Στη διάθεση του πρωθυπουργού βρίσκεται η παραίτηση της Ράνιας Αντωνοπούλου μετά το σάλο με τα χρήματα που εισέπραξε για να πληρωθεί το ενοίκιο του σπιτιού της στο Κολωνάκι.
Η ίδια, πάντως, στη σχετική ανακοίνωσή της δεν φαίνεται ότι προτίθεται να αποχωρήσει από την καρέκλα της, ενώ ενδεικτικό είναι ότι ζητά να κριθεί «από όλους για τα αποτελέσματα της δουλειάς μου και όχι από ένα θέμα το οποίο για προφανείς λόγους η αξιωματική αντιπολίτευση επιλέγει αυτή τη χρονική στιγμή να αναγάγει σε υπ’αριθμόν Ένα ηθικό ζήτημα της χώρας».
Την ίδια ώρα ξεκαθαρίζει ότι θα επιστρέψει τα χρήματα στο κράτος και μάλιστα «καρφώνει» τους συναδέλφους της, λέγοντας ότι δεν γνώριζε τη συγκεκριμένη πρόνοια του νόμου, αλλά το πληροφορήθηκε από στελέχη της κυβέρνησης.
«Διευκρινίζω ότι ως βουλευτής Επικρατείας, κατά τη διάρκεια της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, δεν αιτήθηκα να λάβω την εν λόγω επιδότηση, παρότι την δικαιούμουν. Πολλούς μήνες μετά τη θεσμοθέτησή της πληροφορήθηκα ότι ως εξωκοινοβουλευτικό μέλος της κυβέρνησης δικαιούμαι επιδότηση, και μάλιστα από συναδέλφους μου. Έτσι κατέθεσα αίτηση και έκτοτε έλαβα συνολικά 23.000 ευρώ για δύο χρόνια», αναφέρει χαρακτηριστικά στέλνοντας μήνυμα προς το εσωτερικό του κόμματος.
Αναλυτικά η δήλωση της Ρ. Αντωνοπούλου:
«Για την ορθή ενημέρωση σχετικά με το θέμα της επιδότησης ενοικίου που απασχολεί το δημόσιο διάλογο τις τελευταίες τρεις ημέρες, η κ. Αντωνοπούλου διευκρινίζει τα εξής:
Σύμφωνα με το Ν.4336/2015 που δίνει το δικαίωμα σε εξωκοινοβουλευτικά μέλη της κυβέρνησης να λαμβάνουν επιδότηση διαμονής, εφόσον δε διαθέτουν ιδιόκτητη κατοικία στην Αθήνα, αιτήθηκα και έλαβα ένα σημαντικό ποσό ως επιδότηση ενοικίου. Αυτήν την πρόνοια του νομοθέτη απολαμβάνουν από το 1994 όλοι οι βουλευτές που δεν έχουν έδρα την Αθήνα, χωρίς άλλες εισοδηματικές προϋποθέσεις.
Διευκρινίζω ότι ως βουλευτής Επικρατείας, κατά τη διάρκεια της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, δεν αιτήθηκα να λάβω την εν λόγω επιδότηση, παρότι την δικαιούμουν.
Πολλούς μήνες μετά της θεσμοθέτησή της πληροφορήθηκα ότι ως εξωκοινοβουλευτικό μέλος της κυβέρνησης δικαιούμαι επιδότηση, και μάλιστα από συναδέλφους μου. Έτσι κατέθεσα αίτηση και έκτοτε έλαβα συνολικά 23.000 ευρώ για δύο χρόνια.
Από τον Αύγουστο 2017, οπότε έληξε η περίοδος για την οποία είχα αιτηθεί την επιδότηση, σταμάτησα να την λαμβάνω, καθώς δεν κατέθεσα νέα αίτηση.
Δεδομένου ότι η αντίστοιχη διάταξη για τους εκτός έδρας Βουλευτές βρισκόταν σε ισχύ ήδη από το 1994 και ακολουθείται ακόμα χωρίς ποτέ να αμφισβητηθεί, και δεδομένου ότι όλες οι ενέργειές μου ήταν σύμφωνες με τον νόμο, δεν διανοήθηκα ότι υπήρχε κάτι αμφιλεγόμενο ή μεμπτό στην επιλογή μου, καθώς η επιδότηση αποτελεί τμήμα της αμοιβής μου.
Δεν ήταν ποτέ στις προθέσεις μου να προκαλέσω το κοινό περί δικαίου αίσθημα, ούτε να προσβάλω τον ελληνικό λαό.
Έχω πλήρη επίγνωση ότι η αμοιβή μου για τις υπηρεσίες που παρέχω προέρχεται από τους κόπους του.
Ιδιαίτερα σε αυτήν την περίοδο της κρίσης, που χιλιάδες κόσμος αγωνιά για την κατοικία του, το εισόδημά του, τα δάνειά του, αντιλαμβάνομαι ότι κάθε παροχή, ακόμα και νόμιμη, εξοργίζει.
Αντιλαμβάνομαι επίσης ότι η οικονομική μου κατάσταση, όπως αποτυπώνεται στις δηλώσεις του πόθεν έσχες, ενίσχυσε την αγανάκτηση του κόσμου.
Πριν τρία χρόνια, όταν ο Αλέξης Τσίπρας με πρότεινε ως βουλευτή Επικρατείας και στη συνέχεια υπουργό, αποδέχθηκα την τιμή χωρίς δεύτερη σκέψη για το τι θα άφηνα πίσω. Όπως τότε, έτσι και τώρα φυσικά παραμένω στη διάθεση του Πρωθυπουργού
Επειδή δεν ήρθα στην Ελλάδα για να γίνω πλουσιότερη και επειδή μοναδικό μου μέλημα ήταν πάντα να υπηρετήσω την προσπάθεια να ξεπεράσει η χώρα μου την οικονομική κρίση, δηλώνω ότι κίνησα ήδη τις διαδικασίες επιστροφής των χρημάτων.
Ζητώ από τους συμπολίτες μου να με κρίνουν για το έργο μου, όπως αποτυπώνεται στην απομείωση της ανεργίας όχι μόνο σήμερα αλλά κυρίως τα δύο πρώτα ιδιαίτερα δύσκολα χρόνια της διακυβέρνησης μας.
Με άλλα λόγια, ζητώ να κριθώ από όλους για τα αποτελέσματα της δουλειάς μου και όχι από ένα θέμα το οποίο για προφανείς λόγους η αξιωματική αντιπολίτευση επιλέγει αυτή τη χρονική στιγμή να αναγάγει σε υπ’αριθμόν Ένα ηθικό ζήτημα της χώρας».