Ανησυχία υπάρχει τις τελευταίες εβδομάδες στο υπουργείο Οικονομικών, καθώς καλείται μέσα στον Ιανουάριο να αναζητήσει από τις διεθνείς αγορές 10 δισ. ευρώ λόγω των ομολόγων που λήγουν τον Ιανουάριο, τα οποία πρέπει να αποπληρώσει.
Συνολικά μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2009 θα λήξουν ομόλογα ύψους 32 δισ. ευρώ, ποσόν το οποίο θα κληθεί το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης να αναζητήσει, προκειμένου να το επιστρέψει στους δανειστές της.
Τα νέα δανεικά, ακόμη και αν βρεθούν, θα κοστίσουν ακριβά στο Ελληνικό Δημόσιο, καθώς το spread μεταξύ ελληνικών και γερμανικών ομολόγων δεκαετούς διάρκειας παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα, κλείνοντας χθες στις 229 μονάδες βάσης, δηλαδή οριακά χαμηλότερα από το υψηλό των 230 μονάδων βάσης που κατεγράφη μετά το ξέσπασμα της κρίσης.
Βέβαιον θεωρείται ότι τα κεφάλαια... που θα δανειστεί η Ελλάδα το νέο έτος θα τα πληρώσει ακριβότερα σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές ο έλληνας φορολογούμενος. Το ερώτημα ωστόσο είναι ποιος θα δεχθεί να μας δανείσει, με δεδομένο το κλίμα αναξιοπιστίας που υπάρχει στους ξένους επενδυτές για τα δημόσια οικονομικά στη χώρα μας. Σύμφωνα με πληροφορίες, δεν αποκλείεται το υπουργείο Οικονομικών να στραφεί σε αγορές εκτός της ζώνης του ευρώ, εφόσον δεν καταφέρει να συγκεντρώσει τα απαιτούμενα κεφάλαια από κράτη-μέλη της Ενωσης.
Οι εκτιμήσεις του οικονομικού επιτελείου κάνουν λόγο για ανάγκη άντλησης ρευστότητας ύψους τουλάχιστον 45 δισ. ευρώ μέσα στο 2009, ενώ υπολογίζεται ότι για την εξυπηρέτηση του συνόλου του χρέους τη νέα χρονιά το δημόσιο ταμείο θα κληθεί να καταβάλει το ποσόν των 12 δισ. ευρώ σε τόκους. Το 2008 αναμένεται να κλείσει με δανεισμό 42 δισ. ευρώ έναντι 37 δισ. ευρώ που προέβλεπε ο κρατικός προϋπολογισμός.
Η Εurobank ΕFG χαρακτηρίζει επώδυνη για την Ελλάδα την απώλεια αυτονομίας στην άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής λόγω του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ενώ εκτιμά ότι είναι πλέον περισσότερο πιθανό λόγω του υψηλού δημοσίου χρέους να ανακοπεί η αναπτυξιακή δυναμική της χώρας. Σε άρθρο που δημοσιεύεται στην περιοδική έκδοση «Οικονομία και Αγορές» με τίτλο «Η ελληνική νομισματική πολιτική και τα διδάγματα για τις χώρες της Νέας Ευρώπης» επισημαίνεται ότι στην παρούσα φάση η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική είναι πρακτικά το μόνο διαθέσιμο όπλο για την αναχαίτιση των υφεσιακών πιέσεων. Η τράπεζα τονίζει ωστόσο ότι το μέγεθος του δημόσιου χρέους καθιστά αυτή την επιλογή επισφαλή ούτως ή άλλως, ακόμη και αν το επέτρεπε η Συνθήκη. «Η αύξηση του επιτοκιακού περιθωρίου δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου έναντι του αντίστοιχου γερμανικού δίνει, εκ του αντιστρόφου, ένα μέτρο των οφελών τα οποία απολάμβανε πριν από την κρίση η χώρα λόγω της συμμετοχής της στο κοινό νόμισμα. Αποδεικνύει όμως και ότι αυτή η συμμετοχή δεν είναι ικανή να προφυλάξει πλήρως από τις συνέπειες των μακροοικονομικών διαταραχών όταν οι πολιτικές παρουσιάζουν σοβαρές και διαχρονικές ασυνέπειες» σημειώνεται σχετικά.
Σύμφωνα με το δελτίο της Εurobank, από το 2002 η Ελλάδα καταγράφει έναν ρυθμό πληθωρισμού ο οποίος υπερβαίνει συστηματικά τον μέσον όρο αυτού των υπόλοιπων κρατών-μελών. Οπως υποστηρίζει, οι αιτίες είναι πολλαπλές: στρεβλώσεις στις αγορές προϊόντων και παραγωγικών συντελεστών, άρση των πιστωτικών περιορισμών σε συνδυασμό με πτώση επιτοκίων, διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας και βραδύτητα της πολιτικής διαδικασίας εφαρμογής των διαρθρωτικών αλλαγών.
«Το πρόβλημα όμως είναι ότι εντός μιας νομισματικής ένωσης οι υποτιμήσεις έναντι των υπόλοιπων εταίρων δεν είναι εφικτές. Επομένως οι διαφορές πληθωρισμού σωρεύονται και μεταφράζονται σε πραγματική ανατίμηση του νομίσματος, πλήττοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Ηδη το εξωτερικό έλλειμμα της Ελλάδας έχει εκτοξευθεί στο 14% του ΑΕΠ και το εξωτερικό χρέος της χώρας έχει ξεπεράσει το 100% του ΑΕΠ» τονίζει η τράπεζα χαρακτηριστικά, εκτιμώντας ότι δεδομένου ότι η τρέχουσα κρίση ασκεί πιέσεις στην οικονομική δραστηριότητα, πολλαπλασιάζονται οι κίνδυνοι η ταχεία ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, η οποία τα πρόσφατα χρόνια είχε βασιστεί σε μεγάλο βαθμό στην εγχώρια ζήτηση, να αποδειχτεί μη διατηρήσιμη.
Εξάλλου, η κρίση αποδεικνύει ότι σε συνθήκες κατάρρευσης των χρηματαγορών και γενικευμένης δυσλειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος η νομισματική πολιτική αδυνατεί να επηρεάσει την πραγματική οικονομία λόγω της παράλυσης του μηχανισμού μετάδοσής της. «Απαιτούνται πλέον ρηξικέλευθες πολιτικές που θα ενισχύσουν τη ρευστότητα στην οικονομία μέσα από αντισυμβατικά κανάλια. Τέτοια μπορεί να είναι η εγγυοδοσία, ο άμεσος δανεισμός των επιχειρήσεων ή η άμεση ενίσχυση του κεφαλαίου των τραπεζών με αντισταθμιστικά οφέλη για το Δημόσιο. Οπως και σε ομαλότερες περιόδους, όμως, είναι κρίσιμο το πλαίσιο λειτουργίας και οι πρακτικές καθημερινής διαχείρισης να διέπονται από τις αρχές της διαφάνειας, της απλότητας και της αποτελεσματικότητας» υποστηρίζεται στο ίδιο άρθρο.
Post Top Ad
Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2008
Home
Unlabelled
Ελληνικό Δημόσιο:Αναζητούνται 32 δις ευρώ τους επόμενους 6 μήνες..