- Πόσο ρεαλιστικό είναι να ζητάμε «κούρεμα» από τους Ευρωπαίους φορολογούμενους πολίτες και πολιτικούς... όταν δεν έχουμε πείσει ούτε τους εαυτούς μας πως μπορούμε να γίνουμε κανονικό κράτος;
- Πού σκοντάφτουν οι προσπάθειες Σαμαρά για «επιτυχή διαπραγμάτευση» και Τσίπρα για «σκίσιμο του μνημονίου».
Ανεξάρτητα από το ποιος θα είναι πρωθυπουργός της Ελλάδας τους επόμενους μήνες και από το ποιο πολιτικό κόμμα θα έχει τον πρώτο λόγο ένα είναι βέβαιο: η... χώρα θα συζητήσει το ζήτημα του δημόσιου χρέους με τους Ευρωπαίους εταίρους της.
Ένα δεύτερο βέβαιο είναι πως η ελληνική πλευρά θα θέσει το ζήτημα της μείωσης των τοκοχρεολυτικών δόσεων που θα κληθεί να πληρώσει τουλάχιστον τα επόμενα χρόνια. Η λογική είναι απλή: η χώρα χρειάζεται έντονους ρυθμούς ανάπτυξης για να σταθεί στα πόδια της και αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,6% ή 2% δεν φτάνει... ούτε για ζήτω.
Με τα λεφτά που ελπίζουμε πως θα γλιτώσουμε (από 2 έως 4 δισ. ευρώ τον χρόνο), στόχος μας είναι να μειώσουμε τους φόρους, να ανεβάσουμε τις κοινωνικές δαπάνες και να προχωρήσουμε σε μεγαλύτερες δημόσιες επενδύσεις.
Αυτά, κατά βάση, προτίθενται να πράξουν τόσο η Νέα Δημοκρατία, όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα αν ο ένας το ονομάζει «επιτυχή διαπραγμάτευση» και ο άλλος «σκίσιμο του μνημονίου» μικρή διαφορά έχει.
Επίσης, αν ο ΣΥΡΙΖΑ αποδειχτεί καλύτερος διαπραγματευτής και το «κάτω τα μολύβια» του Αλέξη Τσίπρα τρομοκρατήσει τη μαντάμ Μέρκελ τόσο το καλύτερο για τη χώρα μας. Αν όχι, τότε προφανώς ο κ. Τσίπρας θα κληθεί να εξηγήσει στον ελληνικό λαό το πώς και το γιατί.
Όλα αυτά, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, έχουν λεχθεί στον ελληνικό λαό. Αυτό όμως για το οποίο ελάχιστη κουβέντα γίνεται είναι το αν στην προσπάθειά μας για επιτυχή αναδιαπραγμάτευση του χρέους τα πολιτικά κόμματα έχουν κάποια επιπλέον επιχειρήματα από τα τετριμμένα, όπως π.χ. το «στηρίξτε μας γιατί από αύριο θα μιλάτε με τον Τσίπρα» που λέει η Νέα Δημοκρατία, ή το «στηρίξτε μας γιατί εμείς δεν μασάμε και τελικά μπορεί να την πληρώσετε πολύ ακριβά την υπόθεση», που λέει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Δηλαδή, σήμερα είμαστε σε θέση να πείσουμε τους Ευρωπαίους πως βάλαμε μυαλό και από αύριο θα λειτουργούμε όπως ένα κανονικό κράτος, ώστε αυτοί να ελπίζουν πως τελικά θα εισπράξουν τα -κουρεμένα έστω- λεφτά τους; Τους έχουμε πείσει ότι μετανιώσαμε και πως στο εξής δεν θα θυμηθούμε την... παλιά μας τέχνη κόσκινο;
Έχουμε πείσει για παράδειγμα τους Ευρωπαίους πως μετά το γενναίο κούρεμα που θα μας κάνουν, η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ θα θελήσουν πραγματικά να συλλάβουν τη φοροδιαφυγή;
Έχουν πείσει η Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ πως θέλουν να βάλουν τάξη στον δημόσιο τομέα, τον οποίο θα απαλλάξουν από τα «δικά τους παιδιά», είτε αυτά είναι βολεμένοι αξιωματούχοι-αλεξιπτωτιστές, είτε επαγγελματίες-συνδικαλιστές;
Έχει πείσει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ πως θα κάνει ό,τι μπορεί για να προσελκύσει ξένες επενδύσεις και αντίθετα δεν θα προσπαθεί να ματαιώνει τις όποιες υπάρχουσες;
Έχουν πείσει οι ηγεσίες των τριών κομμάτων ότι τα επιτελεία τους ξενυχτούν καθημερινά, προκειμένου να σχεδιάσουν νέα μοντέλα ανάπτυξης στον αγροτικό τομέα, να αναβαθμίσουν τα πανεπιστήμια, να διευρύνουν την τουριστική περίοδο, να ενισχύσουν την περιφέρεια και όχι για να κερδίσουν τις εντυπώσεις στα κανάλια;
Κατά την ταπεινή εκτίμηση του γράφοντος, η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα είναι αρνητική. Και δυστυχώς, αρνητική είναι η απάντηση και των περισσότερων Ελλήνων, όπως προκύπτει τουλάχιστον από τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων (ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά εμπιστοσύνης).
Εκτιμώ πως αφού τα μεγάλα κόμματα δεν έχουν πείσει για όλα αυτά την ελληνική κοινωνία, πολύ δύσκολα θα πείσουν τους Ευρωπαίους ηγέτες.
Και αυτό η ελληνική πλευρά θα το βρει μπροστά της ως εμπόδιο στις νέες διαπραγματεύσεις, όποτε αυτές και αν ξεκινήσουν...
Του κ.Στ.Κοτζαμάνη