- Οι αναλυτές των χωρών αυτών πάντως (και κυρίως της Βρετανίας..) εξακολουθούν να ασχολούνται κυρίως με τα προβλήματα της Ελληνικής οικονομίας!
Σήμα κινδύνου για την αξιολόγηση του χρέους χωρών με υψηλή πιστοληπτική ικανότητα (ΑΑΑ) και συγκεκριμένα της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ισπανίας εξέπεμψε χθες ο οίκος αξιολόγησης Fitch Ratings.
Ο διεθνής οίκος αξιολόγησης επικαλείται τη μεγάλη αύξηση του δημόσιου χρέους και των...συνεχιζόμενων πιέσεων που δέχονται οι οικονομίες των συγκεκριμένων χωρών, υπογραμμίζοντας ότι οι τεράστιες παρεμβάσεις στην οικονομία και η συνεχής στήριξη του χρηματοπιστωτικού κλάδου έχουν εξασθενίσει στη διάρκεια του 2009 την υψηλή τους δανειοληπτική ικανότητα.
Για τις κυβερνήσεις που είχαν περιορισμένη οικονομική ευελιξία, οι επιπτώσεις στη βαθμολογία ή την προοπτική του χρέους τους ήταν άμεση, τονίζεται από τη Fitch. Σε αυτήν την κατηγορία εντάσσονται χώρες όπως η Ιρλανδία, η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Νέα Ζηλανδία. Ωστόσο, «η Βρετανία, η Ισπανία και η Γαλλία πρέπει να διαμορφώσουν πιο αξιόπιστα δημοσιονομικά προγράμματα μέσα στο επόμενο έτος λόγω της επιδείνωσης των δημοσιονομικών και των προκλήσεων του προϋπολογισμού τους σ’ ό,τι αφορά τη σταθεροποίηση του δημόσιου χρέους τους. Εάν αποτύχουν, τότε θα αυξηθούν σε μεγάλο βαθμό οι πιέσεις πάνω στην πιστοληπτική ικανότητά τους».
Η Γκίλιαν Τετ, αρθρογράφος της βρετανικής εφημερίδας Financial Times, εκθέτει σε χθεσινό δημοσίευμα τους φόβους των τραπεζιτών για την αξιολόγηση του δημόσιου χρέους, κάτι που θα ήταν αδιανόητο στο παρελθόν. Η Βρετανία βρίσκεται, επισήμως, παγιδευμένη στη μεγαλύτερη και βαθύτερη οικονομική κρίση της μεταπολεμικής ιστορίας της, με το ΑΕΠ να υποχωρεί το τρίτο τρίμηνο κατά 0,2% από το δεύτερο και κατά 5,1% από πέρυσι. Είναι η μοναδική χώρα από το G20 που συνεχίζει να βρίσκεται σε βαθιά ύφεση, όπως επισημαίνεται από την εφημερίδα The Guardian. Και μπορεί οι φόβοι χρεοκοπίας να μην επικεντρώνονται σε χώρες με υψηλή πιστοληπτική βαθμολογία, οι περιπτώσεις «της Ελλάδας και του Ντουμπάι αποτέλεσαν σκληρή υπενθύμιση» των πιέσεων που δέχονται και άλλες χώρες, γράφει η κ. Τετ.
Μια ακόμη πηγή ανησυχίας είναι ότι δεν υπάρχουν ρυθμιστικές δικλίδες ασφαλείας διότι τα τραπεζικά -ομολογιακά- δάνεια σε δυτικές οικονομίες θεωρούνται οι ασφαλέστερες τοποθετήσεις, χωρίς κανένα βαθμό κινδύνου. Η συνεχιζόμενη, όμως, οικονομική κρίση σε χώρες του δυτικού κόσμου παροτρύνει ορισμένους τραπεζίτες να επιβάλουν προβλέψεις για επισφάλειες ακόμη και για κράτη, όπως συμβαίνει με τα εταιρικά ομόλογα. Μέχρι σήμερα, δεν γνωρίζει κανείς πόσο αποτελεσματική, σε πρακτικό επίπεδο, μπορεί να είναι η αγορά της ασφάλισης ομολόγων από τον κίνδυνο χρεοκοπίας με συμβόλαια credit default swaps, τονίζουν οι Financial Times.
Οι ΗΠΑ και οι PIIGS
Τα ομόλογα των ΗΠΑ εξακολουθούν να είναι ελκυστικός επενδυτικός προορισμός εφόσον χώρες όπως οι Πορτογαλία, Ιταλία, Ιρλανδία, Ελλάδα και Ισπανία, γνωστές στις αγορές και ως PIIGS, αποτελούν παραδείγματα προς αποφυγήν. Ετσι, παρά το γεγονός ότι το χρέος των ΗΠΑ έχει φθάσει σε επίπεδα ρεκόρ, οι επενδυτές εξακολουθούν να το προτιμούν «διότι δεν υπάρχουν και πολλές επιλογές», τονίζουν αναλυτές. Τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα, συνολικής αξίας 7,4 τρισ. δολ. αποτελούν κάτι σαν το «Αγιο Δισκοπότηρο» των σημερινών επενδυτών.
Για τις κυβερνήσεις που είχαν περιορισμένη οικονομική ευελιξία, οι επιπτώσεις στη βαθμολογία ή την προοπτική του χρέους τους ήταν άμεση, τονίζεται από τη Fitch. Σε αυτήν την κατηγορία εντάσσονται χώρες όπως η Ιρλανδία, η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Νέα Ζηλανδία. Ωστόσο, «η Βρετανία, η Ισπανία και η Γαλλία πρέπει να διαμορφώσουν πιο αξιόπιστα δημοσιονομικά προγράμματα μέσα στο επόμενο έτος λόγω της επιδείνωσης των δημοσιονομικών και των προκλήσεων του προϋπολογισμού τους σ’ ό,τι αφορά τη σταθεροποίηση του δημόσιου χρέους τους. Εάν αποτύχουν, τότε θα αυξηθούν σε μεγάλο βαθμό οι πιέσεις πάνω στην πιστοληπτική ικανότητά τους».
Η Γκίλιαν Τετ, αρθρογράφος της βρετανικής εφημερίδας Financial Times, εκθέτει σε χθεσινό δημοσίευμα τους φόβους των τραπεζιτών για την αξιολόγηση του δημόσιου χρέους, κάτι που θα ήταν αδιανόητο στο παρελθόν. Η Βρετανία βρίσκεται, επισήμως, παγιδευμένη στη μεγαλύτερη και βαθύτερη οικονομική κρίση της μεταπολεμικής ιστορίας της, με το ΑΕΠ να υποχωρεί το τρίτο τρίμηνο κατά 0,2% από το δεύτερο και κατά 5,1% από πέρυσι. Είναι η μοναδική χώρα από το G20 που συνεχίζει να βρίσκεται σε βαθιά ύφεση, όπως επισημαίνεται από την εφημερίδα The Guardian. Και μπορεί οι φόβοι χρεοκοπίας να μην επικεντρώνονται σε χώρες με υψηλή πιστοληπτική βαθμολογία, οι περιπτώσεις «της Ελλάδας και του Ντουμπάι αποτέλεσαν σκληρή υπενθύμιση» των πιέσεων που δέχονται και άλλες χώρες, γράφει η κ. Τετ.
Μια ακόμη πηγή ανησυχίας είναι ότι δεν υπάρχουν ρυθμιστικές δικλίδες ασφαλείας διότι τα τραπεζικά -ομολογιακά- δάνεια σε δυτικές οικονομίες θεωρούνται οι ασφαλέστερες τοποθετήσεις, χωρίς κανένα βαθμό κινδύνου. Η συνεχιζόμενη, όμως, οικονομική κρίση σε χώρες του δυτικού κόσμου παροτρύνει ορισμένους τραπεζίτες να επιβάλουν προβλέψεις για επισφάλειες ακόμη και για κράτη, όπως συμβαίνει με τα εταιρικά ομόλογα. Μέχρι σήμερα, δεν γνωρίζει κανείς πόσο αποτελεσματική, σε πρακτικό επίπεδο, μπορεί να είναι η αγορά της ασφάλισης ομολόγων από τον κίνδυνο χρεοκοπίας με συμβόλαια credit default swaps, τονίζουν οι Financial Times.
Οι ΗΠΑ και οι PIIGS
Τα ομόλογα των ΗΠΑ εξακολουθούν να είναι ελκυστικός επενδυτικός προορισμός εφόσον χώρες όπως οι Πορτογαλία, Ιταλία, Ιρλανδία, Ελλάδα και Ισπανία, γνωστές στις αγορές και ως PIIGS, αποτελούν παραδείγματα προς αποφυγήν. Ετσι, παρά το γεγονός ότι το χρέος των ΗΠΑ έχει φθάσει σε επίπεδα ρεκόρ, οι επενδυτές εξακολουθούν να το προτιμούν «διότι δεν υπάρχουν και πολλές επιλογές», τονίζουν αναλυτές. Τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα, συνολικής αξίας 7,4 τρισ. δολ. αποτελούν κάτι σαν το «Αγιο Δισκοπότηρο» των σημερινών επενδυτών.