.
Oι αποκλεισμοί των εθνικών οδών από τους αγρότες έφεραν την κυβέρνηση και τον αρμόδιο υπουργό της αντιμέτωπους με τις συνέπειες των μικροκομματικών επιλογών τους κατά το παρελθόν. Ενθερμοι υποστηρικτές της τακτικής των μπλόκων στους αυτοκινητοδρόμους όταν βρίσκονταν στην αντιπολίτευση, καθίστανται ανακόλουθοι όταν καταγγέλλουν την αντικοινωνικότητά της. Το ίδιο ως προς την ουσία των αγροτικών αιτημάτων. Εχοντας αποδεχθεί ως δήθεν νόμιμη, εφικτή και κοινωνικά δίκαιη την αξίωση «όλα τα λεφτά, όλα τα κιλά», η ΝΔ δυσκολεύεται να υπενθυμίσει ότι το ελληνικό κράτος δεν δεσμεύεται μόνον από τη δημοσιονομική καχεξία του, αλλά και από τους περιορισμούς της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ακόμη περισσότερο δυσκολεύεται να εξηγήσει ότι οι κοινοτικοί κανόνες δεν αποτελούν προϊόν αυθαιρεσίας, αλλά- με όλες τις πιθανές αδικίες εις βάρος των μεσογειακών καλλιεργειών- προϊόν της ανάγκης να προσαρμοστεί η αγροτική παραγωγή στη ζήτηση (και στην τιμή, εννοείται) της αγοράς για τα προϊόντά της. Το αγροτικό ζήτημα είναι υπαρκτό και μεγάλο. Είναι, επίσης, από εκείνα στα οποία οι διαθέσιμες λύσεις έχουν όλες σημαντικό κόστος, οικονομικό και κοινωνικό. Στις σημερινές περιστάσεις η πίεση προς τους αγρότες οξύνεται από την οικονομική κρίση, η οποία έχει προκαλέσει κατάρρευση των τιμών (των οποίων, πάντως, ήταν αναλόγως προβληματική η προηγούμενη εκτίναξη). Το μείζον ζήτημα είναι όμως παλαιό και ανεξάρτητο από την τρέχουσα ύφεση, εξ ου και οι αποκλεισμοί των εθνικών οδών υπήρξαν επαναλαμβανόμενο φαινόμενο και σε περιόδους ανάπτυξης.
Πυρήνας του προβλήματος, όπως από...δεκαετίες γνωρίζουμε, είναι ότι οι τιμές των αγορών για τα αγροτικά προϊόντα δεν αρκούσαν να στηρίξουν την παραγωγή και το υψηλό ποσοστό του πληθυσμού που αποζεί από αυτήν. Η Ευρώπη χρειαζόταν (και χρειάζεται) λιγότερους αγρότες και μικρότερη παραγωγή σε πολλά βασικά είδη. Στις αγγλοσαξονικές χώρες (κυρίως στις ΗΠΑ) η «προσαρμογή» αφέθηκε στην αγορά, με αποτέλεσμα πολύς κόσμος να εξωθηθεί σε εξαθλίωση ή σε βίαιη εσωτερική μετανάστευση προς αναζήτηση εργασίας στη βιομηχανία. Η ΕΕ, από εποχής ΕΟΚ, προτίμησε- και πολύ σωστά- να υιοθετήσει ένα πολυδάπανο πρόγραμμα στήριξης των τιμών με στόχο τη σταδιακή μείωση του αγροτικού πληθυσμού και τη στροφή σε εναλλακτικές καλλιέργειες. Οι εγγυημένες ελάχιστες τιμές συνοδεύθηκαν από ποσοτικούς περιορισμούς επειδή στόχος τους δεν ήταν η εσαεί επιδότηση ενόςκαι μάλιστα τόσο μεγάλου- μέρους του πληθυσμού, αλλά η κοινωνική προσαρμογή στα νέα οικονομικά δεδομένα. Στην Ελλάδα η μικροκομματική προσέγγιση και ο διαγκωνισμός για την προσέλκυση των αγροτικών ψήφων παρεμπόδισαν όχι μόνο την προσαρμογή, αλλά και την ίδια την κατανόηση του προβλήματος. Παρεμπόδισαν ακόμη και τη διαμόρφωση καθαρής εικόνας για τις διαστάσεις του, καθώς δεν είναι ακόμη σαφές πόσοι αγρότες έχουν παράπλευρες ασχολίες, ικανές να τους συντηρήσουν, ούτε καν σε ποιον βαθμό γίνονται λαθροχειρίες στον υπολογισμό της επιδοτούμενης παραγωγής και των φερομένων ζημιών της. Ο λόγος και τα έργα της ΝΔ στα αγροτικά μπλόκα της περιόδου Σημίτη δεν άφηναν στη σημερινή κυβέρνηση περιθώρια να χειριστεί το ζήτημα με ρεαλισμό, ούτε να υπογραμμίσει πως η εις το διηνεκές επιδότηση των αγροτών δεν είναι ούτε νόμιμη ούτε οικονομικά εφικτή - ούτε καν κοινωνικά δίκαιη. Με βασική προτεραιότητα την επανεκλογή και με τις πρόωρες εκλογές του 2007 να έχουν περιστείλει τον «μη εκλογικό» χρόνο της πρώτης κυβερνητικής θητείας, δεν υπήρχε πρόθεση ουσιαστικής ενασχόλησης με ένα θέμα τόσο εκρηκτικό. Το ίδιο και σήμερα. Εχουν χαθεί άλλα πέντε χρόνια, οι αγρότες ζητούν πάλι τα αδύνατα και η ΝΔ παλεύει για τις ψήφους τους με προσχήματα. Στο μεταξύ η χώρα πληρώνει ακριβά την καθυστέρηση. Γιατί η εθελοτυφλία μας δεν μεταβάλλει την πραγματικότητα: τα κιλά δεν ζητούνται και τα λεφτά δεν υπάρχουν.
Πυρήνας του προβλήματος, όπως από...δεκαετίες γνωρίζουμε, είναι ότι οι τιμές των αγορών για τα αγροτικά προϊόντα δεν αρκούσαν να στηρίξουν την παραγωγή και το υψηλό ποσοστό του πληθυσμού που αποζεί από αυτήν. Η Ευρώπη χρειαζόταν (και χρειάζεται) λιγότερους αγρότες και μικρότερη παραγωγή σε πολλά βασικά είδη. Στις αγγλοσαξονικές χώρες (κυρίως στις ΗΠΑ) η «προσαρμογή» αφέθηκε στην αγορά, με αποτέλεσμα πολύς κόσμος να εξωθηθεί σε εξαθλίωση ή σε βίαιη εσωτερική μετανάστευση προς αναζήτηση εργασίας στη βιομηχανία. Η ΕΕ, από εποχής ΕΟΚ, προτίμησε- και πολύ σωστά- να υιοθετήσει ένα πολυδάπανο πρόγραμμα στήριξης των τιμών με στόχο τη σταδιακή μείωση του αγροτικού πληθυσμού και τη στροφή σε εναλλακτικές καλλιέργειες. Οι εγγυημένες ελάχιστες τιμές συνοδεύθηκαν από ποσοτικούς περιορισμούς επειδή στόχος τους δεν ήταν η εσαεί επιδότηση ενόςκαι μάλιστα τόσο μεγάλου- μέρους του πληθυσμού, αλλά η κοινωνική προσαρμογή στα νέα οικονομικά δεδομένα. Στην Ελλάδα η μικροκομματική προσέγγιση και ο διαγκωνισμός για την προσέλκυση των αγροτικών ψήφων παρεμπόδισαν όχι μόνο την προσαρμογή, αλλά και την ίδια την κατανόηση του προβλήματος. Παρεμπόδισαν ακόμη και τη διαμόρφωση καθαρής εικόνας για τις διαστάσεις του, καθώς δεν είναι ακόμη σαφές πόσοι αγρότες έχουν παράπλευρες ασχολίες, ικανές να τους συντηρήσουν, ούτε καν σε ποιον βαθμό γίνονται λαθροχειρίες στον υπολογισμό της επιδοτούμενης παραγωγής και των φερομένων ζημιών της. Ο λόγος και τα έργα της ΝΔ στα αγροτικά μπλόκα της περιόδου Σημίτη δεν άφηναν στη σημερινή κυβέρνηση περιθώρια να χειριστεί το ζήτημα με ρεαλισμό, ούτε να υπογραμμίσει πως η εις το διηνεκές επιδότηση των αγροτών δεν είναι ούτε νόμιμη ούτε οικονομικά εφικτή - ούτε καν κοινωνικά δίκαιη. Με βασική προτεραιότητα την επανεκλογή και με τις πρόωρες εκλογές του 2007 να έχουν περιστείλει τον «μη εκλογικό» χρόνο της πρώτης κυβερνητικής θητείας, δεν υπήρχε πρόθεση ουσιαστικής ενασχόλησης με ένα θέμα τόσο εκρηκτικό. Το ίδιο και σήμερα. Εχουν χαθεί άλλα πέντε χρόνια, οι αγρότες ζητούν πάλι τα αδύνατα και η ΝΔ παλεύει για τις ψήφους τους με προσχήματα. Στο μεταξύ η χώρα πληρώνει ακριβά την καθυστέρηση. Γιατί η εθελοτυφλία μας δεν μεταβάλλει την πραγματικότητα: τα κιλά δεν ζητούνται και τα λεφτά δεν υπάρχουν.