του Αγγ.Αθανασόπουλου
Η αναβάθμιση της Αγκυρας στους σχεδιασμούς τής Ουάσιγκτον μετά την εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα θέτει σοβαρά διλήμματα για την ελληνική διπλωματία και «φουσκώνει» την αυτοπεποίθηση της Τουρκίας.
Μπορεί η καλοκαιρινή ραστώνη να απλώνεται σταδιακά στη Βασιλίσσης Σοφίας, αλλά το φθινόπωρο δεν απέχει πολύ. Και από τον Σεπτέμβριο η ελληνική εξωτερική πολιτική ίσως εισέλθει σε επικίνδυνες ατραπούς, καθώς οι συνθήκες έχουν αλλάξει και η Αθήνα βρίσκεται μάλλον σε μειονεκτική θέση.
Τα τελευταία χρόνια η Αθήνα βρίσκεται οχυρωμένη πίσω από τη φράση «πλήρης προσαρμογή, πλήρης ένταξη» σε ό,τι αφορά τις ευρωτουρκικές σχέσεις. Το σύνθημα αυτό ήταν καλό όταν πρωτοεφαρμόστηκε, μετά την εγκατάλειψη της στρατηγικής του Ελσίνκι από την κυβέρνηση Καραμανλή, αλλά πλέον έχει ξεπεραστεί από τις εξελίξεις.
Και οι εξελίξεις είναι δύο.
Κατ΄ αρχάς, στην ΕΕ έχει επικρατήσει σοβαρή... κόπωση με τη διεύρυνση, κάτι που εκφράζεται κυρίως στη Γαλλία και δευτερευόντως σε Γερμανία, Ολλανδία και Αυστρία. Μόλις πριν από λίγες ημέρες άλλωστε ο πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί επισήμανε έπειτα από τη συνάντησή του με τον νέο προεδρεύοντα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τον σουηδό πρωθυπουργό Φρέντρικ Ράινφελντ, ότι το Παρίσι δεν είναι αντίθετο στο άνοιγμα περισσοτέρων διαπραγματευτικών κεφαλαίων, εφόσον όμως αυτά δεν οδηγούν σε πλήρη ένταξη της Τουρκίας.
Δεύτερον, για την Ελλάδα δε σημαντικότερο, η Αγκυρα δείχνει ολοένα περισσότερο ότι δεν «καίγεται» για την πλήρη ένταξη- τουλάχιστον όχι όπως την εννοεί η Ελλάδα. Μπορεί ο επικεφαλής των τούρκων διαπραγματευτών Εγκεμέν Μπαγίς να επιμένει ότι ο στόχος είναι η πλήρης ένταξη, αλλά η γενικότερη συμπεριφορά της Αγκυρας υποδηλώνει κάτι περισσότερο: ότι θα γίνει με τους δικούς της όρους. Ο τρόπος με τον οποίο ο κ. Μπαγίς απάντησε για το θέμα της λαθρομετανάστευσης ή για τα όσα είπε στη συνέντευξή της στην «Ημερησία» η κυρία Ντόρα Μπακογιάννη είναι ενδεικτικός. Και το συμπέρασμα; Η Τουρκία βλέπει τον εαυτό της ως ίση προς ίση με την ΕΕ, όχι απλώς ως ισότιμο μέλος της ΕΕ.
Η αλλαγή στρατηγικής από την Αθήνα είναι αναγκαία. Θα είναι όμως έργο δύσκολο, ιδιαίτερα για μια κυβέρνηση αποδυναμωμένη και με τον συσχετισμό δυνάμεων εις βάρος της. Λύσεις όπως η επιστροφή στο Ελσίνκι, για το οποίο έχει χυθεί πολύ μελάνι, δεν θα προσφέρουν διέξοδο. Το ίδιο ατελέσφορες έχουν αποδειχθεί και οι πρακτικές των κατ΄ ιδίαν συνομιλιών, χωρίς ατζέντα και επαρκή προετοιμασία, οι οποίες απλώς προσφέρουν έξωθεν καλή μαρτυρία στην Τουρκία και τίποτε απτό στην Ελλάδα.
Η Αθήνα πρέπει να αναγνωρίσει τις νέες πραγματικότητες. Να προσεγγίσει το Παρίσι και το Βερολίνο (που αντιτάσσονται στην τουρκική πλήρη ένταξη, αλλά ενισχύουν όλο και περισσότερο τους οικονομικούς δεσμούς με την Αγκυρα). Να πάψει να δίνει σημασία σε δευτερεύοντα ζητήματα (όπως η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης). Και να παύσει να ομνύει συνεχώς στο Διεθνές Δίκαιο. Δυστυχώς για αυτήν, το διαμορφώνουν οι ισχυροί. Και τούτη τη στιγμή η ίδια δεν είναι μεταξύ αυτών.
Δεύτερον, για την Ελλάδα δε σημαντικότερο, η Αγκυρα δείχνει ολοένα περισσότερο ότι δεν «καίγεται» για την πλήρη ένταξη- τουλάχιστον όχι όπως την εννοεί η Ελλάδα. Μπορεί ο επικεφαλής των τούρκων διαπραγματευτών Εγκεμέν Μπαγίς να επιμένει ότι ο στόχος είναι η πλήρης ένταξη, αλλά η γενικότερη συμπεριφορά της Αγκυρας υποδηλώνει κάτι περισσότερο: ότι θα γίνει με τους δικούς της όρους. Ο τρόπος με τον οποίο ο κ. Μπαγίς απάντησε για το θέμα της λαθρομετανάστευσης ή για τα όσα είπε στη συνέντευξή της στην «Ημερησία» η κυρία Ντόρα Μπακογιάννη είναι ενδεικτικός. Και το συμπέρασμα; Η Τουρκία βλέπει τον εαυτό της ως ίση προς ίση με την ΕΕ, όχι απλώς ως ισότιμο μέλος της ΕΕ.
Η αλλαγή στρατηγικής από την Αθήνα είναι αναγκαία. Θα είναι όμως έργο δύσκολο, ιδιαίτερα για μια κυβέρνηση αποδυναμωμένη και με τον συσχετισμό δυνάμεων εις βάρος της. Λύσεις όπως η επιστροφή στο Ελσίνκι, για το οποίο έχει χυθεί πολύ μελάνι, δεν θα προσφέρουν διέξοδο. Το ίδιο ατελέσφορες έχουν αποδειχθεί και οι πρακτικές των κατ΄ ιδίαν συνομιλιών, χωρίς ατζέντα και επαρκή προετοιμασία, οι οποίες απλώς προσφέρουν έξωθεν καλή μαρτυρία στην Τουρκία και τίποτε απτό στην Ελλάδα.
Η Αθήνα πρέπει να αναγνωρίσει τις νέες πραγματικότητες. Να προσεγγίσει το Παρίσι και το Βερολίνο (που αντιτάσσονται στην τουρκική πλήρη ένταξη, αλλά ενισχύουν όλο και περισσότερο τους οικονομικούς δεσμούς με την Αγκυρα). Να πάψει να δίνει σημασία σε δευτερεύοντα ζητήματα (όπως η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης). Και να παύσει να ομνύει συνεχώς στο Διεθνές Δίκαιο. Δυστυχώς για αυτήν, το διαμορφώνουν οι ισχυροί. Και τούτη τη στιγμή η ίδια δεν είναι μεταξύ αυτών.