δεν είναι διαθέσιμα !! Κι αυτό είναι επίσης συστημικό.
Η Κύπρος αντιπροσωπεύει λοιπόν κάτι λιγότερο από το 0,03% του παγκόσμιου ΑΕΠ, δηλαδή κάτι λιγότερο του ενός τρισχιλιοστού του.
Σχεδόν αυτό ήταν και 65 χρόνια πριν, όταν η ΕΕ ξεκινούσε την πορεία της. Την ίδια εποχή, το 1968, η τότε δύουσα αυτοκρατορία διά στόματος του πρωθυπουργού των Εργατικών Χάρολντ Ουίλσων αποφάσιζε να εγκαταλείψει όλες τις βρετανικές στρατιωτικές βάσεις που βρισκόταν στην Μεσόγειο «ανατολικά του Σουέζ» μέχρι την Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Όχι όμως τις βάσεις στην Κύπρο, και την Κύπρο. Η δε Συνθήκη Ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ έχει ειδικό παράρτημα-καθεστώς για τις ενλόγω βάσεις. Κι αυτό είναι κάτι επίσης συστημικό.
Χρήστος Α. Ιωάννου,
Οικονομολόγος