- Οι πρώτες ενδείξεις ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, για πρώτη φορά εδώ και πολύ καιρό, είναι ορατές. Το κατά πόσον όμως αυτές οι σταγόνες θα γίνουν βροχή και θα καταστήσουν ξανά εύφορο το έδαφός της εξαρτάται από πολλούς παράγοντες...
Η ελληνική οικονομία παραμένει σε βαθιά ύφεση και υψηλή ανεργία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον τόπο μας.
Όμως, είναι η πρώτη φορά εδώ και πολύ καιρό που... υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι αυτά τα δύο φαινόμενα φρενάρουν και ότι όντως υπάρχει φως στο βάθος του τούνελ.
Η ταχύτητα με την οποία θα φτάσουμε στην άκρη αυτού του τούνελ, βεβαίως, εξαρτάται, πρώτον, από το πόσο πρόθυμη θα φανεί η κοινωνία μας να διανύσει δίχως αναταράξεις το καταληκτικό στάδιο αυτής της διαδρομής και, δεύτερον, από το κατά πόσον, τελικά, οι άνθρωποι που κρατούν τα ηνία του τόπου είναι διατεθειμένοι να φέρουν σε πέρας τις μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα.
Όπως φρόντισε να τονίσει χθες ο φίλτατος κ. Στουρνάρας, για πρώτη φορά από την έναρξη της κρίσης, σε επίπεδο εποχικά διορθωμένων στοιχείων ΑΕΠ, κατά το β' τρίμηνο του έτους καταγράφηκε αύξηση σε σχέση με το α' τρίμηνο.
Με άλλα λόγια, όπως είπε, «τρίμηνο με τρίμηνο, έχουμε εκτιμήσεις ότι το ΑΕΠ αυξήθηκε».
Αντίστοιχα, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, που είδαν το φως της δημοσιότητας μόλις χθες, το ποσοστό της ανεργίας μειώθηκε, σε τριμηνιαία βάση, για πρώτη φορά τους τελευταίους 48 μήνες, διαμορφούμενο σε 27,1% το β' τρίμηνο, έναντι 27,4% το α' τρίμηνο.
Σύμφωνα επίσης με την ΕΛΣΤΑΤ, το έλλειμμα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών κατά το επτάμηνο Ιανουαρίου - Ιουλίου σχεδόν εκμηδενίστηκε (μείωση 97,6%), από 6,4 δισ. ευρώ πέρυσι σε μόλις 155 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη χρονική περίοδο εφέτος.
Ταυτόχρονα, ο προϋπολογισμός βρίσκεται κοντά στην επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος μετά από πολλά χρόνια ελλειμμάτων, και είναι επίσης η πρώτη φορά που διεθνείς χρηματοοικονομικοί οίκοι, όπως η Ernst & Young, προβλέπουν ανάκαμψη για την Ελλάδα το 2014 και ανάπτυξη, με μέσους ετήσιους ρυθμούς 1,7% την περίοδο 2015 - 2017.
Δεν λύθηκε το πρόβλημα, φίλτατοι, αλλά είναι η πρώτη φορά που είναι τόσο σαφές το φως στο βάθος του τούνελ.
Αρκούν αυτά τα νούμερα για την αντιμετώπιση της τερατωδών διαστάσεων ανεργίας στην Ελλάδα ή για την επίλυση των ζητημάτων χρέους που έχει;
Προφανώς όχι, είναι η απάντηση.
Οι λόγοι για τους οποίους η ελληνική οικονομία έφτασε στη σημερινή της κατάντια υφίστανται εδώ και χρόνια, συνεχίζουν να υπάρχουν και θα χρειαστούμε καιρό πολύ για να απαλλαγούμε από αυτούς.
Όμως, πλέον, φθίνουν.
Το λειτουργικό κόστος του δημόσιου τομέα μειώθηκε και οφείλει να μειωθεί ακόμη περισσότερο, αλλά τούτο έγινε μέσω και της υπερφορολόγησης που τσάκισε την οικονομία, ενώ η έλλειψη αποτελεσματικότητας, που πάντα τον χαρακτήριζε, παραμένει.
Οι αγορές και τα επαγγέλματα εξακολουθούν να είναι σε μεγάλο βαθμό κλειστά, το κόστος χρήματος οδηγεί τις μεγάλες επιχειρήσεις της χώρας εκτός συνόρων και τις μικρές σε λουκέτο, το ενεργειακό κόστος όπως και τα μεταφορικά παραμένουν υψηλά και η οικονομία εξακολουθεί να μαστίζεται από γραφειοκρατία, φοροδιαφυγή και διαφθορά.
Γιατί να εμφανίσει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης η οικονομία με όλα αυτά;
Γιατί να μην αποβιομηχανιστεί τελείως και να καταστεί μια χώρα στην οποία θα κυριαρχεί η προσφορά τουριστικών υπηρεσιών και μόνον;
Γιατί να βάλει κανείς τα λεφτά του σε μια χώρα όπως αυτή;
Αν η κυβέρνηση του τόπου δεν προσπαθήσει, κατά τρόπο μεθοδικό και αποτελεσματικό, να τον απαλλάξει από όλα αυτά, και εάν η κοινωνία μας δεν δώσει τόπο και χώρο για την υλοποίηση αυτών των μεταρρυθμίσεων, τότε, προφανώς, το φως στην άκρη του τούνελ θα φαντάζει για καιρό ακόμη μακρινό...
Όμως, είναι η πρώτη φορά εδώ και πολύ καιρό που... υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι αυτά τα δύο φαινόμενα φρενάρουν και ότι όντως υπάρχει φως στο βάθος του τούνελ.
Η ταχύτητα με την οποία θα φτάσουμε στην άκρη αυτού του τούνελ, βεβαίως, εξαρτάται, πρώτον, από το πόσο πρόθυμη θα φανεί η κοινωνία μας να διανύσει δίχως αναταράξεις το καταληκτικό στάδιο αυτής της διαδρομής και, δεύτερον, από το κατά πόσον, τελικά, οι άνθρωποι που κρατούν τα ηνία του τόπου είναι διατεθειμένοι να φέρουν σε πέρας τις μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα.
Όπως φρόντισε να τονίσει χθες ο φίλτατος κ. Στουρνάρας, για πρώτη φορά από την έναρξη της κρίσης, σε επίπεδο εποχικά διορθωμένων στοιχείων ΑΕΠ, κατά το β' τρίμηνο του έτους καταγράφηκε αύξηση σε σχέση με το α' τρίμηνο.
Με άλλα λόγια, όπως είπε, «τρίμηνο με τρίμηνο, έχουμε εκτιμήσεις ότι το ΑΕΠ αυξήθηκε».
Αντίστοιχα, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, που είδαν το φως της δημοσιότητας μόλις χθες, το ποσοστό της ανεργίας μειώθηκε, σε τριμηνιαία βάση, για πρώτη φορά τους τελευταίους 48 μήνες, διαμορφούμενο σε 27,1% το β' τρίμηνο, έναντι 27,4% το α' τρίμηνο.
Σύμφωνα επίσης με την ΕΛΣΤΑΤ, το έλλειμμα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών κατά το επτάμηνο Ιανουαρίου - Ιουλίου σχεδόν εκμηδενίστηκε (μείωση 97,6%), από 6,4 δισ. ευρώ πέρυσι σε μόλις 155 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη χρονική περίοδο εφέτος.
Ταυτόχρονα, ο προϋπολογισμός βρίσκεται κοντά στην επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος μετά από πολλά χρόνια ελλειμμάτων, και είναι επίσης η πρώτη φορά που διεθνείς χρηματοοικονομικοί οίκοι, όπως η Ernst & Young, προβλέπουν ανάκαμψη για την Ελλάδα το 2014 και ανάπτυξη, με μέσους ετήσιους ρυθμούς 1,7% την περίοδο 2015 - 2017.
Δεν λύθηκε το πρόβλημα, φίλτατοι, αλλά είναι η πρώτη φορά που είναι τόσο σαφές το φως στο βάθος του τούνελ.
Αρκούν αυτά τα νούμερα για την αντιμετώπιση της τερατωδών διαστάσεων ανεργίας στην Ελλάδα ή για την επίλυση των ζητημάτων χρέους που έχει;
Προφανώς όχι, είναι η απάντηση.
Οι λόγοι για τους οποίους η ελληνική οικονομία έφτασε στη σημερινή της κατάντια υφίστανται εδώ και χρόνια, συνεχίζουν να υπάρχουν και θα χρειαστούμε καιρό πολύ για να απαλλαγούμε από αυτούς.
Όμως, πλέον, φθίνουν.
Το λειτουργικό κόστος του δημόσιου τομέα μειώθηκε και οφείλει να μειωθεί ακόμη περισσότερο, αλλά τούτο έγινε μέσω και της υπερφορολόγησης που τσάκισε την οικονομία, ενώ η έλλειψη αποτελεσματικότητας, που πάντα τον χαρακτήριζε, παραμένει.
Οι αγορές και τα επαγγέλματα εξακολουθούν να είναι σε μεγάλο βαθμό κλειστά, το κόστος χρήματος οδηγεί τις μεγάλες επιχειρήσεις της χώρας εκτός συνόρων και τις μικρές σε λουκέτο, το ενεργειακό κόστος όπως και τα μεταφορικά παραμένουν υψηλά και η οικονομία εξακολουθεί να μαστίζεται από γραφειοκρατία, φοροδιαφυγή και διαφθορά.
Γιατί να εμφανίσει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης η οικονομία με όλα αυτά;
Γιατί να μην αποβιομηχανιστεί τελείως και να καταστεί μια χώρα στην οποία θα κυριαρχεί η προσφορά τουριστικών υπηρεσιών και μόνον;
Γιατί να βάλει κανείς τα λεφτά του σε μια χώρα όπως αυτή;
Αν η κυβέρνηση του τόπου δεν προσπαθήσει, κατά τρόπο μεθοδικό και αποτελεσματικό, να τον απαλλάξει από όλα αυτά, και εάν η κοινωνία μας δεν δώσει τόπο και χώρο για την υλοποίηση αυτών των μεταρρυθμίσεων, τότε, προφανώς, το φως στην άκρη του τούνελ θα φαντάζει για καιρό ακόμη μακρινό...