Με το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου των εκλογών αυξάνεται σημαντικά η πιθανότητα για μια ακόμα κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, κάτι που θα σημαίνει συνέχεια στις δημοσιονομικές και οικονομικές πολιτικές το οποίο μεταφράζεται σε ένα πιστωτικά θετικό γεγονός, επαναλαμβάνει σε σημερινό της σχόλιο η Moody's, τονίζοντας τη σημαντική βελτίωση που έχει σημειώσει η Ελλάδα στο μέτωπο της μείωσης του χρέους της.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει ο οίκος, η συνεχής εστίαση στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και στην υγεία του τραπεζικού τομέα, σε συνδυασμό με την εφαρμογή οροσήμων και μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του Εθνικού Ταμείου Ανάκαμψης θα στηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη. Σε συνδυασμό με τη δέσμευση για δημοσιονομική εξυγίανση και την αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων, η διατήρηση των σημερινών δημοσιονομικών και οικονομικών πολιτικών βελτιώνει τις προοπτικές για σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας, τονίζει η Moody’s.
Όπως επισημαίνει, η ελληνική οικονομία ανέκαμψε πολύ ισχυρά μετά την πανδημία, με αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ στο 5,9% το 2022 και 8,4% το 2021, μετά από συρρίκνωση 9% το 2020. Με στήριξη από τις προοπτικές σταθερά υψηλότερης αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια, ο οίκος προβλέπει ότι η Ελλάδα θα σημειώσει μία από τις μεγαλύτερες μειώσεις χρέους παγκοσμίως, με τον δείκτη χρέους της γενικής κυβέρνησης να υποχωρεί κάτω από 150% του ΑΕΠ έως το 2025, από 171,3% στο τέλος του 2022.
Αν και ο δείκτης χρέους της χώρας θα παραμείνει πολύ υψηλός για τις επόμενες δεκαετίες, το χρέος της έχει γίνει σημαντικά πιο βιώσιμο, τονίζει ο οίκος, χάρη στους πολύ ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής των δανείων της ευρωζώνης και την εκτεταμένη ελάφρυνση του χρέους από το 2017. Σχεδόν το 80% του χρέους, παρατηρεί, η Moody’s, και εξαιρουμένων των βραχυπρόθεσμων εντόκων γραμματίων και συναλλαγών repos, οφείλεται σε ιδρύματα της ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ και άλλων κεντρικών τραπεζών.
Ως αποτέλεσμα, καταλήγει η Moody's, οι πληρωμές τόκων της Ελλάδας ως ποσοστό των κρατικών εσόδων – ο προτιμώμενος δείκτης του οίκου για τη μέτρηση της προσιτότητας του βάρους του χρέους – είναι χαμηλές και θα παραμείνουν έτσι για μεγάλο χρονικό διάστημα, ακόμη και αν ληφθούν υπόψη ο δημοσιονομικός αντίκτυπος της πανδημίας και η επιστροφή σε τακτικές εξόδους της Ελλάδας στις αγορές. Σε μία αναλογία περίπου 5,5%-6,1%, η βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας θα παραμείνει ισχυρότερη από αυτήν της Ιταλίας και σημαντικά χαμηλότερη από άλλες χώρες με αξιολόγηση Ba3, όπως τονίζει.
πηγή capital