Με λίγα λόγια ...το μόνο «success story» που έχει να επιδείξει η Ελλάδα είναι η δημοσιονομική προσαρμογή, που επιτεύχθηκε όχι χάρη στον παραγωγικό και μεταρρυθμιστικό οίστρο των κυβερνώντων,
αλλά χάρη στην απίστευτη αντοχή που επέδειξαν όσοι πολίτες επιμένουν σε αυτή τη χώρα να πληρώνουν.
Τον τελευταίο καιρό γίνεται συντονισμένη προσπάθεια από την κυβέρνηση να «αφηγηθεί» την ιστορία μίας επιτυχίας που δεν έχει έλθει ακόμη. Αν και είναι εύκολο να καταλάβει κανείς την... επικοινωνιακή λογική της καμπάνιας που γίνεται, πολύ φοβάμαι ότι θα οδηγήσει σε ατύχημα. Το λεγόμενο «success story» δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, οπότε οι πολίτες εύλογα θα κατηγορήσουν τους εμπνευστές του για παντελή έλλειψη επαφής με το περιβάλλον τους και θα στραφούν ακόμη πιο μαζικά σε αντισυστημικές λύσεις.
Ας δούμε τις αλήθειες των αριθμών. Η κυβέρνηση, επικαλούμενη και σχετική δήλωση του προέδρου της Κομισιόν, ισχυρίζεται ότι η Ελλάδα, από ουραγός στην απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων, έχει ανέβει στην τέταρτη θέση πανευρωπαϊκά. Πράγματι, αυτό ισχύει, σύμφωνα με τα στοιχεία έως το τέλος του 2012. Ο λόγος δεν είναι όμως ότι η ελληνική δημόσια διοίκηση βελτιώθηκε και η κυβέρνηση εκτελεί έργα με το τσουβάλι. Απλούστατα, η ευρωπαϊκή συμμετοχή στα συγχρηματοδοτούμενα έργα στη χώρα μας αυξήθηκε στο 90-95% και έτσι τα ποσά που εκταμιεύονται αυξήθηκαν. Ανάλογη πρόνοια λήφθηκε και για τις άλλες μνημονιακές χώρες. Ε, λοιπόν οι μνημονιακές χώρες είναι ακριβώς αυτές που βρίσκονται πιο ψηλά από την Ελλάδα στην απορρόφηση κονδυλίων! Ας μην ακούμε λοιπόν ανοησίες περί οργασμού έργων επειδή έχουμε υψηλότερη απορρόφηση από την Αυστρία, ή τη Γαλλία. Να σημειωθεί επίσης ότι η αυξημένη συγχρηματοδότηση μπορεί μεν να διευκολύνει ταμειακά τα κράτη που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, αλλά είναι επιζήμια για την οικονομία μεσοπρόθεσμα, καθώς το ίδιο ύψος κοινοτικών κονδυλίων διατίθεται για να χρηματοδοτήσει λιγότερα έργα, αλλά σε υψηλότερο ποσοστό. Ως εκ τούτου, η συνολική θετική επίδραση του ΕΣΠΑ στην ανάπτυξη μειώνεται. Με λίγα λόγια, τα έργα και οι θέσεις εργασίας που βλέπουν οι πολίτες στην καθημερινότητά τους είναι λιγότερα και όχι περισσότερα απ’ όσα περιμέναμε και είχαμε σχεδιάσει.
Επίσης, η Ελλάδα υποστηρίζει ότι κοντεύει να μηδενίσει το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών της (δηλαδή τα ευρώ που μπαίνουν πλέον στη χώρα είναι τα ίδια περίπου με αυτά που βγαίνουν). Θα μας άξιζαν χίλια μπράβο, αν η βελτίωση αυτή δεν προέρχονταν αποκλειστικά σχεδόν από την κατάρρευση της ζήτησης και των εισαγωγών. Αντιθέτως, στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία, το ισοζύγιο είναι θετικό (και όχι απλά «λίγο αρνητικό») και αυτό οφείλεται κυρίως στη θεαματική αύξηση των εξαγωγών τους. Είναι άλλωστε ενδεικτικό ότι, σύμφωνα με την Κομισιόν, η εντυπωσιακή αύξηση της παραγωγικότητας στην Ελλάδα το 2012 (+2,1%) οφείλεται κυρίως στη μείωση της απασχόλησης και όχι στην αύξηση της παραγωγής. Είδε μήπως κανείς εξαγωγικές επιχειρήσεις να προσλαμβάνουν κόσμο, επειδή δεν προλαβαίνουν τις παραγγελίες; Ας μην κοροϊδευόμαστε λοιπόν.
Λέμε ακόμη ότι η Ελλάδα είναι πρώτη στον Δυτικό κόσμο σε μεταρρυθμίσεις, σύμφωνα με τις τελευταίες εκθέσεις του ΟΟΣΑ και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Όμως το σημείο εκκίνησης ήταν τόσο χαμηλό, ώστε καταντάει γελοίο να ανάγουμε το αυτονόητο (όπως την καταμέτρηση των συνταξιούχων για να δούμε ποιοι ζουν, ή μία υποτυπώδη αξιολόγηση στο δημόσιο) σε επίτευγμα.
Όσο για τον τουρισμό; Ούτε επισκέπτες το χειμώνα στα βουνά μας φέραμε, ούτε βάλαμε την Αθήνα στον ευρωπαϊκό τουριστικό χάρτη. Απλώς μας ευνόησε η Αραβική Άνοιξη – και μάλιστα λιγότερο απ’ όσο ευνόησε κράτη όπως η Ισπανία - ενώ η εσωτερική υποτίμηση σημαίνει ότι τα έσοδα φέτος από τις «αφίξεις ρεκόρ» θα είναι, σε απόλυτους αριθμούς, περίπου όσα και το 2006.
Με λίγα λόγια, το μόνο «success story» που έχει να επιδείξει η Ελλάδα είναι η δημοσιονομική προσαρμογή, που επιτεύχθηκε όχι χάρη στον παραγωγικό και μεταρρυθμιστικό οίστρο των κυβερνώντων, αλλά χάρη στην απίστευτη αντοχή που επέδειξαν όσοι πολίτες επιμένουν σε αυτή τη χώρα να πληρώνουν. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, χύθηκε αίμα: όσοι από τους φίλους μου δεν έχουν φύγει μετανάστες, είτε πληρώνονται με πολύμηνη καθυστέρηση, είτε είναι άνεργοι. Χρειάζεται ακόμη πολλή δουλειά για να φτιάξουμε μία χώρα ελκυστική για επενδύσεις και αρκετά σταθερή, ώστε να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Ο μηδενισμός του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών είναι μισή επιτυχία. Η άλλη μισή που δεν έχει έλθει ακόμη, είναι να περάσουμε σε θετικό πρόσημο, μέσω της αύξησης των εξαγωγών. Και μπορεί για όλα αυτά να χρειάζεται και η συνδρομή των Ευρωπαίων, μέσω στοχευμένης χρηματοδότησης, αλλά και η κυβέρνηση έχει να κάνει πολλά για να βάλει τάξη στο χάος της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, της πολυνομίας και της αρνησιδικίας. Μέχρι τότε, η αντί να σκέφτεται πως θα συγχαρεί τον εαυτό της ανύπαρκτες επιτυχίες, θα πρέπει να κλίνει το γόνυ στον κόσμο που αντέχει να βάζει πλάτη στη συλλογική προσπάθεια.
Του κ.Ν.Μαλεβίτη