Η Κριμαία και το λιμάνι της Σεβαστούπολης είναι γνωστά από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο από τον βαρύ φόρο αίματος που πλήρωσε η Βέρμαχτ όταν κατέλαβε την Χερσόνησο και τον εξίσου βαρύ φόρο που πλήρωσε ο σοβιετικός στρατός για την ανακατάληψή της.
Οι συμβολισμοί, όμως, και οι συνειρμοί σε σχέση με την Κριμαία, πάνε πολύ πιο πίσω στην...εποχή του Κριμαϊκού Πολέμου το 1853-1856, όταν η Βρετανία, η Γαλλία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία συμμάχησαν εναντίον της Ρωσίας. Για να μην υπάρξουν φιλορωσικές κινήσεις από την Ελλάδα, η Αθήνα και ο Πειραιάς κατελήφθησαν στην περίοδο 1854-1856 από βρετανικές και γαλλικές δυνάμεις.
Στη ρωσική διπλωματική ιστορία η διατύπωση «Συνασπισμός της Κριμαίας» χρησιμοποιείται για τις περιόδους της Ιστορίας όπου η χώρα βρέθηκε απομονωμένη: Στα μέσα του 19ου αιώνα η Ρωσία που την περίοδο 1812-15 συνέβαλε αποφασιστικά στην ήττα της Γαλλίας του Βοναπάρτη, αλλά και στη χάραξη του Νέου Χάρτη της Ευρώπης, στο Συνέδριο της Βιέννης, εκτός από τη βαρύνουσα θέση της στις ευρωπαϊκές ισορροπίες, είχε σαφή και ορατή δυναμική καθόδου προς τη Μεσόγειο.
Ο Κριμαϊκός Πόλεμος θεωρείται ως μια από τις πιο αιματηρές πολεμικές συγκρούσεις στην Ευρώπη τον 19ο αιώνα. Οι ρωσικές δυνάμεις αντιστάθηκαν σκληρά και οι εισβολείς πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος, με πιο γνωστή περίπτωση τον αποδεκατισμό της Βρετανικής Ελαφράς Ταξιαρχίας στη μάχη του Μπαλακλάβα. Τερματίσθηκε με τη Συνθήκη του Παρισιού, το 1856, που απαγόρευσε στη Ρωσία να διατηρεί Πολεμικό Στόλο στη Μαύρη Θάλασσα.
Αν η διπλωματική-πολιτική απομόνωση της Ρωσίας οδήγησε στον Κριμαϊκό Πόλεμο και στην ανάσχεση της επέκτασής της, οι παρενέργειες στην ευρωπαϊκή ισορροπία δυνάμεων υπήρξαν καταλυτικές λόγω της παρατεταμένης απουσίας και περιθωριοποίησής της που τερματίσθηκε μόνον με τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1876-77, όταν ο ρωσικός στρατός έφθασε στα προάστια της Κωνσταντινούπολης.
Με τη Ρωσία ηττημένη και στο περιθώριο στην περίοδο 1856-1876 οι ισορροπίες που είχε θεσπίσει το Συνέδριο της Βιέννης το 1814-1815 με πρωταγωνιστή τον τότε υπουργό Εξωτερικών του Τσάρου, Ιωάννη Καποδίστρια, άρχισαν να καταρρέουν.
Η Αυστρία το 1859 ηττήθηκε από το Πεδεμόντιο και τη Γαλλία και έχασε τη Λομβαρδία και αργότερα το 1866 τη Βενετία ως συνέπεια της ήττας της από την Πρωσία.
Η ήττα της Αυστρίας άνοιξε τον δρόμο για την ενοποίηση της Γερμανίας υπό την Πρωσία και τον Μπίσμαρκ που ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 1871.
Ετσι η Βρετανία και η Γαλλία που είχαν δει ως απειλή την ισχύ της Ρωσίας στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς, δημιούργησαν με την περιθωριοποίησή της μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο τις προϋποθέσεις για την ανάδειξη της Γερμανίας σε ενιαίο κράτος αλλά και μεγάλη δύναμη με φιλοδοξίες κυριαρχίας στην Ευρώπη.
Οταν η Ρωσία επέστρεψε στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς μετά το 1877 ήταν πλέον περιζήτητος εταίρος: Πρώτα από τον Μπίσμαρκ που είχε διατυπώσει το δόγμα ότι χωρίς Ειδική Σχέση με την Ρωσία δεν νοείται γερμανική ηγεμονία στην υπόλοιπη Ευρώπη και όταν οι διάδοχοι του Σιδηρού Καγκελαρίου άφησαν να εκφυλισθεί η διμερής συνεργασία από τη Γαλλία, που υπέγραψε στρατιωτική συμμαχία με τη Ρωσία στα τέλη του 19ου αιώνα.
Οταν η Ρωσία προβάλλει ως επεκτατική ή και ανατρεπτική απειλή οδηγείται στην απομόνωση, η οποία με την σειρά της πλήττει και τα ζωτικά συμφέροντα αυτών που επιχειρούν να την αναχαιτίσουν δυναμικά. Η Ρωσία απομονωμένη και κατά μείζονα λόγο ηττημένη παράγει μεγαλύτερη αστάθεια από ό,τι όταν έχει τη θέση που της αρμόζει στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς.
Σοβαρές παρενέργειες
Η Βρετανία και η Γαλλία που είχαν δει ως απειλή την ισχύ της Ρωσίας στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς δημιούργησαν με την περιθωριοποίησή της μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο τις προϋποθέσεις για την ανάδειξη της Γερμανίας σε ενιαίο κράτος αλλά και μεγάλη δύναμη με φιλοδοξίες κυριαρχίας στην Ευρώπη.
Του κ.Γ.Καπόπουλου.